Skip to main content

Αύριο οι «αποκαλύψεις» για το ΑΕΠ

Η τελική απόφαση για την απεικόνιση των επιδοτήσεων δεν αποτελεί μόνο «τυπική» εκκρεμότητα, αλλά και ουσιαστική.

Αποκαλυπτήρια αύριο για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το 2022, καθώς η Ελληνική Στατιστική Αρχή δημοσιεύει τα στοιχεία του ΑΕΠ για το δ’ τρίμηνο, αλλά και για το σύνολο της περσινής χρονιάς. Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται όχι μόνο στο τελικό ποσοστό της ανάπτυξης, αλλά και στον τελικό τρόπο μεταχείρισης των επιδοτήσεων για τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος. Αναθεώρηση της μεθόδου που υιοθετήθηκε μέχρι τώρα θα φέρει υψηλότερο ποσοστό ανάπτυξης και για το 2022 -ποσοστό πιθανότατα μεγαλύτερο από το 5,5% για το σύνολο του έτους-, αλλά και για το τρέχον έτος.

Η τελική απόφαση για την απεικόνιση των επιδοτήσεων δεν αποτελεί μόνο «τυπική» εκκρεμότητα, αλλά και ουσιαστική. Το 2022 ήταν χρονιά με ένα πρωτόγνωρο χαρακτηριστικό. Οι επιδοτήσεις για το ηλεκτρικό ρεύμα ξεπέρασαν ήδη από το 9μηνο τα 8,15 δισ. ευρώ, ενώ για το σύνολο του έτους θα ανέλθουν σε πάνω από 12 δισ. ευρώ, όπως θα φανεί και από τα αυριανά στοιχεία. Το βασικό ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί αύριο είναι το εξής: αν αυτό το πολύ μεγάλο ποσό πρέπει να αφαιρεθεί από το ΑΕΠ, καθώς αυτό ορίζει και η προσέγγιση του ΑΕΠ βάσει της παραγωγής, αλλά και η προσέγγιση βάσει του εισοδήματος. Επειδή όμως εδώ δεν μιλάμε για «καθαρές» επιδοτήσεις που δόθηκαν από το κράτος αλλά για μεταφορά ποσού από τις εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας στο κράτος και από το κράτος στους καταναλωτές, το ερώτημα που έχει μπει (και θα απαντηθεί αύριο) είναι αν θα πρέπει τα χρήματα που πλήρωσαν οι εταιρείες στο κράτος (ουσιαστικά στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης) να προσμετρηθούν στα έσοδα, άρα και στο ΑΕΠ. Σε μια τέτοια περίπτωση θα μιλάμε για αλλαγή σκηνικού, καθώς ειδικά στο τρίτο τρίμηνο του 2022 οι επιδοτήσεις στέρησαν 4,127 δισ. ευρώ (με βάση την προσέγγιση του εισοδήματος) και περιόρισαν το τριμηνιαίο ποσοστό ανάπτυξης στο 2,8%.

Το ενδιαφέρον εστιάζεται στο τελικό ποσοστό της πραγματικής ανάπτυξης -έχει προϋπολογιστεί ποσοστό της τάξεως του 5,5%, κάτι που αποτυπώθηκε και στο τελικό ποσοστό αύξησης των συντάξεων-, αλλά και στο ονομαστικό ύψος του ΑΕΠ, το οποίο έχει εκτιμηθεί στην περιοχή των 210 δισ. ευρώ. Αν προκύψει μεγαλύτερο ΑΕΠ -τόσο σε πραγματικούς όσους και σε ονομαστικούς όρους αυτομάτως θα έχουμε και «διόρθωση» της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ σε επίπεδα χαμηλότερα του 170%, εξέλιξη σημαντική εν όψει και του εαρινού κύκλου αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας, ο οποίος ήδη άνοιξε από την Παρασκευή.

Οι οίκοι αξιολόγησης

Το βράδυ της Παρασκευής η γερμανική Scope άνοιξε τον εαρινό κύκλο αξιολογήσεων της ελληνικής οικονομίας από το σύνολο των ξένων οίκων. Μέσα στην εβδομάδα, η σκυτάλη πηγαίνει στην DBRS, η οποία θα δημοσιεύσει την έκθεσή της στις 10 Μαρτίου, ενώ θα ακολουθήσουν η Moody’s στις 17 Μαρτίου, η Standard and Poor’s στις 21/04 -μάλιστα η συγκεκριμένη ημερομηνία έχει «σημαδευτεί» σε πολλά ημερολόγια για πιθανή ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας-, ενώ ο κύκλος θα κλείσει στις 9 Ιουνίου με τον οίκο Fitch.

H Scope Ratings έπραξε αυτό που αναμενόταν. Διατήρησε τη βαθμολογία της χώρας αμετάβλητη στο «ΒΒ+», εξακολουθώντας να χαρακτηρίζει ως θετικές τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Το ίδιο αναμένεται να συμβεί μέσα στην εβδομάδα -εκτός συνταρακτικού απροόπτουκαι με την DBRS, η οποία από τον Σεπτέμβριο έχει φέρει και αυτή την Ελλάδα σε απόσταση… βολής από την επενδυτική βαθμίδα, με «ΒΒ» (High) και σταθερές προοπτικές. Η Moody’s παραμένει ο πιο «αυστηρός» μέχρι τώρα κριτής, καθώς από τον Σεπτέμβριο του 2022 έχει μείνει στο «Βα3» -βαθμολογία τρεις κλίμακες χαμηλότερη από την επενδυτική-, η οποία μάλιστα έχει χαρακτηρίσει και τις προοπτικές ως θετικές. Ακριβώς λόγω της μεγάλης απόστασης που χωρίζει τον οίκο Moody’s, στις 17 Μαρτίου μπορούν να προκύψουν καλά νέα για την Ελλάδα, ειδικά αν έχει μεσολαβήσει και η ανακοίνωση θετικών στοιχείων από το «μέτωπο» του ΑΕΠ.

Η πιο κρίσιμη ημερομηνία της άνοιξης φαίνεται ότι θα είναι η 21η Απριλίου. Το αν μέχρι τότε θα έχουν γίνει οι βουλευτικές εκλογές ή όχι, προφανώς και είναι ένα κρίσιμο στοιχείο, καθώς ο παράγων «πολιτική αβεβαιότητα» επηρεάζει την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας. Ειδικά μάλιστα μετά το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη πολλαπλασιάστηκε η αβεβαιότητα, έγινε πιο έντονη, τόσο για τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών όσο και για το αποτέλεσμά τους. Η Standard and Poors θα δημοσιεύσει πάντως την έκθεσή της, ενώ θα υπάρχει πλήρης εικόνα για την πορεία της ελληνικής οικονομίας όχι μόνο κατά το 2022 αλλά και κατά το πρώτο τρίμηνο του 2023, για την πορεία του πληθωρισμού και της ενεργειακής κρίσης και σε μεγάλο βαθμό και για τις πολιτικές εξελίξεις. Γι’ αυτό και αν υπάρξουν θετικές εξελίξεις, είναι πιθανό να έχουμε την πολυπόθητη αναβάθμιση (υπενθυμίζεται ότι και ένας από τους οίκους που αναγνωρίζονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να δώσει επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα, ο στόχος θεωρείται ότι έχει επιτευχθεί). Από εκεί και πέρα, η έκθεση του οίκου Fitch τον Ιούνιο θα συμπληρώσει τον «αερινό γύρο». Και η Fitch μας έχει σε απόσταση βολής μετά την πρόσφατη αναβάθμιση του Ιανουαρίου.

To φθινόπωρο

Εάν ο εαρινός κύκλος κλείσει χωρίς την επίτευξη του στόχου, τότε θα μεταφερθούμε χρονικά στο φθινόπωρο. Η DBRS είναι προγραμματισμένο να βγάλει την επόμενη έκθεσή της στις 8 Σεπτεμβρίου, η Moody’s στις 15/09, η S&P στις 20 Οκτωβρίου και ο οίκος Fitch την 1η Δεκεμβρίου.