Ο πλανήτης θα κάψει περισσότερο πετρέλαιο από κάθε άλλη φορά φέτος, όπως προβλέπει η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (ΙΕΑ), η οποία βλέπει τη ζήτηση να αυξάνεται στο επίπεδο ρεκόρ των 101,9 εκατ. βαρελιών ημερησίως, χάρη στην εκρηκτική ζήτηση από την Ασία.
Πρόκειται για ποσότητα κατά 200.000 βαρέλια ημερησίως μεγαλύτερη από αυτή που είχε προβλέψει η ΙΕΑ τον προηγούμενο μήνα. Αυτό μεταφράζεται σε μία ετήσια αύξηση της ημερήσιας κατανάλωση κατά 2 εκατ. βαρέλια, με την Κίνα μόνο να εκπροσωπεί μία ποσότητα 900.000 βαρελιών, που σημαίνει ότι διεκδικεί ξανά τον ρόλο της βασικής κινητήριας δύναμης για την ενεργειακή ζήτηση.
Η ζήτηση για καύσιμα αεροσκαφών προβλέπεται να αυξηθεί κατά 1,1 εκατ. βαρέλια ημερησίως παγκοσμίως, φθάνοντας τα 7,2 εκατ. βαρέλια, νούμερο που αντιστοιχεί στο 90% της προ της πανδημίας ζήτησης. Σε όλα αυτά, η ΙΕΑ προσθέτει και την αντοχή της ρωσικής παραγωγής αργού παρά τις δυτικές κυρώσεις.
Η ΙΕΑ βλέπει κορύφωση της ζήτησης στο μέσον της επόμενης δεκαετίας, παραμένοντας σε αυτά τα επίπεδα έως το 2050 ενώ θα αρχίσει εν συνεχεία να υποχωρεί.
Αναφορικά με την Ρωσία, η ΙΕΑ προβλέπει ότι η παραγωγή της θα περιοριστεί κατά 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως, λιγότερο από το 1,6 εκατ. βαρέλια που αναμενόταν στις αρχές του έτους. Την προηγούμενη εβδομάδα η Μόσχα ανακοίνωσε ότι θα μειώσει την παραγωγή της κατά 500.000 βαρέλια ημερησίως το Μάρτιο, ως απάντηση στις κυρώσεις της Δύσης, η οποία είναι εθελοντική κίνηση.
Μία ημέρα νωρίτερα, ο ΟΠΕΚ αναθεώρησε ανοδικά τις προβλέψεις του για τη ζήτηση κατά 2,3 εκατ. βαρέλια ημερησίως στα 101,87 εκατ. φέτος, που σημαίνει ότι και η παραγωγή θα πρέπει να αυξηθεί φέτος κατά 250.000 βαρέλια ημερησίως στα 29,4 εκατ. βαρέλια. Αυτή τη στιγμή πάντως, ο ΟΠΕΚ, με οδηγό τη Σαουδική Αραβία και την Ρωσία, έχει επιλέξει να μην κάνει απολύτως τίποτε, με τους αξιωματούχους του να διαμηνύουν ότι θα τηρηθεί στάση αναμονής. Και φαίνεται να έχει πράξει πολύ καλά μέχρι στιγμής με αυτή τη συγκρατημένη προσέγγισή του, σύμφωνα με αναλυτές του Bloomberg.
Πέρυσι τον Οκτώβριο, λίγες μόλις εβδομάδες πριν από τις αμερικανικές εκλογές στο Κογκρέσο, μείωσε την παραγωγή του, προκαλώντας πολιτική οργή στην Ουάσιγκτον. Ωστόσο, παρά τη μείωση, η τιμή brent έχει υποχωρήσει από τα 95 δολάρια στο τελευταίο τρίμηνο του 2022 λόγω της μέχρι πρόσφατα εξασθενημένης ζήτησης από την Κίνα και των υψηλών εξαγωγών πετρελαίου από την Ρωσία και το Ιράν.
Συγκρατημένη προσέγγιση
Για τον ΟΠΕΚ, αυτή η πτώση του 20% είναι ένδειξη της συγκρατημένης προσέγγισής του. Και εάν αυτή η πολιτική απέδωσε καρπούς, θα το κάνει και πάλι φέτος, σύμφωνα με αναλυτές. Υπάρχει όμως και μία άλλη παράμετρος: εάν ο ΟΠΕΚ δεν υπολογίσει σωστά την εξίσωση της προσφοράς και της ζήτησης, κινδυνεύει να πυροδοτήσει αύξηση των τιμών ενέργειας σε έναν κόσμο που ήδη ταλανίζεται από επίμονα υψηλό πληθωρισμό. Υπό αυτές τις συνθήκες, αναλυτές θεωρούν ότι θα ήταν καλύτερο να προσθέσει λιγότερη παρά περισσότερη προσφορά τουλάχιστον στο πρώτο εξάμηνο του έτους.
Εάν πάλι η συνέπεια αυτής της συγκρατημένης προσέγγισης είναι η περαιτέρω άνοδος των τιμών πετρελαίου, κοντά στα 90 έως 100 δολάρια το βαρέλι, αυτό είναι ένα αποτέλεσμα που το καρτέλ φαίνεται να το θέλει πολύ, καθότι η προτεραιότητα, ειδικά για τη Σαουδική Αραβία, είναι να προστατεύσει τα πετρελαϊκά της έσοδα.
Μέχρι στιγμής, ένα brent γύρω στα 85 δολάρια το βαρέλι δεν έχει πυροδοτήσει διαμαρτυρίες από τις καταναλώτριες χώρες. Όμως, μία περαιτέρω άνοδος 10% θα ωθούσε το brent κοντά στα 100 δολάρια το βαρέλι, εξέλιξη που θα προκαλούσε συναγερμό σε ΗΠΑ και Ευρώπη.
Κατ’ ιδίαν, άλλωστε, οι αξιωματούχοι του ΟΠΕΚ αναγνωρίζουν ότι η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σήμερα σε καλύτερη κατάσταση σε σχέση με τέσσερις μήνες πριν, οπότε και είχε μειώσει την παραγωγή. Και η φυσική αγορά πετρελαίου παρουσιάζει τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης: στις αρχές Φεβρουαρίου η Saudi Aramco αύξησε τις τιμές πώλησης στην Ασία για πρώτη φορά σε διάρκεια έξι μηνών.
Ωστόσο, οι αξιωματούχοι του ΟΠΕΚ δεν έχουν πεισθεί ότι μπορούν ακόμη να χαλαρώσουν καθώς δεν ξέρουν πώς ακριβώς θα εξελιχθεί η ζήτηση από την Κίνα αλλά και η νομισματική πολιτική των κορυφαίων κεντρικών τραπεζών.
Προς το παρόν, οι αξιωματούχοι θα περιμένουν τουλάχιστον έως το τρίτο τρίμηνο προτού προβούν σε ενέργειες, που σημαίνει ότι η όποια έξτρα ποσότητα πετρελαίου θα μπορούσε να προστεθεί προς το τέλος του έτους. Κάποιοι δε, αποκλείουν εντελώς την αύξηση της παραγωγής το 2023.