«Οι κίνδυνοι στο χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι ακόμα μεγάλοι», προειδοποιεί ο Χοσέ Μανουέλ Κάμπα, επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, σε συνέντευξή του στην γερμανική Handelsblatt. Ο Ισπανός τραπεζίτης εκφράζει «σχετική ικανοποίηση» για την κατάσταση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, σημειώνοντας πάντως ότι οι τραπεζικές καταθέσεις έχουν γίνει «πιο ευαίσθητες στις διαφοροποιήσεις των επιτοκίων», που αποφασίζει η ΕΚΤ.
Στο ίδιο μήκος κύματος, άλλωστε, και η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα προειδοποίησε ότι οι απειλές για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα έχουν αυξηθεί και ζήτησε να συνεχιστεί η παρακολούθηση, αν και –όπως είπε-οι ενέργειες που έγιναν στις προηγμένες οικονομίες ,μείωσαν το άγχος της περασμένης εβδομάδας.
Η αναταραχή στις τράπεζες έχει εγείρει ερωτήματα σχετικά με το εάν η Fed, η ΕΚΤ, η Τράπεζα της Αγγλίας (και άλλοι) θα συνεχίσουν να επιδιώκουν επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων για να προσπαθήσουν να μειώσουν τον πληθωρισμό.
Ο Ερικ Νίλσεν, επικεφαλής οικονομολόγος του Ομίλου UniCredit στο Λονδίνο, δήλωσε ότι οι κεντρικές τράπεζες δεν πρέπει να διαχωρίζουν τη νομισματική πολιτική από τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε μια εποχή αυξημένων φόβων . Προειδοποιεί μάλιστα ότι τα τραπεζικά δεινά θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε εκτεταμένη οικονομική κρίση.
Ο κίνδυνος είναι σαφής: οι ευπάθειες των τραπεζών- που επιδεινώνουν τα ολοένα υψηλότερα επιτόκια- θα έχουν ως αποτέλεσμα μια πολύ περιορισμένη πρόσβαση σε πίστωση για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, λόγω του υπερβολικά υψηλού κόστους δανεισμού. Το αποτέλεσμα μπορεί να είναι μόνο η ύφεση.
Παράγοντες αναταράξεων
Σε κάθε περίπτωση, η χρηματοπιστωτική αναταραχή είναι ακόμα στον αέρα και με την τραπεζική κρίση στο παρασκήνιο, υπάρχουν ακόμη παράγοντες αναταράξεων που πρέπει να ληφθούν υπόψη, σύμφωνα με τους αναλυτές. Οι αρχές σε όλο τον κόσμο βρίσκονται σε εγρήγορση για τις επιπτώσεις από την πρόσφατη τραπεζική αναταραχή.
Ο πρόεδρος της Fed στη Μινεάπολη, Νιλ Κάσκαρι , προειδοποιεί ότι η τραπεζική αναταραχή θα μπορούσε να φέρει τις ΗΠΑ πιο κοντά σε ύφεση. «Αυτό που δεν είναι ακόμη σαφές για εμάς είναι πόσο αυτές οι τραπεζικές πιέσεις θα οδηγήσουν σε εκτεταμένη πιστωτική κρίση»…
Το ΔΝΤ επιμένει ότι το 2023 θα είναι μια άλλη δύσκολη χρονιά, με την παγκόσμια ανάπτυξη να επιβραδύνεται κάτω από το 3% λόγω των συνεπειών της πανδημίας, του πολέμου στην Ουκρανία και της νομισματικής σύσφιξης. Ακόμη και με καλύτερες προοπτικές για το 2024, το παγκόσμιο ΑΕΠ θα παραμείνει πολύ κάτω από τον ιστορικό μέσο όρο του 3,8% και η συνολική προοπτική παραμένει θολή
Πέντε κίνδυνοι
Σε αυτήν την περίοδο της ανόδου των τιμών, ο έλεγχος του πληθωρισμού είναι η προτεραιότητα των κεντρικών τραπεζών. Για τον Γάλλο οικονομολόγο, Πιέρ Ζακέ, οι νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές πρέπει τώρα πάνω από όλα να ενσωματώνουν βασικούς κοινωνικούς στόχους.
Στο πλαίσιο αυτό, υπάρχουν τουλάχιστον πέντε διλήμματα που πρέπει να αντιμετωπίσει η νομισματική πολιτική, λέει ο Ζακέ:
Το πρώτο, αφορά την προφανή διάσταση μεταξύ της αύξησης των επιτοκίων για τον περιορισμό των πληθωριστικών πιέσεων και της υποστήριξης της ανάπτυξης: οι κεντρικές τράπεζες πρέπει προφανώς να μην αγνοήσουν αυτή τη διάσταση, καθώς –πέρα απ` όλα τα άλλα- διακυβεύεται και η αξιοπιστία τους από την απάντηση σε αυτό το δίλημμα.
Το δεύτερο δίλημμα προέκυψε μετά την χρεοκοπία της Silicon Valley Bank και τον κίνδυνο τραπεζικής μετάδοσης, που ενισχύθηκε από τις εξελίξεις στην Credit Suisse. Η άνοδος των επιτοκίων αποδυναμώνει τα περιουσιακά στοιχεία των τραπεζών που έχουν επενδύσει σε κρατικά ομόλογα, αλλά που βλέπουν την αξία τους να καταρρέει.
Το τρίτο δίλημμα σχετίζεται με την παγκοσμιοποίηση. Η άνοδος των επιτοκίων στις βιομηχανικές χώρες αυξάνει την κλίμακα του οικονομικού σοκ που πρέπει να αντιμετωπίσουν οι αναπτυσσόμενες χώρες: αντιστροφή των ροών κεφαλαίων, υποτίμηση του νομίσματός τους (που ενισχύει την πληθωριστική πίεση), αύξηση του κόστους του εξωτερικού χρέους.
Αυτό το σκηνικό επιβράδυνσης της παγκόσμιας ανάπτυξης, επηρεάζει τις προοπτικές των αναπτυσσόμενων χωρών και απειλεί να διαγράψει πρόοδο δεκαετιών στον αγώνα κατά της φτώχειας. Η ευθύνη των ανεπτυγμένων χωρών είναι αναμφισβήτητη: οι αποφάσεις τους επηρεάζουν όχι μόνο τις συνθήκες του διεθνούς εμπορίου, αλλά και τις κινήσεις κεφαλαίων, που είναι πιθανό να αντιδράσουν μαζικά στις αλλαγές της νομισματικής πολιτικής.
Κλιματική κρίση και περιβάλλον
Το τέταρτο δίλημμα σχετίζεται με την κλιματική κρίση και το περιβάλλον. Η «πράσινη» μετάβαση απαιτεί σημαντικές ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις στον νέο ενεργειακό τομέα, σε ένα πλαίσιο όπου το επίπεδο του χρέους, δημόσιου και ιδιωτικού, καθιστά κάθε απόφαση πολύ πιο ευαίσθητη. Η κλιματική αλλαγή αλλάζει επίσης τη φύση των κινδύνων για τα χρηματοπιστωτικά συστήματα.
Οι επιπτώσεις της νομισματικής πολιτικής- χαλαρής ή περιοριστικής- στην κοινωνική ανισότητα, είναι τέλος το πέμπτο δίλημμα που πρέπει να αντιμετωπίσουν οι κεντρικές τράπεζες. Κάθε δημόσια πολιτική πρέπει να έχει αναδιανεμητικά αποτελέσματα, καθώς βιώνουμε μια εποχή, όπου οι ανισότητες έχουν δικαίως γίνει θέμα μείζονος ανησυχίας τόσο στο εσωτερικό των χωρών, όσο και παγκοσμίως.
Οι δραματικές εξελίξεις στη Γαλλία, με αφορμή το συνταξιοδοτικό πρόβλημα, είναι δυστυχώς μόνο η αρχή…