Το περιβάλλον που διαμορφώνεται μετά τη συμφωνία UBS – Credit Suisse ανέλυσε ο καθηγητής Οικονομικών και τέως πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, Χαράλαμπος Γκότσης μιλώντας στο κανάλι της Ναυτεμπορικής και συγκεκριμένα στην εκπομπή «Newsroom» με τον Μιχάλη Ψύλο.
Ερωτηθείς για την εικόνα που επικρατεί στις αγορές σημείωσε πως το ότι «θα είχαμε μία συνέχιση της προηγούμενης εβδομάδας σε ηπιότερο ρυθμό το είχαμε σχεδόν προβλέψει όλοι, για τον λόγο ότι δεν πρόκειται για μία μικρή αγορά». «Η ελβετική αγορά είναι η καρδιά του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ευρώπης» σημείωσε προσθέτοντας πως «τίθενται εν αμφιβόλω εργαλεία και τίτλοι που ήταν υπεράνω πάσης υποψίας τα προηγούμενα χρόνια, όπως είναι τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα τα οποία είχε στην κατοχή της η SVB, που χρεοκόπησε και τώρα τα ομόλογα που συνήθως στους επενδυτές θεωρούνται πιο ασφαλή από τις μετοχές».
Ο κ. Γκότσης επεσήμανε πως αυτό που έχει σημασία «είναι να δούμε αν τελικά οι χειρισμοί που έγιναν ήταν οι σωστοί και κατά πόσο αυτό θα διασφαλίσει μία πιο ήρεμη προοπτική για το μέλλον».
Για το αν μπορεί η συμφωνία να αποτρέψει μία νέα τραπεζική κρίση εμφανίστηκε επιφυλακτικός. «Αυτό δεν θα το απαντούσε κανένας οικονομολόγος και κανένας αναλυτής. Η αγορά είναι ένας ζων οργανισμός και κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να προκύψει» είπε προσθέτοντας πως το δίδαγμα που πήραμε είναι «μόνο με ποσοτικά, νομισματικά μέσα δεν μπορούν να λυθούν τα πάντα».
Όπως είπε, «ο παράγων που κυριαρχεί αυτή τη στιγμή είναι ο ψυχολογικός και ένα μεγάλο ερωτηματικό σε θέματα εμπιστοσύνης απέναντι στην καρδιά του τραπεζικού συστήματος στην Ελβετία».
Σε ό,τι αφορά τις αυξήσεις επιτοκίων από FED και ΕΚΤ παρατήρησε πως έγιναν «χωρίς προετοιμασία». «Θα έπρεπε να υπάρξει μία προετοιμασία από πλευράς τραπεζών και μία σύσταση από τις εποπτικές αρχές να λάβουν υπόψη στη σύσταση του χαρτοφυλακίου τα νέα δεδομένα» εξήγησε.
Τόνισε ακόμη ότι πιο σημαντική είναι «η χρηματοπιστωτική ευστάθεια στην οποία τουλάχιστον οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να δώσουν ένα μήνυμα ότι τη λαμβάνουν υπόψη και ότι θα τους απασχολήσει το θέμα στο μέλλον».
Σε ό,τι αφορά οι ελληνικές τράπεζες παρατήρησε πως «δεν έχουν προβλήματα, είναι σημαντικά κεφαλαιοποιημένες, έχουν κερδοφορία και έχουν απαλλαγεί από τα κόκκινα δάνεια».
Ανέφερε τέλος πως «η απαίτηση συνεχώς από τις αγορές – και από τις τράπεζες ακόμη – για χαλάρωση των εποπτικών κανόνων δείχνει για μία ακόμη φορά ότι είναι λανθασμένη. «Οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να ενσκήψουν (…) θα πρέπει να δούμε τελικά και στην Ευρώπη, η οποία ούτως ή άλλως διαθέτει ένα πολύ καλύτερο οπλοστάσιο να μην αφήνουμε τέτοια κενά που μπορεί να δημιουργήσουν προβλήματα» συμπλήρωσε.