Αντιμέτωποι με ποινικές διώξεις, αλλά και «τσουχτερά» πρόστιμα βρίσκονται ήδη εκατοντάδες φορολογούμενοι και επιχειρήσεις που πιάστηκαν στην «τσιμπίδα» των διωκτικών αρχών, για ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος.
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι η παραοικονομία, που παραμένει ανοιχτή «πληγή» για το δημόσιο συμφέρον, αλλά και τα έσοδα του προϋπολογισμού, έχει οδηγήσει την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων από την αρχή του τρέχοντος έτους σε εντατικοποίηση των ελέγχων προκειμένου να περιοριστούν τα κρούσματα ξεπλύματος «μαύρου» χρήματος, αλλά και μεγάλης φοροδιαφυγής.
Προς έλεγχο
Στο πλαίσιο, πάντως, αυτό αρκετές υποθέσεις φοροφυγάδων και μεγαλοοφειλετών έχουν ήδη παραπεμφθεί προς έλεγχο στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, με τις μηνυτήριες αναφορές εναντίον όσων φέρονται να εμπλέκονται στις εν λόγω υποθέσεις να πέφτουν «βροχή».
Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, στο διάστημα Ιανουαρίου – Απριλίου 2023 ο φοροελεγκτικός μηχανισμός απέστειλε στην ανωτέρω Αρχή 327 υποθέσεις, εκ των οποίων οι 152 αφορούν βεβαιωμένη φοροδιαφυγή, που θα ελεγχθούν και για ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος, ενώ οι υπόλοιπες 175 αφορούν χρέη προς το Δημόσιο, τα οποία χρήζουν εμπεριστατωμένου ελέγχου.
Επισημαίνεται ότι από το ανωτέρω σύνολο των 152 υποθέσεων των οποίων οι φορολογούμενοι και επιχειρήσεις κατηγορούνται για βεβαιωμένη φοροδιαφυγή, που ξεπερνά τις 50.000 ευρώ, οι 37 προέκυψαν από ελέγχους του Ιανουαρίου, οι 57 τον Φεβρουάριο, οι 36 τον Μάρτιο και οι υπόλοιπες 22 τον Απρίλιο.
Το συνολικό ύψος της φοροδιαφυγής που καταλογίστηκε στις συγκεκριμένες υποθέσεις φοροδιαφυγής που εντόπισαν οι φορολογικές αρχές ανήλθε σε 357,73 εκατ. ευρώ.
Ταυτόχρονα, το ίδιο χρονικό διάστημα, Ιανουαρίου – Απριλίου 2023, εστάλησαν στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες 175 υποθέσεις φορολογουμένων με βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο άνω των 50.000 ευρώ, η συνολική οφειλή των οποίων ανέρχεται σε 325,20 εκατ. ευρώ.
Εξάλλου, από τις ΔΟΥ, τα Ελεγκτικά Κέντρα (ΚΕΜΕΕΠ, ΚΕΦΟ- ΜΕΠ) και την ΥΕΔΔΕ υποβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του πρώτου τετραμήνου 191 μηνυτήριες αναφορές εναντίον φοροφυγάδων και οφειλετών του Δημοσίου.
Την ίδια εξάλλου περίοδο, στο πλαίσιο της ανταλλαγής «ύποπτων» υποθέσεων, η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες απέστειλε στις ελεγκτικές υπηρεσίες της ΑΑΔΕ «ύποπτες» υποθέσεις προς έλεγχο συγκεκριμένων προσώπων, αφού σε κάθε περίπτωση τα πρόσωπα που κατηγορούνται για ξέπλυμα μαύρου χρήματος ελέγχονται και για φοροδιαφυγή ή για οφειλές προς το Δημόσιο. Έτσι η Αρχή για το ξέπλυμα αποστέλλει στην Εφορία όλες τις υποθέσεις που διερευνώνται για «μαύρο» χρήμα.
Ειδικότερα, στο τετράμηνο Ιανουαρίου – Απριλίου 2023, η Αρχή απέστειλε στην ΑΑΔΕ 8 «βαριές» υποθέσεις μαύρου χρήματος για να ερευνηθούν για φοροδιαφυγή. Στις συγκεκριμένες υποθέσεις εμπλέκονται συνολικά 115 πρόσωπα, ενώ οι φορολογικές αρχές εξέδωσαν εντολές ελέγχου για ακόμη 84 πρόσωπα, με τα βεβαιωθέντα ποσά να ξεπερνούν τα 91,7 εκατ. ευρώ.
Επισημαίνεται ότι στο πλαίσιο καταπολέμησης της διακίνησης του μαύρου χρήματος σημαντικές αλλαγές επήλθαν με τον νέο νόμο 4816/2021, ο οποίος τροποποίησε διατάξεις του βασικού νόμου για το ξέπλυμα (4557/2018) και άλλαξε, μεταξύ άλλων, τον κατάλογο των παραβάσεων που εντάσσονται στα «βασικά αδικήματα». Έτσι, στα βασικά αδικήματα που ενεργοποιούν πλέον τη διαδικασία δίωξης για ξέπλυμα εντάσσονται η αποφυγή πληρωμής φόρων εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ, ΦΠΑ πλοίων, ενώ εξαιρούνται οι εμπλεκόμενοι σε πλαστά και εικονικά τιμολόγια, όπως και η διασυνοριακή απάτη στον ΦΠΑ. Ταυτόχρονα, άλλαξε και η διαδικασία της δέσμευσης και απαγόρευσης εκποίησης περιουσιακών στοιχείων, ενώ δεν ισχύ- ουν για τους κατηγορούμενους οι διατάξεις περί τραπεζικού, φορολογικού, τηλεπικοινωνιακού, χρηματιστηριακού και κάθε άλλου απορρήτου. Σε κάθε περίπτωση, για τους πλειστηριασμούς κατοικιών, αλλά και την εκδίκαση φορολογικών διαφορών, αρμόδια είναι τα δικαστήρια που είναι κοντά στην έδρα του οφειλέτη ή του φορολογούμενου.
Τι ορίζει αναλυτικά η ισχύουσα νομοθεσία
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, έγκλημα φοροδιαφυγής διαπράττει όποιος με πρόθεση:
α) προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου εισοδήματος, ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) ή ειδικού φόρου ακινήτων (ΕΦΑ), αποκρύπτει από τα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης φορολογητέα εισοδήματα από οποιαδήποτε πηγή ή περιουσιακά στοιχεία, ιδίως παραλείποντας να υποβάλει δήλωση ή υποβάλλοντας ανακριβή δήλωση ή καταχωρίζοντας στα λογιστικά αρχεία εικονικές (ολικά ή μερικά) δαπάνες ή επικαλούμενος στη φορολογική δήλωση τέτοιες δαπάνες, ώστε να μην εμφανίζεται φορολογητέα ύλη ή να εμφανίζεται αυτή μειωμένη,
β) προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή του φόρου προστιθέμενης αξίας, του φόρου κύκλου εργασιών, του φόρου ασφαλίστρων και των παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών, δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς αυτούς, καθώς και όποιος παραπλανά τη φορολογική διοίκηση με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή με την αθέμιτη παρασιώπηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων και δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς αυτούς ή λαμβάνει επιστροφή, καθώς και όποιος διακρατεί τέτοιους φόρους, τέλη ή εισφορές,
γ) προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου πλοίων δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς στο Δημόσιο τον φόρο αυτόν. Όσον αφορά τον ρόλο της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, αυτή μπορεί να διαβιβάζει και να ανταλλάσσει πληροφορίες εμπιστευτικής φύσης με τις αρμόδιες εισαγγελικές ή άλλες αρχές με ερευνητικές ή ελεγκτικές αρμοδιότητες, καθώς και με τις εποπτικές αρχές, εφόσον οι πληροφορίες αυτές κρίνονται αναγκαίες για το έργο τους και για την εκπλήρωση των νόμιμων καθηκόντων τους. Στο πλαίσιο αυτό, η Αρχή διαβιβάζει πληροφορίες στις υπηρεσίες της ΑΑΔΕ για πρόσωπα για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες διάπραξης αδικημάτων που άπτονται των αρμοδιοτήτων τους, προκειμένου να εξεταστεί, να ελεγχθεί και να αποδειχθεί ή όχι η διάπραξή τους.