Το πληθωριστικό κύμα σαρώνει την κατανάλωση φρέσκων οπωροκηπευτικών. Μολονότι η πανδημία ανέδειξε την τάση για πιο ισορροπημένη διατροφή, το κόστος ενέργειας και ο πληθωρισμός στο ράφι φρενάρουν τις δαπάνες για φρούτα και λαχανικά.
Σύμφωνα με την ένωση των παραγωγών φρέσκων φρούτων και λαχανικών Freshfel, η κατά κεφαλήν κατανάλωση φρούτων και λαχανικών ανήλθε σε 364 γραμμάρια ανά ημέρα στην Ευρώπη το 2021, ενώ οι εκτιμήσεις για το 2022 κάνουν λόγο για τουλάχιστον 10% μείωση, ήτοι περί τα 327 γραμμάρια. Οι επιδόσεις του 2021 κινούνται κατά 9% κάτω από την ελάχιστη σύσταση κατανάλωσης των 400 γραμμαρίων που προτείνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, και πλέον το ποσοστό αυτό διευρύνεται σημαντικά το 2022 σε περίπου 18%.
Μάλιστα, η Freshfel επισημαίνει ότι οι νεότερες γενιές -από τους millenials και μετά- καταναλώνουν σημαντικά περιορισμένες ποσότητες.
Οι επιλογές των νέων
Οι διατροφικές επιλογές των νέων, σε συνδυασμό με την κρίση κόστους διαβίωσης αναμένεται να επηρεάσουν εκ νέου την κατανάλωση των φρέσκων οπωροκηπευτικών.
«Οι καταναλωτές έχουν μια βασική λανθασμένη αντίληψη σχετικά με τις τιμές των φρούτων και των λαχανικών στο ράφι των σούπερ μάρκετ», σχολιάζει ο Philippe Binard, γενικός αντιπρόσωπος της Freshfel, προσθέτοντας ότι «σε σύγκριση με άλλες κατηγορίες τροφίμων, οι τιμές στον τομέα των οπωροκηπευτικών αυξήθηκαν λιγότερο από ό,τι σε άλλες κατηγορίες και χαμηλότερα από το μέσο ποσοστό πληθωρισμού. Μια διατροφή με 5 μερίδες την ημέρα ή το μισό πιάτο με φρούτα και λαχανικά μπορεί να επιτευχθεί με 1 ή 2 ευρώ ανά άτομο την ημέρα».
Σε αυτό το πλαίσιο η Freshfel εκτιμά ότι θα πρέπει να υπάρξει μια πιο αποτελεσματική στρατηγική προώθησης που να απευθύνεται στους νεότερους καταναλωτές, καθώς επίσης και να εντατικοποιηθούν οι προσπάθειες για την ανάδειξη στην καταναλωτική συνείδηση των πλεονεκτημάτων των φρέσκων προϊόντων.
Στην Ελλάδα, το 2022 σε επίπεδο τιμών η μέση ανατίμηση στα φρούτα και λαχανικά κυμάνθηκε στο 20%-25% σε σχέση με το 2021, ενώ οι εισαγωγές νωπών φρούτων και λαχανικών στην ελληνική αγορά ήταν αυξημένες κατά 15% σε αξία και κατά 2,9% σε όγκο σε σύγκριση με το 2021, καθώς ανήλθαν σε 729,4 χιλιάδες τόνους με αξία 714,1 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με την INCOFRUIT HELLAS η εισαγωγή λαχανικών αυξήθηκε στους 387 χιλιάδες τόνους (+11,3%) αξίας 306,03 εκατ. ευρώ, κατά 29,9% περισσότερα από το 2021. Από την άλλη, οι εισαγωγές φρούτων το 2022 ήταν μεν μειωμένες κατά 5,2%, συνολικά στους 342,4 χιλιάδες τόνους, αλλά αυξημένες κατά 5,9% σε αξία στα 385,3 εκατ. ευρώ. Στα προϊόντα που «πρωταγωνίστησαν», βάσει των ίδιων στοιχείων, οι εισαγωγές πατάτας αντιπροσώπευαν το 52,9% του συνόλου των λαχανικών που αγοράζονται από το εξωτερικό.
Οι πρώτοι στην Ευρώπη
Με βάση τα στοιχεία της Eurostat (αφορούν το 2020) οι δέκα αγορές με τη μεγαλύτερη κατανάλωση φρέσκων οπωροκηπευτικών είναι: Βέλγιο, Πορτογαλία, Βρετανία, Ιταλία, Ισπανία, Σλοβενία, Κροατία, Ελλάδα, Νορβηγία και Αυστρία. Σε ό,τι αφορά τις χώρες στις οποίες η κατανάλωση φρούτων και λαχανικών είναι χαμηλότερη είναι η Ρουμανία, όπου το 65,1% του πληθυσμού δηλώνει ότι δεν καταναλώνει καθόλου φρούτα και λαχανικά καθημερινά.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, περίπου το 69,8% των καταναλωτών καταναλώνει τουλάχιστον μία μερίδα φρούτων και λαχανικών την ημέρα. Η πλειοψηφία (62,1%) καταναλώνει μεταξύ μίας και τεσσάρων μερίδων, ενώ το 7,7% τρώει πέντε ή περισσότερες μερίδες.