Μια «επαναστατική» (sic) πρόταση για να καταστραφεί το τραπεζικό σύστημα, το οποίο χαρακτηρίζει «παρασιτικό» κάνει ο Γιάνης Βαρουφάκης, σε άρθρο του, εκτιμώντας ότι «ο κόσμος οδεύει σε πιο επώδυνη κρίση από εκείνη του 2008».
Ο γραμματέας του ΜέΡΑ 25 προτρέπει «να το τινάξουμε στον αέρα, καθώς ωφελεί μόνον ιδιοκτήτες και μετόχους σε βάρος της πλειοψηφίας».
Αναλυτικότερα ο κ. Βαρουφάκης με άρθρο του στο Project Syndicate, που φέρει του τίτλο «Let the Banks Burn» αναφέρει:
«Αυτή τη φορά η τραπεζική κρίση είναι διαφορετική. Στην πραγματικότητα, είναι χειρότερη από εκείνη που έλαβε χώρα το 2007/8, όταν μπορούσαμε να κατηγορήσουμε για τη διαδοχική κατάρρευση των τραπεζών την εκτεταμένη απάτη, τις αρπακτικές τακτικές δανεισμού, τη νοσηρή διαπλοκή μεταξύ των οίκων αξιολόγησης και απατεώνων τραπεζιτών για διακίνηση παραγώγων των οποίων η αξία ήταν δεδομένο πως θα εξαφανιζόταν – για να μην αναφερθώ και στον ρυθμιστικό μηχανισμό που οι πολιτικοί της Wall Street, όπως ο Ρόμπερτ Ρούμπιν, είχαν μόλις πρόσφατα διαλύσει
Οι σημερινές χρεοκοπίες τραπεζών δεν μπορούν να αποδοθούν σε τίποτα από αυτά. Ναι, η τράπεζα της Silicon Valley είχε την ανοησία να συνδυάσει μια στρατηγική υψηλού επιτοκιακού ρίσκου με μια πελατεία κυρίως ανασφάλιστων καταθετών. Ναι, η Credit Suisse είχε ένα σκοτεινό ιστορικό με εγκληματίες, απατεώνες και διεφθαρμένους πολιτικούς. Ωστόσο, σε αντίθεση με το 2008, κανένας πληροφοριοδότης δεν φιμώθηκε, οι τράπεζες συμμορφώθηκαν (λίγο ή πολύ) με τους ενισχυμένους κανονισμούς που ίσχυσαν μετά το 2008 και τα περιουσιακά τους στοιχεία ήταν σχετικά σταθερά. Επιπλέον, και πάλι σε αντίθεση με το 2008, καμία από τις ρυθμιστικές αρχές στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη δεν μπορούσε να ισχυριστεί αξιόπιστα ότι είχε παραπλανηθεί.
Αντιθέτως, οι ρυθμιστικές αρχές και οι κεντρικές τράπεζες γνώριζαν τα πάντα. Είχαν πλήρη πρόσβαση στα επιχειρηματικά μοντέλα των τραπεζών. Μπορούσαν να δουν καθαρά ότι αυτά τα επιχειρηματικά μοντέλα δεν θα επιβίωναν από τον συνδυασμό σημαντικών μακροπρόθεσμων αυξήσεων των επιτοκίων και της ξαφνικής φυγής καταθετών. Και παρόλα αυτά, δεν έκαναν τίποτα. Γιατί; Μια εξήγηση θα μπορούσε να είναι ότι απέτυχαν να προβλέψουν την πανικόβλητη μαζική φυγή από μεγάλους-και άρα ανασφάλιστους-καταθέτες; Ίσως. Ωστόσο, ο πραγματικός λόγος που οι κεντρικές τράπεζες δεν έκαναν τίποτα όταν εντόπισαν τα εύθραυστα επιχειρηματικά μοντέλα των τραπεζών υπό την αρμοδιότητά τους είναι ακόμη πιο ανησυχητικός: Ήταν η απάντηση των κεντρικών τραπεζών στο οικονομικό κραχ του 2008 που γέννησε τα εύθραυστα επιχειρηματικά μοντέλα των τραπεζών… Και το ήξεραν!
Η πολιτική των κρατών μετά το 2008, που εφαρμόστηκε ταυτόχρονα στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, της σκληρής λιτότητας για τους πολλούς και του κρατικοδίαιτου σοσιαλισμού για τους τραπεζίτες είχε δύο αποτελέσματα που διαμόρφωσαν τον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό τα τελευταία δεκατέσσερα χρόνια: Πρώτον, δηλητηρίασε τα χρήματα της Δύσης. Πιο συγκεκριμένα, εξασφάλισε ότι δεν υπάρχει πλέον ένα ενιαίο ονομαστικό επιτόκιο (π.χ. ένας αριθμός όπως το 3,6%) ικανό και να αποκαταστήσει την ισορροπία μεταξύ ζήτησης και προσφοράς χρήματος, και ταυτόχρονα να αποτρέψει ένα κύμα τραπεζικών χρεοκοπιών. Δεύτερον, οι δυτικοί τραπεζίτες υπέθεσαν ότι, εάν και όταν ο πληθωρισμός επανεμφανιστεί, οι Κεντρικές Τράπεζες θα αύξαναν τα επιτόκια με το ένα χέρι ενώ θα τις διέσωζαν με το άλλο χέρι – καθώς ήταν γνωστό ότι δεν υπάρχει ενιαίο επιτόκιο που να επιτυγχάνει ταυτόχρονα και σταθερότητα τιμών και σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα. Δηλαδή, αυτό ακριβώς που συμβαίνει τώρα!
Αντιμέτωποι με το σκληρό δίλημμα μεταξύ του περιορισμού του πληθωρισμού και της σωτηρίας των τραπεζών, επιφανείς σχολιαστές απευθύνουν έκκληση στις κεντρικές τράπεζες να κάνουν και τα δύο: να συνεχίσουν να αυξάνουν τα επιτόκια και την ίδια στιγμή να συνεχίζουν την πολιτική σοσιαλισμού για τους τραπεζίτες που ξεκίνησε να εφαρμόζεται μετά το 2008, που είναι η μόνη πολιτική που μπορεί, δεδομένων των συνθηκών, να αποτρέψει ντόμινο τραπεζικών πτωχεύσεων. Αυτή η στρατηγική σύσφιξης της νομισματικής θηλιάς γύρω από το λαιμό της κοινωνίας με παράλληλη διάσωση του τραπεζικού συστήματος είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο οι αρχές μπορούν να εξυπηρετήσουν ταυτόχρονα τα συμφέροντα της τάξης των πιστωτών και των τραπεζών. Είναι επίσης ένας σίγουρος τρόπος για να καταδικαστεί η πλειοψηφία του κόσμου σε άδικη δυστυχία (λόγω υψηλών τιμών και ανεργίας που αμφότερες θα μπορούσαν να αποφευχθούν) και την ίδια στιγμή να στρωθεί ο δρόμος για την επόμενη τραπεζική καταστροφή.
Να μην ξεχνάμε πως γνωρίζαμε από πάντα ότι οι τράπεζες σχεδιάστηκαν για να μην είναι ασφαλείς και ότι, όλες μαζί, αποτελούν ένα τραπεζικό σύστημα εκ γενετής ανίκανο να συμμορφωθεί με τους κανόνες μιας εύρυθμης αγοράς. Το πρόβλημα είναι ότι, μέχρι στιγμής, δεν είχαμε εναλλακτική λύση: οι τράπεζες ήταν το μόνο μέσο διοχέτευσης χρημάτων στους πολίτες, μέσω των ταμείων, των υποκαταστημάτων, των ΑΤΜ κ.λπ. Αυτή η έλλειψη εναλλακτικών λύσεων μετέτρεψε την κοινωνία σε όμηρο ενός δικτύου ιδιωτικών τραπεζών που μονοπώλησε τις λειτουργίες του συστήματος πληρωμών, των αποταμιεύσεων και της πηγής πίστωσης. Ωστόσο, σήμερα, η τεχνολογία μάς προσφέρει μια υπέροχη εναλλακτική.
Φανταστείτε να διαθέτει η Κεντρική Τράπεζα σε όλους ένα δωρεάν «ψηφιακό πορτοφόλι», ουσιαστικά έναν δωρεάν τραπεζικό λογαριασμό με επιτόκιο ίσο με το ημερήσιο επιτόκιο της κεντρικής τράπεζας. Δεδομένου ότι το υφιστάμενο τραπεζικό σύστημα λειτουργεί σαν ένα καρτέλ ενάντια στα συμφέροντα της κοινωνίας, η κεντρική τράπεζα θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιήσει τη σύγχρονη ψηφιακή τεχνολογία που βασίζεται στο ψηφιακό νέφος για να παρέχει δωρεάν ψηφιακές συναλλαγές και αποταμιεύσεις σε όλους, με τα καθαρά της έσοδα να πληρώνουν για βασικά δημόσια αγαθά. Απαλλαγμένοι από τον εξαναγκασμό να κρατούν τα χρήματά τους σε μια ιδιωτική τράπεζα και να πληρώνουν ακριβά για να συναλλάσσονται, χρησιμοποιώντας το σύστημά της, οι πολίτες θα είναι στη συνέχεια ελεύθεροι να επιλέξουν εάν και πότε επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν ιδιωτικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ως μεσάζοντες ρίσκου μεταξύ αποταμιευτών και δανειοληπτών, των οποίων τα χρήματα, ωστόσο, θα είναι εξασφαλισμένα στα λογιστικά βιβλία της Κεντρικής Τράπεζας.
Κάπου εδώ είναι που οι θιασώτες των κρυπτονομισμάτων θα προσποιηθούν ιερά αγανάκτηση, κατηγορώντας με ότι προτείνω μια Κεντρική Τράπεζα – Mεγάλο Αδελφό που θα βλέπει και θα ελέγχει κάθε συναλλαγή μας. Προσπερνάω την εκπληκτική υποκρισία τους, που λίγες μέρες πριν ζητούσαν από την Κεντρική Τράπεζα την άμεση διάσωση των τραπεζιτών της λεSilicon Valley, για να επισημάνω ότι το Υπουργείο Οικονομικών και άλλα όργανα του κράτους έχουν ήδη πρόσβαση σε κάθε συναλλαγή μας. Πράγματι, το απόρρητο θα μπορούσε να διαφυλαχθεί καλύτερα εάν οι συναλλαγές επικεντρώνονταν στα λογιστικά βιβλία της Κεντρικής Τράπεζας υπό την επίβλεψη ενός νομσματικού ΔΙΑΣΚΕΠ, μιας επιτροπής νομισματικής εποπτείας που θα αποτελείται από τυχαία εκλεγμένους πολίτες και εμπειρογνώμονες από ένα ευρύ φάσμα επαγγελμάτων.
Συνοψίζοντας, έχει έρθει η ώρα να φτάσουμε σε ένα αναπόφευκτο συμπέρασμα: το τραπεζικό σύστημα που θεωρούμε δεδομένο δεν επιδέχεται διόρθωση. Αυτά είναι τα κακά νέα. Αλλά υπάρχουν και καλά νέα. Δεν χρειάζεται πλέον να βασιζόμαστε, τουλάχιστον όχι όπως μέχρι και σήμερα, σε κανένα ιδιωτικό, κερδοσκοπικό, αποσταθεροποιητικό δίκτυο τραπεζών. Ήρθε η ώρα να τινάξουμε στον αέρα ένα ανεπίδεκτο διόρθωσης τραπεζικό σύστημα που αποδίδει μόνο για τους ιδιοκτήτες ακινήτων και μετοχών σε βάρος της πλειοψηφίας.
Οι ανθρακωρύχοι ανακάλυψαν με επώδυνο τρόπο ότι η κοινωνία δεν τους οφείλει μόνιμη επιδότηση για να βλάπτουν του πλανήτη. Είναι καιρός και οι τραπεζίτες να κάνουν μια παρόμοια ανακάλυψη».
Το άρθρο αποτελεί απόδοση της μηνιαίας στήλης του Γιάνη Βαρουφάκη στο Project Syndicate με τίτλο «Let the Banks Burn»