Η κεφαλαιαγορά είναι η κινητήριος δύναμη για όλες τις σύγχρονες οικονομίες, επισημαίνει στη «Ν» η Andreea Moraru, επικφαλής της EBRD για Ελλάδα και Κύπρο, επισημαίνοντας πως με την ανάπτυξή της οι ελληνικές επιχειρήσεις θα έχουν μία σοβαρή εναλλακτική πηγή μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης. Η EBRD έχει επενδύσει 1,5 δισ. ευρώ σε project κεφαλαιαγοράς στη χώρα μας και εργάστηκε για την ανάπτυξη της Στρατηγικής για την Ενίσχυση της Κεφαλαιαγοράς στην Ελλάδα μαζί με το Υπουργείο Οικονομικών και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η κ. Moraru αποδίδει τα εύσημα στην Ελλάδα για τα βήματα, που την έχουν καταστήσει έναν πιο ελκυστικό επενδυτικό προορισμό. Ωστόσο υπογραμμίζει πως ο τομέας της διακυβέρνησης παραμένει ένα αδύναμο σημείο για τη χώρα, ενώ απαιτείται πρόοδος σε τομείς όπως η δημόσια διοίκηση και οι δικαστικές μεταρρυθμίσεις.
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη:
Η EBRD υποβάθμισε πρόσφατα τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη της Ελλάδας φέτος και το επόμενο έτος. Ωστόσο, παραμένει πιο αισιόδοξη από άλλα όργανα, όπως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σε αυτό το πολύ ασταθές και δύσκολο παγκόσμιο περιβάλλον, ποιοι είναι οι παράγοντες που στηρίζουν την ελληνική οικονομία;
Οι προοπτικές της Ελλάδας για οικονομική ανάπτυξη είναι ευνοϊκές βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα, παρά το δύσκολο παγκόσμιο περιβάλλον.
Η χώρα εξακολουθεί να έχει σημαντικές δυνατότητες ανάκαμψης μετά την παρατεταμένη κρίση της περιόδου 2009-2016. Οι διαδοχικές μεταρρυθμίσεις που εισήχθησαν στο πλαίσιο των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής και κατά την περίοδο ενισχυμένης εποπτείας κατά το μεταπρογραμματικό πλαίσιο, σταθεροποίησαν τη μακροοικονομική κατάσταση και μεταμόρφωσαν το συνολικό επιχειρηματικό περιβάλλον, καθιστώντας την Ελλάδα έναν πολύ πιο ευνοϊκό επενδυτικό προορισμό συγκριτικά με πριν.
Οι αρχές έσπευσαν να υιοθετήσουν και να εφαρμόσουν ένα συνεκτικό σχέδιο για τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και τα έργα που ήδη παρουσιάζονται ή είναι προς σχεδιασμό βάσει αυτού του σχεδίου θα συνεχίσουν να τονώνουν την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Πόσο σημαντική είναι η ενίσχυση και η ανάπτυξη της κεφαλαιαγοράς για τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας; Τι θα σήμαινε πρακτικά για τις εταιρείες της χώρας;
Στην EBRD βλέπουμε τις κεφαλαιαγορές ως την κινητήριο δύναμη των σύγχρονων οικονομιών προκειμένου να κινητοποιήσουν κεφάλαια για οικονομική ανάπτυξη, αυξάνοντας παράλληλα τη διαφάνεια.
Μια καλά λειτουργούσα κεφαλαιαγορά βοηθά τις εταιρείες να αντλήσουν χρηματοδότηση και να βρουν επενδυτές για να επιτύχουν καλύτερες αποδόσεις και, ως εκ τούτου, αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την οικονομική ανάπτυξη, τη δημιουργία πλούτου και την απασχόληση.
Η αξιοποίηση των κεφαλαιαγορών και μιας σειράς διαφορετικών μέσων κεφαλαιαγοράς είναι κρίσιμη για την κινητοποίηση πρόσθετων κεφαλαίων προς τη βιώσιμη ανάπτυξη, όπως τονίζεται στη Στρατηγική για την Ενίσχυση της Κεφαλαιαγοράς στην Ελλάδα. Με άλλα λόγια, οι ελληνικές επιχειρήσεις θα έχουν μια εναλλακτική πηγή μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης, μη εξαρτώμενη από τραπεζική χρηματοδότηση.
Περισσότερες ευκαιρίες για χρηματοδότηση σημαίνει περισσότερες ευκαιρίες για ανάπτυξη και υποστήριξη της πραγματικής οικονομίας.
Ως EBRD, έχουμε επενδύσει μέχρι σήμερα στη χώρα κοντά στα 6,5 δις ευρώ, με 1,5 δις ευρώ – δηλαδή το 24% της συνολικής μας δραστηριότητας – να αντιστοιχεί σε projects κεφαλαιαγοράς και να αποδεικνύει την ισχυρή μας υποστήριξη και προτεραιοποίηση για αυτόν τον τομέα, που βρίσκεται στον πυρήνα της στρατηγικής μας για τη χώρα από την αρχή.
Η Τράπεζα έχει χρησιμοποιήσει μέχρι στιγμής ποσά ύψους 670 εκατ. ευρώ για την υποστήριξη εκδόσεων εταιρικών ομολόγων και 502 εκατ. ευρώ για συμμετοχή σε ομόλογα που προέρχονται από ελληνικές τράπεζες, ενώ άλλα 360 εκατ. ευρώ έχουν επενδυθεί σε εισηγμένες εταιρείες.
Είμαστε πολύ χαρούμενοι που είδαμε τα τελευταία δύο χρόνια ένα έντονο ενδιαφέρον από εταιρείες για πράσινα και συνδεδεμένα με ρήτρα αειφορίας προϊόντα , που προσελκύουν επενδυτές με θετικό περιβαλλοντικό και κοινωνικό αποτύπωμα (impact investors) στην Ελλάδα.
Πώς αξιολογείτε τα μέχρι τώρα βήματα της Ελλάδας προς αυτόν τον στόχο; Ποια είναι τα επόμενα βήματα που είναι κρίσιμο να κάνει η χώρα;
Η Ελλάδα έχει μια από τις πιο ανεπτυγμένες κεφαλαιαγορές μεταξύ των οικονομιών στις οποίες επενδύει η EBRD. Είναι μια προηγμένη αγορά σύμφωνα με τα περισσότερα κριτήρια.
Είμαστε πολύ χαρούμενοι που εργαστήκαμε για την ανάπτυξη της Στρατηγικής για την Ενίσχυση της Κεφαλαιαγοράς στην Ελλάδα μαζί με το Υπουργείο Οικονομικών και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Στρατηγική αυτή σηματοδοτεί ένα ορόσημο για την ανάπτυξη της ελληνικής κεφαλαιαγοράς. Είναι το αποτέλεσμα μακροχρόνιων προσπαθειών και έχει υποστηριχθεί από πολλούς εμπλεκόμενους φορείς, συμπεριλαμβανομένων ενδεικτικά, του Χρηματιστηρίου Αθηνών και της Ελληνικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Η ολοκλήρωση της Στρατηγικής συμπίπτει με την τρέχουσα μεγάλη δυναμική και το ευνοϊκό περιβάλλον για τις ελληνικές κεφαλαιαγορές, η ανάκαμψη των οποίων ξεκίνησε σιγά-σιγά όταν η Ελλάδα έγινε χώρα λειτουργίας της EBRD, στα τέλη του 2015.
Έκτοτε, και παρά τις προκλήσεις που έθεσαν οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, η μετα-πανδημική περίοδος, ο πόλεμος στην Ουκρανία καθώς και άλλες αναταραχές, οι ελληνικές κεφαλαιαγορές έχουν επιτύχει σημαντικά ορόσημα.
Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, οι αρμόδιες αρχές αλλά και οι ρυθμιστικές αρχές, οι εκδότες και οι επενδυτές, θα πρέπει να είναι περήφανοι για: την αναζωογονημένη αγορά εισηγμένων μετοχών, η οποία έχει ανανεωθεί επί του παρόντος σε επίπεδα που παρατηρήθηκαν τελευταία φορά σχεδόν μια δεκαετία πριν, τη δημιουργία μιας νέας τοπικής αγοράς χρεογράφων με 25 εκδόσεις εταιρικών ομολόγων μέχρι σήμερα, την επιστροφή των ελληνικών τραπεζών στις διεθνείς αγορές ομολόγων με επιτυχημένες εκδόσεις διαφόρων μέσων κεφαλαιαγοράς (που αποτελούν προϋπόθεση για τη σωστή λειτουργία του τραπεζικού συστήματος), καθώς και την επαναλαμβανόμενη παρουσία ελληνικών επιχειρήσεων στην αγορά ευρωομολόγων, συμπεριλαμβανομένων των εκδοτών για πρώτη φορά.
Πιστεύετε ότι πρέπει να περιμένουμε σημαντική πρόοδο προς τον στόχο της ΕΕ για μια ένωση κεφαλαιαγορών; Πόσο σημαντική θα ήταν η δημιουργία μιας πραγματικά ενιαίας αγοράς κεφαλαίων σε ολόκληρη την ΕΕ για μια μικρή αγορά, όπως η Ελλάδα;
Από το 2015 και μετά, όταν εγκρίθηκε το πρώτο Σχέδιο Δράσης για την Ένωση Κεφαλαιαγορών (CMU), έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος. Είμαστε περήφανοι ως EBRD που συμβάλαμε σε αυτές τις προσπάθειες.
Μαζί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η EBRD έχει υλοποιήσει περισσότερα από 30 έργα τεχνικής υποστήριξης στον τομέα της ανάπτυξης των κεφαλαιαγορών σε 10 κράτη μέλη της ΕΕ (χρηματοδοτούμενα από τη Γενική Διεύθυνση Στήριξης Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής – ΓΔ REFORM).
Υποστηρίζουμε επίσης ενεργά το νέο Σχέδιο Δράσης CMU που εγκρίθηκε το 2020 προκειμένου να επιταχυνθεί η επίτευξη προόδου, όπου εξακολουθούν να υπάρχουν εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων. Οι ολοκληρωμένες κεφαλαιαγορές είναι ζωτικής σημασίας για το μέλλον της ΕΕ, όχι μόνο για την υποστήριξη της ανάκαμψης από την πανδημία, αλλά και για τη στήριξη της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης.
Είμαστε βέβαιοι ότι η ελληνική στρατηγική έχει να παίξει σημαντικό ρόλο σε μια πραγματικά ισχυρή πανευρωπαϊκή Ένωση Κεφαλαιαγορών (CMU).
Η EBRD δίνει μέσω των επενδύσεών της ψήφο εμπιστοσύνης στην Ελλάδα εδώ και οκτώ χρόνια. Στο διάστημα που είστε παρόντες στη χώρα, πόσο έχει αλλάξει το επενδυτικό περιβάλλον; Σε ποιο βαθμό παράγοντες όπως η γραφειοκρατία, η λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, η ταχύτητα του δικαστικού συστήματος διευκολύνουν ή εμποδίζουν το έργο της EBRD σήμερα;
Το επενδυτικό περιβάλλον στην Ελλάδα έχει αλλάξει πολύ από τότε που ξεκινήσαμε να επενδύουμε στη χώρα πριν από οκτώ χρόνια.
Η Ελλάδα έχει βγει από τη διαδικασία ενισχυμένης εποπτείας της ΕΕ και έχει εφαρμόσει αποτελεσματικά βασικές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της οικονομίας.
Όπως ανέφερα και προηγουμένως, μέχρι στιγμής έχει σημειωθεί καλή πρόοδος στο Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ελλάδας, το οποίο η EBRD επίσης υποστηρίζει με ένα πρόγραμμα ύψους 1 δισεκατομμυρίου ευρώ.
Τα φιλόδοξα σχέδια μετριασμού της κλιματικής αλλαγής προχωρούν, αλλά η παγκόσμια ενεργειακή κρίση προκαλεί καθυστερήσεις. Η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) της Ελλάδας παραμένει σε καλό δρόμο και τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνουν απότομη πτώση κατά το περασμένο έτος στην αναλογία των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) προς τα συνολικά ανοίγματα.
Όλα αυτά έχουν συμβάλει σημαντικά στη βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος στη χώρα και έχουν προσελκύσει περισσότερους επενδυτές.
Ωστόσο, ο τομέας της διακυβέρνησης παραμένει ένα αδύναμο σημείο για την Ελλάδα σε σύγκριση με άλλα κράτη μέλη στην ΕΕ και απαιτείται περαιτέρω πρόοδος σε τομείς όπως η δημόσια διοίκηση και οι δικαστικές μεταρρυθμίσεις.
Οι μεταρρυθμίσεις στη διακυβέρνηση πρέπει να επιταχυνθούν. Τα σχέδια ψηφιακής μετάβασης της κυβέρνησης έχουν ήδη κάνει διαφορά και πιθανώς να επιταχύνουν περαιτέρω την εφαρμογή αυτών των μεταρρυθμίσεων.
Αν δίνατε μόνο μία συμβουλή στην Ελλάδα, ποια θα ήταν αυτή;
Εάν επέλεγα μόνο μία, αυτή θα ήταν να συνεχίσει να προωθεί την πράσινη ατζέντα. Η κλιματική αλλαγή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση της εποχής μας και θα πρέπει να συνεχίσουμε να την καταπολεμούμε χρησιμοποιώντας όλα τα διαθέσιμα μέσα.
Η Ελλάδα είναι μια χώρα με τεράστιες δυνατότητες και χαίρομαι που βλέπω ότι η πράσινη μετάβαση βρίσκεται πολύ ψηλά στην ατζέντα της ελληνικής κυβέρνησης. Αυτό ισχύει και για την EBRD. Είμαστε πρόθυμοι να στηρίξουμε τη χώρα, καθώς και όλες τις χώρες μας, σε αυτόν τον τομέα, αφιερώνοντας πάνω από το 50% των συνολικών επενδύσεών μας σε έργα με περιβαλλοντικά οφέλη.
Η πρόσφατη απόφαση να αυξηθεί η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνιτωρυχεία ως αποτέλεσμα της ενεργειακής κρίσης λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, ήταν ένα απαραίτητο βήμα και πολλές χώρες προχώρησαν σε παρόμοιες ενέργειες. Ωστόσο, υπογραμμίζει ταυτόχρονα την ανάγκη να συνεχιστούν δυναμικά οι μεταρρυθμίσεις στον ενεργειακό τομέα, συμπεριλαμβανομένης της επιτάχυνσης των αδειοδοτήσεων για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και της προσέλκυσης νέων επενδύσεων στον τομέα αυτό.
Οποιαδήποτε οπισθοδρόμηση στη φιλόδοξη πράσινη ατζέντα θα πρέπει να είναι αυστηρά χρονικά περιορισμένη για την κάλυψη επειγουσών ενεργειακών αναγκών.