Skip to main content

H 10αδα των ανατροπών στο φορολογικό τοπίο της χώρας

Πώς ο πληθωρισμός και η ανάπτυξη μεταβάλλουν τη σύνθεση των εσόδων

O πληθωρισμός και η αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ αλλάζουν τον φορολογικό χάρτη της χώρας. Η αναλογία των έμμεσων φόρων στο σύνολο των φορολογικών εσόδων θα φτάσει το 2023 στα υψηλότερα επίπεδα όλων των εποχών, οι μισθωτοί θα δουν την παρακράτηση του φόρου εισοδήματος να αυξάνεται με μεγαλύτερη… ταχύτητα από τις ονομαστικές αποδοχές, ενώ για πρώτη φορά -από τον Απρίλιο και μετά οι απασχολούμενοι πλήρους απασχόλησης που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό θα αρχίσουν να υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου, καθώς, ενώ οι διοικητικά οριζόμενες αποδοχές θα αυξηθούν κατά 7%8% για να αντισταθμιστεί μέρος της χαμένης αγοραστικής δύναμης, το αφορολόγητο της κλίμακας και τα υπόλοιπα κλιμάκια θα παραμείνουν «στάσιμα».

Τα συνολικά φορολογικά έσοδα θα διαμορφωθούν στο υψηλότερο επίπεδο τουλάχιστον της τελευταίας 12ετίας, παρά το γεγονός ότι τα δηλωθέντα εισοδήματα στην εφορία εξακολουθούν να απέχουν από τα επίπεδα των 105-110 δισ. ευρώ ετησίως που εμφανίζονταν πριν από την είσοδο της χώρας στη μνημονιακή περίοδο. Η «φορολογητέα ύλη» αναμένεται πάντως να αυξηθεί σημαντικά φέτος, καθώς με τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη «επέστρεψαν» και οι αυξήσεις στους μισθούς, στις συντάξεις, αλλά και στους τζίρους των επιχειρήσεων, κάτι που αναμένεται να αποτυπωθεί και σε επίπεδο κερδοφορίας, άρα και φορολογικών εσόδων.

Οι αλλαγές στη σύνθεση των φορολογικών εσόδων της χώρας -περισσότεροι έμμεσοι και λιγότεροι άμεσοι αποφέρουν μέχρι τώρα και τον πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο ο οποίος χρηματοδοτεί τα μέτρα στήριξης (ξεπέρασαν αισίως τα 5,5 δισ. ευρώ για το 2023). Ήδη από τον Ιανουάριο τα φορολογικά έσοδα έφτασαν στα 5 δισ. ευρώ έναντι στόχου για 4,4 δισ. ευρώ. Κάτι αντίστοιχο αναμένεται να συμβεί και τον Φεβρουάριο, μήνα κατά τον οποίο επίσης ο στόχος έχει οριστεί στα 4,34 δισ. ευρώ. Με αυτό τον ρυθμό, τα συνολικά φορολογικά έσοδα της χρονιάς ενδέχεται να προσεγγίσουν τα 60 δισ. ευρώ, ποσό που θα αποτελέσει ρεκόρ τουλάχιστον 12ετίας. Ωστόσο, η συζήτηση για το κατά πόσο θα πρέπει να συνεχιστεί η τόσο μεγάλη εξάρτηση από τους έμμεσους φόρους και ειδικά τον ΦΠΑ αναμένεται να ξεκινήσει σύντομα, λόγω και του βασικού χαρακτηριστικού που έχουν οι έμμεσοι φόροι: πλήττουν όλους το ίδιο, ανεξάρτητα από το εισόδημά τους, ενώ από την άλλη καλούνται να τους καταβάλλουν όχι μόνο οι μόνιμοι κάτοικοι της χώρας, αλλά και οι δεκάδες εκατομμύρια ξένοι επισκέπτες.

Οι 10 αλλαγές που έχουν επέλθει -ειδικά την τελευταία διετία λόγω ανάπτυξης και πληθωρισμού στον φορολογικό χάρτη της χώρας είναι οι εξής:

Ρεκόρ εισπράξεων από το Φ.Π.Α.

ΤΟ 2022 έκλεισε με τα έσοδα από τον ΦΠΑ να ξεπερνούν τα 21,4 δισ. ευρώ από 17,4 δισ. ευρώ το 2021, ενώ για το 2023 ο πήχης έχει μπει ακόμη ψηλότερα, στα 22,2 δισ. ευρώ. Πρόκειται για πολυετές ρεκόρ, ενώ το ενδεχόμενο να έχουμε και το 2023 υπέρβαση έναντι του στόχου είναι ορατό, κάτι που θα φανεί άλλωστε και από τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού για το πρώτο δίμηνο. Οι συντελεστές ΦΠΑ έχουν παραμείνει στα υψηλότερα ευρωπαϊκά επίπεδα (το 24% κατατάσσει την Ελλάδα στις 4-5 πρώτες χώρες), τη στιγμή που οι τιμές εξακολουθούν να ανεβαίνουν. Σε συνδυασμό και με την αύξηση του μεριδίου των ηλεκτρονικών πληρωμών, αυτό αποτυπώνεται έντονα στην πορεία των εισπράξεων. Με την επιμήκυνση στον χρόνο εφαρμογής των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ σε μεταφορές, εστίαση, θεάματα κ.λπ. μέχρι το τέλος του 2023, από τα προϋπολογισμένα έσοδα του ΦΠΑ υπολογίζεται ότι θα αφαιρεθούν περί τα 250 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, αυτό το ποσό εκτιμάται ότι μπορεί να αναπληρωθεί (και με το παραπάνω) αν συνεχιστεί η θετική πορεία της οικονομίας. Επίπτωση στα φετινά έσοδα του ΦΠΑ μπορεί να έχει και η αποκλιμάκωση της τιμής των προϊόντων ενέργειας, ειδικά του φυσικού αερίου.

Αύξηση μεριδίου έμμεσων φόρων στα συνολικά φορολογικά έσοδα

Από τα στοιχεία της γενικής κυβέρνησης που δημοσιεύτηκαν προ ημερών προκύπτει ότι το 2022 η αναλογία των έμμεσων φόρων στα συνολικά φορολογικά έσοδα έφτασε στο 66%. Πρόκειται για το μεγαλύτερο ποσοστό που
έχει καταγραφεί την τελευταία δεκαετία (τουλάχιστον). Μόνο από το 2021 και μετά, η αύξηση του μεριδίου υπολογίζεται ότι ξεπερνά τις δύο ποσοστιαίες μονάδες και φυσικά αυτό είναι αποτέλεσμα κυρίως του υψηλού πληθωρισμού. Συνολικά, οι έμμεσοι φόροι (με βάση τα δημοσιευμένα στοιχεία της γενικής κυβέρνησης) υπερέβησαν το 2022 τα 37,7 δισ. ευρώ. Η αυξητική πορεία του μεριδίου των έμμεσων φόρων στα συνολικά φορολογικά έσοδα αναμένεται ότι θα συνεχιστεί και το 2023, καθώς η πρόβλεψη για μεταβολή των εισπράξεων κυρίως από τον ΦΠΑ είναι ότι θα ανέβουν με μεγαλύτερη ταχύτητα συγκριτικά με τα αντίστοιχα έσοδα της άμεσης φορολογίας.

Μείωση μεριδίου αμέσων φόρων στα συνολικά φορολογικά έσοδα

Απόρροια της αύξησης του μεριδίου των έμμεσων φόρων στα συνολικά φορολογικά έσοδα είναι η απώλεια μεριδίου για τους άμεσους φόρους. Τα στοιχεία της γενικής κυβέρνησης δείχνουν ότι τα έσοδα από την άμεση φορολογία δεν κινούνται σε υψηλά δεκαετίας, όπως συμβαίνει με τους έμμεσους φόρους. Το μερίδιο έχει υποχωρήσει στο 34% από 47% που ήταν το 2013, δηλαδή μια δεκαετία πριν. Τα έσοδα από την άμεση φορολογία χάνουν μερίδιο και λόγω της μείωσης των φορολογικών συντελεστών (έγινε και στα νομικά πρόσωπα, και στα φυσικά πρόσωπα με τη θέσπιση του κλιμακίου του 9% για τα πρώτα 10.000 ευρώ εισοδήματος). Επίσης, εκτιμάται ότι θα εξακολουθήσουν να χάνουν μερίδιο και το 2023, καθώς η
χρονιά ξεκινά με την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης και για τους συνταξιούχους, και για τους μισθωτούς του δημοσίου τομέα.

Μεγαλύτερη προστασία αύξηση της παρακράτησης φόρου από την αντίστοιχη του εισοδήματος

Η ονομαστική αύξηση των αποδοχών λόγω πληθωρισμού θα προκαλεί μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων για όσο διάστημα η φορολογική κλίμακα θα παραμένει αμετάβλητη. Το παράδειγμα αποδεικνύει του λόγου το αληθές: σε μικτό μισθό 1.000 ευρώ τον μήνα επιβάλλεται παρακράτηση φόρου 41 ευρώ τον μήνα ή 576 ευρώ τον χρόνο. Αν ο μισθός αυξηθεί από τα 1.000 στα 1.100 ευρώ (δηλαδή κατά 10%), η παρακράτηση φόρου θα αυξηθεί από τα 41 ευρώ στα 62 ευρώ, δηλαδή κατά 51,2%, ενώ ο συνολικός ετήσιος φόρος θα φτάνει από τα 576 στα 861 ευρώ.

Παρακράτηση φόρου για πρώτη φορα από τους δικαιούχους του κατώτατου μισθου

Από την 1η Απριλίου θα ενεργοποιηθεί ο νέος αυξημένος κατώτατος μισθός. Όποιο και αν είναι το ελικό ποσοστό της αύξησης -η οποία και αυτή γίνεται σε μεγάλο βαθμό λόγω πληθωρισμού και ανάπτυξης-, οι δικαιούχοι θα ξεκινήσουν να πληρώνουν για πρώτη φορά παρακράτηση φόρου από τον πρώτο κιόλας μήνα. O κατώτατος μισθός διαμορφώνεται σήμερα στα 713 ευρώ μικτά. Αυτό σημαίνει ότι δεν επιβάλλεται καμία κράτηση για την εφορία, δεδομένου ότι μέχρι το συγκεκριμένο επίπεδο ο μισθός καλύπτεται φορολογικά από την έκπτωση φόρου και το έμμεσο αφορολόγητο. Αν ο κατώτατος μισθός αναπροσαρμοστεί -όπως προβλέπει ένα από τα βασικά σενάριαστα 768 ευρώ (είναι το αποτέλεσμα αύξησης κατά 7,75%), τότε θα ξεκινήσει να επιβάλλεται παρακράτηση φόρου κατά 4,06 ευρώ ανά μήνα, καθώς πλέον οι ετήσιες φορολογητέες αποδοχές θα ξεπερνούν το αφορολόγητο όριο.

«Συγκράτηση» της απόδοσης των ειδικών φόρων κατανάλωσης

Η απόδοση των ειδικών φόρων κατανάλωσης δεν βελτιώνεται ούτε σε απόλυτο ποσό ούτε αναλογικά με τα συνολικά φορολογικά έσοδα. Το αντίθετο: η συμμετοχή των ειδικών φόρων κατανάλωσης -εξωφρενικά υψηλών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο ειδικά όσον αφορά τα καύσιμα έχει περιοριστεί πλέον στο 12% των συνολικών φορολογικών εσόδων από 14%-15% που είχε φτάσει το αντίστοιχο ποσοστό κατά τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας. Ο λόγος; Οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης είναι άμεσα συνδεδεμένοι με την κατανάλωση. Και επιβάλλονται κυρίως σε προϊόντα που βρέθηκαν την τελευταία διετία στο μάτι του κυκλώνα, με αποτέλεσμα να συγκρατηθεί η κατανάλωση.

Αύξηση στην απόδοση της φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων

Το 2022 έκλεισε για το ελληνικό επιχειρείν με πολύ μεγάλη αύξηση εσόδων, της τάξεως του 35%, με αποτέλεσμα ο αθροιστικός τζίρος επαγγελματιών με απλογραφικά και διπλογραφικά βιβλία να φτάσει στα 460 δισ. ευρώ. Η τόσο μεγάλη αύξηση θα αποτυπωθεί και στην κερδοφορία, κάτι που σημαίνει αύξηση και της απόδοσης του 7 φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, παρά τη μείωση του συντελεστή στο 22%. Η απόδοση του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων δεν είχε ξεπεράσει ποτέ τα 4 δισ. ευρώ την τελευταία δεκαετία και αυτό συνέβη για πρώτη φορά το 2022 με ετήσια απόδοση της τάξεως των 4,6 δισ. ευρώ. Για το 2023 αναμένεται να καταρριφθεί άλλο ένα «ορόσημο»: Η εξασφάλιση περισσότερων από 5 δισ. ευρώ από τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων.

Απώλεια μεριδίου των φόρων επί της ακίνητης περιουσίας στα συνολικά φορολογικά έσοδα

Η απώλεια μεριδίου στα συνολικά φορολογικά έσοδα των φόρων επί της ακίνητης περιουσίας είναι αποτέλεσμα της πολιτικής μείωσης της απόδοσης του ΕΝΦΙΑ κατά περίπου 30%. Όταν ο «προϋπολογισμός» του ΕΝΦΙΑ έχει περιοριστεί στα 2,5 δισ. ευρώ παρά την αύξηση των αντικειμενικών αξιών, είναι επόμενο το μερίδιο στα συνολικά φορολογικά έσοδα να έχει πλέον υποχωρήσει κάτω από το 5%. Το 2023 θα καταγραφεί πρόσθετη μείωση, καθώς ενώ τα συνολικά φορολογικά έσοδα θα κινούνται ανοδικά, τα έσοδα από τους φόρους κατοχής ακινήτων θα παραμένουν σταθερά.

Προοπτική είσπραξης 60 δισ. ευρώ από φόρους για πρώτη φορά την τελευταία δεκαπενταετία

Ο προϋπολογισμός προβλέπει ότι τα συνολικά φορολογικά έσοδα σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης (και με βάση τη μεθοδολογία ESA) θα ανέλθουν το 2023 στα 56,7 δισ. ευρώ. Με τα δεδομένα που διαμορφώνονται στο πρώτο δίμηνο, είναι πιθανό ο στόχος αυτός να ξεπεραστεί. Αν συνεχιστεί η άνοδος των τιμών και η ανάπτυξη, τότε το 2024 θα είναι το έτος που για πρώτη φορά τα φορολογικά έσοδα θα φτάσουν στα 60 δισ. ευρώ.

Αύξηση της φορολογητέας ύλης

Η διεύρυνση της φορολογικής βάσης και η αύξηση της φορολογητέας ύλης είναι μεγάλο ζητούμενο. Ένας από τους τρόπους που αυτό μπορεί να επιτευχθεί προα- ναφέρθηκε: η μη τιμαριθμική αναπροσαρμογή της φορολογι- κής κλίμακας που βάζει ολοέ- να και περισσότερους φορολο- γούμενους στη διαδικασία να πληρώνουν φόρο εισοδήματος. Με τις περσινές φορολογικές δηλώσεις εμφανίστηκαν εισο- δήματα της τάξεως των 86 δισ. ευρώ. Φέτος, εκτιμάται ότι θα αποτυπωθούν περισσότερα, ενώ μέσα στο 2023 αναμένεται ότι θα σπάσει προς τα πάνω το όριο των 90 δισ. ευρώ.