Ρεκόρ παραγωγής θα σημειωθεί στη παραγωγή επιτραπέζιας ελιάς στην χώρα μας την τρέχουσα ελαιοκομική περίοδο.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Επιτραπέζιας Ελιάς (ΔΟΕΠΕΛ) η συνολική παραγωγή των τριών βασικών ελληνικών επιτραπέζιων ποικιλιών (Αμφίσσης, Καλαμάτα, Χαλκιδική) θα ανέλθει στους 445 χιλιάδες τόνους.
Αύξηση, που όπως δήλωσε στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Πρόεδρος της ΔΟΕΠΕΛ, Γιώργος Ντούτσιας θα είναι διπλάσια από την περίοδο 2021/22, όταν και έφτασε στους 215 χιλιάδες τόνους, με την εν λόγω ποσότητα να είναι «αρκετά κατώτερη των αναγκών της χώρας, η ζήτηση ήταν αυξημένη, με αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών παραγωγού».
Κύριος λόγος για την μειωμένη παραγωγή ήταν σύμφωνα με τον ίδιο ο «χειμώνας της περιόδου 21/12/2020-21/3/2021 ο οποίος χαρακτηρίσθηκε ως ο πλέον ήπιος χειμώνας των τελευταίων ετών (θερμοκρασίες άνοιξης)».
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη «μειωμένη καρποφορία και των τριών βασικών επιτραπέζιων ποικιλιών του δέντρου, σε όλες τις Περιφερειακές Ενότητες της χώρας» είπε σχετικά ο κ. Ντούτσιας και πρόσθεσε «κυρίως επλήγησαν οι ποικιλίες “Χαλκιδική” και “Αμφίσσης/Κονσερβολιά” που είναι περισσότερο απαιτητικές σε ψύχος και δευτερευόντως η ποικιλία “Καλαμάτα”. Όμως και κάποιοι θύλακες των Περιφερειών παραγωγής, κυρίως της ποικιλίας “Χαλκιδική”, επλήγησαν από όψιμους παγετούς πριν την άνθηση, μειώνοντας ακόμη περισσότερο την παραγωγή των δέντρων».
Τα προβλήματα του κλάδου
Οι ασταθείς καιρικές συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί λόγω της κλιματικής αλλαγής αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος.
«Πέραν των γενικών μέτρων που πρέπει και ελπίζουμε ότι θα ληφθούν σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, θα πρέπει όλοι να το δούμε σαν προσωπικό στοίχημα» σημείωσε ο κ. Ντούτσιας υπογραμμίζοντας πως «βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη στιγμή να αντιληφθούμε τον θεμελιώδη περιβαλλοντικό ρόλο των ελαιώνων, αντίληψη που θα μπορούσε να έχει θετική επίδραση στους αγρότες, με τις βιώσιμες και θετικές καλλιεργητικές πρακτικές που καλούνται να εφαρμόσουν (ανακύκλωση κλαδεμάτων, ισορροπημένη λίπανση, συστηματική παρακολούθηση προσβολών, κ.α.)».
Ένα επιπλέον πρόβλημα σύμφωνα με τον Πρόεδρο της ΔΟΕΠΕΛ είναι «το αυξημένο κόστος παραγωγής στον πρωτογενή τομέα λόγω της αύξησης της αξίας των εισροών (προϊόντα θρέψης, φυτοπροστατευτικά προϊόντα, ενέργεια, καύσιμα, κ.α.), ως απόρροια της πανδημίας του κορωνοϊού και της συνεχιζόμενης Ρωσο-ουκρανικής κρίσης» αλλά και «του κόστους των εργατικών χεριών λόγω της μεγάλης έλλειψης σε συνδυασμό με την πλημμελή αντιμετώπιση του δύσκολου αυτού προβλήματος από την Δημόσια Διοίκηση όσο αφορά την διαδικασία μετάκλησης αλλοδαπών εργατών γης».
Επιπλέον, ο δευτερογενής/τριτογενής τομέας του κλάδου βρίσκεται και αυτός αντιμέτωπος με το αυξημένο κόστος λειτουργίας «τόσο σε ενεργειακό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο αγοράς υλών επεξεργασίας και βοηθητικών υλών, υλικών συσκευασίας, καθώς και αυξημένες δαπάνες μεταφορικών» σημείωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ένας ακόμη αστάθμητος παράγοντας είναι και η διαφαινόμενη μειωμένη κατά περίπου 20%-25% της ζήτησης από τις αγορές του εξωτερικού η οποία σύμφωνα με τον ίδιο «μπορεί να αποδοθεί στην μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών».
Τεράστιο πρόβλημα η έλλειψη εργατικών χεριών
Η έλλειψη εργατικών χεριών στον πρωτογενή τομέα τα τελευταία χρόνια έχει «χτυπήσει κόκκινο», με πολλούς κλάδους να κρούουν τον «κώδωνα του κινδύνου» ότι μένουν ασυγκόμιστα μεγάλα κομμάτια της παραγωγής τους, έχοντας ως αποτέλεσμα τόσο τη μείωση του διαθέσιμου αγροτικού εισοδήματος όσο και της μικρότερης εισροής εσόδων στα δημόσια ταμεία (λιγότερες ασφαλιστικές εισφορές, μικρότερα έσοδα από ΦΠΑ κ.α.).
Στον ελαιοκομικό τομέα οι συνέπειες που προκλήθηκαν από την έλλειψη εργατών γης κατά την ελαιοκομική περίοδο 2022/23 ήταν σημαντικές.
Σύμφωνα με τη ΔΟΕΠΕΛ μόνο για τις πράσινες ελιές (ποικιλίες “Χαλκιδική” και “Αμφίσσης”) σοδειάς 2022/23, το 20%-30% της ηρτημένης παραγωγής των πράσινων ελιών παρέμεινε στα ελαιόδεντρα. Αυτό όπως επισήμανε ο κ. Ντούτσιας είχε «ως αποτέλεσμα την μείωση του αγροτικού εισοδήματος κατά περίπου 27 εκατ. ευρώ ενώ και οι απώλειες των ασφαλιστικών ταμείων σε ασφαλιστικές εισφορές από εργόσημα, εκτιμώνται ότι ξεπέρασαν 2 εκατ. ευρώ».
Σύμφωνα με τον ίδιο το πρόβλημα παραμένει καθώς «η Ελληνική Διοίκηση δεν κατόρθωσε να μεριμνήσει για το πρόβλημα, ούτε μέχρι την ολοκλήρωση της συλλογής των ελιών της ποικιλίας “Καλαμάτα” (Ιανουάριος 2023), αλλά ούτε μέχρι και “σήμερα”» υπογραμμίζοντας ότι «Κάθε πρωτοβουλία της Οργάνωσης για την επίλυση του προβλήματος έχει πέσει στο κενό και διαπιστώνεται συστηματική ολιγωρία από το αρμόδιο υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου».
Η νέα ΚΑΠ και ο ελαιοκομικός τομέας
Τέλος, ο Πρόεδρος της Διεπαγγελματικής μιλώντας για την εφαρμοστή της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, η εφαρμογή της οποία ξεκίνησε την αρχή του τρέχοντος έτους τόνισε ότι «η ορθή εφαρμογή της θα επηρεάσει θετικά τον κλάδο».
Όμως για να γίνει αυτό όπως τονίζει «θα πρέπει να ενεργοποιηθούν άμεσα οι υπηρεσίες της Δημόσιας Διοίκησης που εμπλέκονται με την εφαρμογή της, διότι υπάρχει ο κίνδυνος να χαθούν σημαντικά κονδύλια τα οποία είναι απαραίτητα για τον κλάδο».
Στόχος της νέας ΚΑΠ όπως είπε στο ΑΠΕ ΜΠΕ είναι η «αντιμετώπιση των προβλημάτων που παρουσιάζονται από την κλιματική αλλαγή και επιπλέον ένας βασικός της στόχος είναι η διασφάλιση του αγροτικού εισοδήματος» ενώ παράλληλα «υιοθετούνται καλλιεργητικές πρακτικές μέσω της εφαρμογής των οικολογικών σχημάτων (μείωση εισροών, αύξηση εκτάσεων με βιολογική καλλιέργεια, μείωση ανθρακικού αποτυπώματος), που αντιμετωπίζουν τις αρνητικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει στο περιβάλλον η γεωργία».
Τέλος, σε ό,τι αφορά την αύξηση της παραγωγικότητας του αγροτικού τομέα, όπως τόνισε ο κ. Ντούτσιας «προβλέπεται η αξιοποίηση σύγχρονων τεχνολογιών σε όλα τα στάδια παραγωγής, η δημιουργία εργαλείων εκπαίδευσης και η συνέργεια με πανεπιστημιακά ιδρύματα για την διασύνδεση της τεχνολογικής έρευνας με την παραγωγή».
Πηγή: ΑΜΠΕ