Τα φώτα της δημοσιότητας είναι στραμμένα αυτή την εβδομάδα στις συνεδριάσεις των σημαντικότερων κεντρικών τραπεζών: της Federal Reserve και της ΕΚΤ, οι οποίες θα δημοσιεύσουν τις νέες αποφάσεις τους για τα επιτόκια.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ετοιμάζεται να αυξήσει ξανά τα επιτόκια στη συνεδρίαση της προσεχούς Πέμπτης, αλλά θα μπορούσε να το κάνει με βραδύτερο ρυθμό, εκτιμούν οι αναλυτές.
Η υποτονική ανάπτυξη της οικονομίας της ευρωζώνης το πρώτο τρίμηνο, καθώς και ο πληθωρισμός που παρέμεινε υψηλός σε ολόκληρο το μπλοκ, αφήνουν πάντως ελάχιστες επιλογές στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, πέρα από το να συνεχίσει τη νομισματική σύσφιξη.
Η ΕΚΤ θα αποφασίσει για τα επιτόκια αμέσως μετά την αμερικανική Fed που συνεδριάζει στις 2 και 3 Μαΐου και η οποία θέλει επίσης να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επιβραδυνθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι παράγοντες της αγοράς αναμένουν περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης στις ΗΠΑ. Οι πρόσφατες αναταράξεις στον τραπεζικό τομέα στην Καλιφόρνια, φαίνεται να έχουν «εξαφανιστεί χωρίς ιδιαίτερη επίπτωση στις πιστωτικές συνθήκες », εξηγεί η Capital Economics, η οποία αναμένει άνοδο 50 μονάδων. Ο διευθυντής Χρηματοοικονομικών Επενδύσεων της Mutualidad de la Abogacía, Πέδρο ντελ Πόζο ,ανέφερε ότι η εβδομάδα αυτή θα είναι «εξαιρετικά σημαντική» λόγω των πολυάριθμων μακροοικονομικών ραντεβού που περιέχει, στα οποία προστίθενται οι συνεδριάσεις των κεντρικών τραπεζών.Από αυτή την άποψη, επισημάνει ότι η ότι η Fed θα αυξήσει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης, και αυτή θα είναι πιθανώς η τελευταία αύξηση επιτοκίων στις ΗΠΑ, αν και αυτό θα εξαρτηθεί από την εξέλιξη του πληθωρισμού.
Τι λένε τα «γεράκια»
Όσον αφορά την Ευρώπη, οι αναλυτές συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι η ΕΚΤ θα εγκρίνει μια άνοδο κατά 25 μονάδες βάσης, αλλά έχει δείξει ότι πιθανότατα θα είναι απαραίτητη μια πρόσθετη άνοδος. Η ΕΚΤ αύξησε τα επιτόκια σε έξι διαδοχικές συνεδριάσεις και οι αξιωματούχοι της διχάζονται τώρα μεταξύ μιας αύξησης 25 ή 50 μονάδων βάσης στο επιτόκιο καταθέσεων 3% της τράπεζας στην επόμενη συνεδρίαση πολιτικής .«Είναι σαφές ότι είναι απαραίτητο να συνεχιστεί η αύξηση των επιτοκίων, αλλά το ύψος των αυξήσεων θα εξαρτηθεί από τα δεδομένα που θα ληφθούν», δήλωσε η Ιζαμπέλ Σνάμπελ στο Politico. «Τα δεδομένα λένε ότι η πιθανότητα μιας αύξησης κατά 50 μονάδες βάσης, δεν είναι εκτός των στόχων».
Στέλεχος των «γερακιών» η Σνάμπελ, είπε ότι ο δομικός πληθωρισμός παρουσιάζει πολύ ισχυρή δυναμική και δεν είναι σαφές ότι θα κορυφωθεί «πολύ σύντομα».
«Πρέπει να δούμε μια διαρκή πτώση του δομικού πληθωρισμού για να μας οπλίσει με εμπιστοσύνη ότι τα μέτρα μας αρχίζουν να λειτουργούν», πρόσθεσε η Σνάμπελ.
Σε κάθε περίπτωση, ο Ντελ Πόζο θεωρεί ότι ο κύκλος των αυξήσεων των επιτοκίων «φτάνει στο τέλος του, εκτός αν φανεί ότι τα στοιχεία για τον πληθωρισμό αντιστέκονται».
Για το λόγο αυτό, έκρινε ότι μεσοπρόθεσμα θα αρχίσει να γίνεται λόγος για μειώσεις επιτοκίων, που πιθανότατα θα γίνουν στο τέλος του τρέχοντος έτους ή το 2024.
Τα νοικοκυριά πλήττονται
Το πρώτο τρίμηνο, το ΑΕΠ των 20 χωρών που μοιράζονται το ευρώ αυξήθηκε μόνο κατά 0,1%, καθώς οι καταναλωτικές δαπάνες παρέμειναν στάσιμες σε πολλές οικονομίες, ένδειξη ότι ο πληθωρισμός και η αύξηση των επιτοκίων αρχίζουν να πλήττουν σκληρά τα νοικοκυριά.
Η αύξηση που καταγράφεται προέρχεται κυρίως από τις εξαγωγές που προκύπτουν από την ανάκαμψη του παγκόσμιου εμπορίου μετά το μεταπανδημικό άνοιγμα της Κίνας.
Ωστόσο, τα εθνικά στοιχεία δείχνουν ότι ο πληθωρισμός παραμένει επίμονα υψηλός, γεγονός που θα οδηγήσει την ΕΚΤ να αυξήσει περαιτέρω τα επιτόκια, παρά την επιβράδυνση της οικονομίας.
«Τα στοιχεία για τον πληθωρισμό σε κάθε χώρα συντηρούν την πίεση στην ΕΚΤ να παραμείνει επιθετική όσον αφορά την αύξηση των επιτοκίων στην επόμενη συνεδρίασή της, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η ανάπτυξη στην ευρωζώνη ,δεν απέχει πολύ από τη στασιμότητα», παρατηρεί ο Τσαρλς Χεπγουόρθ, διευθυντής της GAM Investments.
Η ΕΚΤ αναμένεται ευρέως να αυξήσει τα επιτόκια για έβδομη συνεχή φορά μετά τη συνεδρίασή της στις 4 Μαΐου, με τη συζήτηση να επικεντρώνεται σε μια αύξηση κατά 25 ή 50 μονάδες βάσης.
Η σχετική επιβράδυνση του πληθωρισμού θα δώσει όμως στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κάποια ανάσα για να περιορίσει την άνοδο των επιτοκίων. «Τα σημερινά δεδομένα υποδεικνύουν ότι τα επιτόκια θα πρέπει να αυξηθούν ξανά», δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος Φίλιπ Λέιν σε συνέντευξή του αυτή την εβδομάδα στην εφημερίδα Le Monde. «Τώρα δεν είναι η ώρα να σταματήσουμε», συνέχισε.
Πόση θα είναι η αύξηση
Η ΕΚΤ έχει αυξήσει τα επιτόκια κατά 3,50 ποσοστιαίες μονάδες από τον Ιούλιο του περασμένου έτους ως μέρος μιας άνευ προηγουμένου εκστρατείας νομισματικής σύσφιξης με στόχο τον περιορισμό της εκτίναξης των τιμών καταναλωτή.
Την Παρασκευή, ο διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την Ευρώπη, Άλφρεντ Κάμερ, προέτρεψε τις ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες να « σκοτώσουν το θηρίο»του πληθωρισμού, χωρίς να μπουν στον πειρασμό να κάνουν « παύση » στις αυξήσεις των επιτοκίων τους.
Τώρα, πριν από την επόμενη συνεδρίαση στις 4 Μαΐου και, δεδομένης της επιβράδυνσης του πληθωρισμού στις 20 χώρες της ευρωζώνης, «το μόνο ερώτημα φαίνεται να είναι αν η ΕΚΤ θα επιλέξει να τα αυξήσει κατά 25 ή 50 μονάδες βάσης », σύμφωνα με τον αναλυτή της ING Bank, Κάρστεν Μπρζέσκι. Η πλειοψηφία των οικονομολόγων αυτή τη φορά αναμένει περιορισμένη αύξηση κατά 25 μονάδες.
Στην Ευρώπη, οι επενδυτές, εκτός από το να επικεντρώσουν το ενδιαφέρον τους στη συνεδρίαση της ΕΚΤ, θα είναι προσεκτικοί στη δημοσίευση αύριο του τελικού PMI για τον Μάρτιο για τη ζώνη του ευρώ.
Σύμφωνα με αναλυτές της Singular Bank, οι τελικοί PMI αναμένεται να επιβεβαιώσουν τον δυναμισμό των υπηρεσιών καθώς προχωρά η καλοκαιρινή περίοδος, ενώ ο κλάδος αναμένεται να επιβραδυνθεί λόγω των χαμηλότερων προσδοκιών ζήτησης και των διαφόρων κινδύνων που αντιμετωπίζει
Δεκαετία φθηνού χρήματος
Η συνεχιζόμενη νομισματική σύσφιξη ακολουθεί μια δεκαετία φθηνού χρήματος. Πυροδοτήθηκε ως απάντηση στην άνοδο των τιμών στον απόηχο της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία. Έχοντας κορυφωθεί πάνω από το 10% τον Οκτώβριο, ο πληθωρισμός επέστρεψε σχεδόν στο 7% τον Μάρτιο. Ωστόσο, αυτό απέχει πολύ από τον στόχο του 2% που έχει θέσει η ΕΚΤ.
Κάνοντας το χρήμα πιο ακριβό , η ΕΚΤ θέλει να περιορίσει τη ζήτηση για στεγαστικά δάνεια, για κατανάλωση ή για επιχειρηματικές επενδύσεις και έτσι να επιβραδύνει την άνοδο των τιμών. Τα επιτόκια αναφοράς της ΕΚΤ για τις τράπεζες κυμαίνονται επί του παρόντος μεταξύ 3% και 3,75%, στο υψηλότερο επίπεδο δηλαδή από τον Οκτώβριο του 2008.
Για να αποφασίσει, η ΕΚΤ θα πρέπει ακόμα να εξετάσει πριν από τη συνεδρίαση της Πέμπτης δυο σημαντικά δεδομένα, τα οποία ενδέχεται να επηρεάσουν τις συζητήσεις: ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη για τον μήνα Απρίλιο και η τριμηνιαία έρευνα για τις τραπεζικές πιστώσεις, η οποία θα παρουσιαστεί την Τρίτη.
Εάν ο πληθωρισμός του Απριλίου κινηθεί ανοδικά, ορισμένα « γεράκια » της ΕΚΤ, υποστηρικτές μιας αυστηρής νομισματικής πολιτικής, θα μπορούσαν να ζητήσουν αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης και έτσι «να επιδεινώσουν τις διαιρέσεις που γίνονται όλο και πιο εμφανείς » στο διοικητικό συμβούλιο, σύμφωνα με την HSBC.
Μείωση ισολογισμού
Η ΕΚΤ θα έχει να πει περισσότερα την Πέμπτη και για τη μείωση του ισολογισμού της που εξακολουθεί να είναι γεμάτος χρέη που απέκτησε τα χρόνια της κρίσης και του πολύ χαμηλού πληθωρισμού.
Το απόθεμα των κρατικών και ιδιωτικών ομολόγων που κατέχει η ΕΚΤ έχει μειωθεί κατά 15 δισεκατομμύρια ευρώ το μήνα κατά μέσο όρο από τον Μάρτιο και έχει προγραμματίσει να επανεξετάσει το θέμα μετά τον Ιούνιο.
Δεδομένου όμως ότι η ΕΚΤ δεν είναι πλέον σε θέση να αγοράσει τα χρέη των χωρών μελών της ευρωζώνης , οι αποδόσεις των ομολόγων θα μπορούσαν να αυξηθούν για τα δάνεια των ευάλωτων χωρών, και ως εκ τούτου να κάνουν πιο περίπλοκες τις συνθήκες χρηματοδότησής τους στις αγορές.