«H πιθανότητα μετάδοσης της κρίσης είναι πολύ μικρή σήμερα» εκτιμά ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, αναφερόμενος στις ραγδαίες τραπεζικές εξελίξεις των τελευταίων ημερών και στην εξαγορά της Credit Suisse.
Παράλληλα ο Γιάννης Στουρνάρας θεωρεί ότι «οι αυξήσεις των επιτοκίων έχουν περάσει πλέον στο παρελθόν».
«Πιστεύω ότι είμαστε κοντά στο τέλος του κύκλου αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής. Συνεπώς, για να είμαι ειλικρινής, δεν θεωρώ ότι θα υπάρξει πρόβλημα στο ελληνικό ή στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα» τόνισε μιλώντας στους δημοσιογράφους του CNBC, Geoff Cutmore, Karen Tso και Steve Sedgwick
Αποσπάσματα της συνέντευξης:
Karen Tso: Κύριε Διοικητά, σας ευχαριστούμε πολύ που είστε μαζί μας σήμερα. Να σας ρωτήσω κατ’ αρχάς, με δεδομένες τις ραγδαίες εξελίξεις στη διάρκεια του σαββατοκύριακου, αυτή τη φορά από τις εποπτικές αρχές της Ελβετίας, που οδήγησαν στην εξαγορά της Credit Suisse από την UBS, σήμερα το πρωί εξακολουθούν να υπάρχουν ανησυχίες ότι δεν έχει ακόμη εκλείψει ο κίνδυνος μετάδοσης στο τραπεζικό σύστημα.
Μπορείτε να μας εξηγήσετε σε ποια κατάσταση βρίσκονται κατά τη γνώμη σας οι ευρωπαϊκές τράπεζες, και ειδικότερα ορισμένες από τις ελληνικές τράπεζες που βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα κατά την προηγούμενη κρίση;
Γ. Στουρνάρας: Βεβαίως. Πρώτα-πρώτα καλημέρα και σας ευχαριστώ για την πρόσκληση. Θεωρούμε ιδιαίτερα θετική την άμεση παρέμβαση των ελβετικών αρχών για τη διάσωση της Credit Suisse και την ελαχιστοποίηση της πιθανότητας μετάδοσης.
Πιστεύω ότι το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα διαθέτει επαρκή κεφαλαιακή βάση και επαρκή ρευστότητα. Οι αρμόδιες αρχές είναι πολύ σοφότερες σήμερα από ό,τι ήταν πριν από δέκα χρόνια κατά την προηγούμενη κρίση, συνεπώς είμαστε έτοιμοι, έχουμε όλα τα εργαλεία στη διάθεσή μας ώστε να παρέμβουμε, αν χρειαστεί. Ωστόσο, πιστεύω ότι το τραπεζικό σύστημα στην Ευρώπη βρίσκεται σήμερα σε πολύ καλύτερη κατάσταση και είναι ανθεκτικό.
Karen Tso: Κύριε Διοικητά, μια αιτία για τη μετάδοση στο τραπεζικό σύστημα που παρατηρήθηκε πρόσφατα ήταν εν μέρει οι ζημίες στο χαρτοφυλάκιο ομολόγων. Ήταν σωστή η απόφαση της ΕΚΤ να προχωρήσει σε περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων την περασμένη εβδομάδα, λαμβάνοντας υπόψη πόσο εύθραυστο είναι το χρηματοπιστωτικό σύστημα;
Γ. Στουρνάρας: Με τις καθοδηγητικές ενδείξεις που παρέχουμε, είχαμε γνωστοποιήσει ότι θα γινόταν αύξηση επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης την περασμένη εβδομάδα, και αυτό κάναμε. Για το μέλλον, δεν θα παρέχουμε πλέον καθοδηγητικές ενδείξεις. Στο εξής θα αποφασίζουμε σε κάθε συνεδρίαση με βάση τα εκάστοτε διαθέσιμα στοιχεία.
Geoff Cutmore: Κύριε Διοικητά, επιτρέψτε μου μια παρέμβαση από τη Ζυρίχη, που αποτέλεσε το επίκεντρο των εξελίξεων σχετικά με την Credit Suisse. Είναι ενδιαφέρον ότι, στο πλαίσιο της δημοσιογραφικής αποστολής μας στη Ζυρίχη, ακούσαμε εδώ την Παρασκευή τον κ. De Guindos να κάνει λόγο για την ευπάθεια ορισμένων τραπεζών της ΕΕ στην αύξηση των επιτοκίων. Ήδη, όπως επισημάνατε, οι εποπτικές αρχές και οι κεντρικοί τραπεζίτες ανά τον κόσμο εξέφρασαν τη θετική τους εκτίμηση για την έκβαση της ιστορίας της Credit Suisse, και έτσι τα σχόλια του κ. De Guindos πέρασαν μάλλον απαρατήρητα. Υπάρχουν κάποιες ευπάθειες στο τραπεζικό σύστημα της ΕΕ; Και αν αυτές δεν εντοπίζονται στην Ελλάδα, πού θα πρέπει να τις αναζητήσουμε;
Γ. Στουρνάρας: Όχι, δεν βλέπουμε σημαντικές ευπάθειες. Άρα η πιθανότητα μετάδοσης είναι πολύ μικρή σήμερα. Οι τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες, οι δείκτες ρευστότητας είναι πολύ υψηλοί. Πιστεύω ότι οι αυξήσεις των επιτοκίων έχουν περάσει πλέον στο παρελθόν. Πιστεύω ότι είμαστε κοντά στο τέλος του κύκλου αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής. Συνεπώς, για να είμαι ειλικρινής, δεν θεωρώ ότι θα υπάρξει πρόβλημα στο ελληνικό ή στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα.
Steve Sedgwick: Συγγνώμη, θα ήθελα να κάνω μια αναδρομή στις μέρες που βρισκόμουν στην Πλατεία Συντάγματος, κατά την κορύφωση της κρίσης. Και όχι μόνο εκεί βέβαια, αλλά και οπουδήποτε αλλού. Και το πρόβλημα είναι ότι το δημόσιο χρέος είναι σήμερα μεγαλύτερο από ό,τι στην κορύφωση της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης. Έτσι έχουμε στενότερους δεσμούς μεταξύ των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, των ανεξάρτητων τραπεζών και του κράτους. Αυτός ο φαύλος κύκλος (doom loop) για τον οποίο μιλούσαμε τόσο πολύ τότε, πριν από όλα αυτά τα χρόνια, καλά κρατεί. Και το πρόβλημα είναι, αν ανατρέξουμε στη ρίζα του, το υπέρογκο δημόσιο χρέος. Υπερβολικά μεγάλο μέρος αυτού του χρέους το κατέχουν οι τράπεζες, οι οποίες έτσι έχουν πολύ στενή σχέση με το κράτος. Ως εκ τούτου, παραμένουμε ευάλωτοι για άλλη μια φορά σε μελλοντικές κρίσεις;
Γ. Στουρνάρας: Ναι, υπάρχει δημόσιο χρέος, αλλά οι τράπεζες είναι πολύ ισχυρότερες σήμερα. Έχουν τριπλάσια κεφάλαια από αυτά που είχαν τότε. Έχουν καλύτερους δείκτες ρευστότητας και επίσης οι εποπτικές αρχές είναι πολύ πιο σοφές σήμερα. Οι ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress tests) δεν έδειξαν προβλήματα στις ευρωπαϊκές τράπεζες. Συνεπώς, η πιθανότητα να υπάρξει πρόβλημα είναι πολύ μικρή.
Steve Sedgwick: Ακούσαμε προηγουμένως ένα πολύ ενδιαφέρον σχόλιο από έναν καλεσμένο μας, ο οποίος τόνισε την ανάγκη, την επείγουσα, ίσως και απεγνωσμένη, ανάγκη της Ευρώπης να συνειδητοποιήσει επιτέλους ότι έχουμε πάρα πολλές τράπεζες, πάρα πολλές μικρές τράπεζες και όχι αρκετά ιδρύματα μεγαλύτερου μεγέθους που να μπορούν να αντέξουν σε κλονισμούς. Πιστεύετε ότι τα γεγονότα που συνέβησαν τις τελευταίες εβδομάδες, και που συνεχίζονται βεβαίως, θα δράσουν καταλυτικά για αυξημένες συγχωνεύσεις και εξαγορές τραπεζών; Θα θέλατε να δείτε λιγότερες αλλά καλύτερες τράπεζες;
Γ. Στουρνάρας: Δεν εμποδίζουμε τις συγχωνεύσεις τραπεζών στην Ευρώπη. Θεωρούμε ευπρόσδεκτες τέτοιες κινήσεις, εφόσον υπάρχει μια εμπορική ευκαιρία, και μην ξεχνάτε ότι στην Ευρώπη οι μικρές τράπεζες και οι μεγάλες τράπεζες αντιμετωπίζουν λίγο-πολύ τις ίδιες εποπτικές παραμέτρους. Επομένως, δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ των μεγάλων και των μικρών τραπεζών.
Geoff Cutmore: Επιτρέψτε μου να σας κάνω μια λίγο διαφορετική ερώτηση. Όπως προβλέπει αυτή η συμφωνία διάσωσης, τελικά οι κάτοχοι μετατρέψιμων ομολογιών CoCos, οι οποίες αποτελούν επιπρόσθετα κεφαλαιακά μέσα Κατηγορίας 1 (additional Tier 1), θα χάσουν όλα τα χρήματά τους, ενώ ορισμένοι από όσους έχουν επενδύσει σε μετοχές θα πάρουν μέρος των χρημάτων τους πίσω σε αυτό το στάδιο.
Δεδομένου ότι αυτά τα συγκεκριμένα μέσα δημιουργήθηκαν στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 για να λειτουργήσουν ως μια μορφή στήριξης της ρευστότητας των τραπεζών, πιστεύετε ότι αυτό θα αποτελέσει ένα επικίνδυνο προηγούμενο; Δηλαδή ότι οι κάτοχοι αυτού του τμήματος της κεφαλαιακής διάρθρωσης οποιασδήποτε τράπεζας είναι πιο ευάλωτοι από τους μετόχους; Μήπως αυτό σημαίνει ότι θα δούμε αυξημένη απροθυμία των επενδυτών να κατέχουν αυτό το μέρος της δομής χρηματοδότησης των τραπεζών;
Γ. Στουρνάρας: Θεωρώ ότι αυτό που συνέβη ήταν μια εμπορική συμφωνία στην Ελβετία. Δεν ήταν εξυγίανση. Επομένως πρέπει να υπάρχει κάποιος λόγος για τον οποίο οι ελβετικές αρχές αντέστρεψαν τη σειρά επιμερισμού των ζημιών. Κατά την άποψή μου, και αυτή είναι απλώς η άποψη ενός εξωτερικού παρατηρητή, αυτό που πρυτάνευσε στην προκειμένη περίπτωση ήταν το γενικότερο όφελος, το κοινό όφελος, και έπρεπε να συνάψουν μια συμφωνία, κάτι που έκαναν με επιτυχία. Και αυτό το θεωρήσαμε ευπρόσδεκτο.