Λίγες ημέρες μετά τις εκλογές της 21ης Μαΐου αναμένεται να δημοσιοποιηθεί μία σειρά εκθέσεων που αφορούν την πορεία και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Πρόκειται για τη δεύτερη έκθεση αξιολόγησης των θεσμών στο πλαίσιο της μεταπρογραμματικής εποπτείας αλλά και το πακέτο των εκθέσεων της Κομισιόν στο πλαίσιο του «Ευρωπαϊκού Εξαμήνου» οι οποίες, σύμφωνα με πληροφορίες, θα δοθούν στη δημοσιότητα στις 24 Μαΐου.
Για το μεν πόρισμα που σχετίζεται με την δεύτερη μεταπρογραμματική αξιολόγηση, μετά την ολοκλήρωση των εξ αποστάσεως συζητήσεων με τη κυβέρνηση, οι διαβουλεύσεις με το οικονομικό επιτελείο συνεχίζονται προκειμένου η έκθεση να πάρει την τελική της μορφή. Υπενθυμίζεται ότι από τον περασμένο Αύγουστο η Ελλάδα έχει εξέλθει από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας και η συγκεκριμένη αξιολόγηση δεν συνδέεται πλέον με δόσεις. Ωστόσο η Ελλάδα θα περνά εξαμηνιαίες αξιολογήσεις μέχρις ότου η χώρα αποπληρώσει το 75% των δανείων που έχει λάβει την περίοδο των μνημονίων. Οι συζητήσεις επικεντρώθηκαν στον χρηματοπιστωτικό τομέα αλλά και στο σκέλος των μεταρρυθμίσεων όπως την πρωτοβάθμια υγεία, την κωδικοποίηση του εργατικού δικαίου αλλά και την πορεία των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου.
Όσον αφορά το ευρωπαϊκό εξάμηνο, η Κομισιόν στις 24 Μαΐου αναμένεται να δημοσιοποιήσει μία σειρά από πορίσματα για όλες τις χώρες-μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, μέσω των οποίων θα πρέπει να διασφαλίζεται η βιωσιμότητα του χρέους αλλά και η πορεία των οικονομιών σε σχέση με το εξωτερικό ισοζύγιο, την ανεργία και τα «κόκκινα» δάνεια. Ουσιαστικά αφορούν ένα πακέτο συστάσεων για την Ελλάδα και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, εν αναμονή και της ολοκλήρωσης της διαπραγμάτευσης για τις αλλαγές στους δημοσιονομικούς κανόνες.
Παράλληλα, έως το τέλος Απριλίου το υπουργείο Οικονομικών ετοιμάζεται να στείλει στις Βρυξέλλες το νέο Πρόγραμμα Σταθερότητας. Λόγω της διεξαγωγής των εκλογών στο κείμενο θα υπάρχει ένα σενάριο βάσης το οποίο πιθανότατα θα αλλάξει με βάση τις προτεραιότητες της κυβέρνησης που θα προκύψει από τις εκλογές. Παρόλα αυτά θα πρέπει να έχει τέτοια μορφή ώστε να διασφαλίζεται η επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα στα επίπεδα του 2% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή τη φορά η Ελλάδα ξεκινά από διαφορετική βάση μετά και τις πρόσφατες ανακοινώσεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Η εντυπωσιακή μείωση του δημόσιου χρέους κατά 23% μέσα σε ένα χρόνο, η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος νωρίτερα από ότι αναμενόταν και ο υψηλότερος ρυθμός ανάπτυξης το 2022 δημιουργούν ένα θετικό κλίμα στις αγορές και τους επενδυτές. Ωστόσο, όπως τονίζει ο οίκος αξιολόγησης S&P στην πρόσφατη έκθεση του για την ελληνική οικονομία, αν και αναμένεται περαιτέρω βελτίωση τα επόμενα χρόνια, αυτό θα εξαρτηθεί από τη συνέχιση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και τα επόμενα έτη έως το 2026.