Τρεις παγίδες που μπορεί να προκαλέσουν υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση σε εκατοντάδες χιλιάδες οικονομικά αδύναμους φορολογούμενους κρύβουν οι διατάξεις για τα τεκμήρια διαβίωσης που θα εφαρμοστούν και στην εκκαθάριση των φετινών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Θύματα των παγίδων αυτών είναι κυρίως χαμηλόμισθοι, οικογένειες φοιτητών, νέοι που υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία, περιστασιακά απασχολούμενοι, ακόμη και ανάπηροι.
Όπως είναι γνωστό, τα τεκμήρια διαβίωσης είναι συγκεκριμένα ποσά δαπανών διαβίωσης που, σύμφωνα με τη Φορολογική Διοίκηση, προσδιορίζουν με αντικειμενικό τρόπο ένα ελάχιστο ποσό φορολογητέου εισοδήματος για κάθε φυσικό πρόσωπο. Το σύστημα του τεκμαρτού προσδιορισμού του φορολογητέου εισοδήματος με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης προβλέπει, κατ’ αρχήν, ένα ελάχιστο ποσό ετήσιας δαπάνης διαβίωσης ύψους 3.000 ευρώ για κάθε άγαμο φορολογούμενο και 5.000 ευρώ για τα ζευγάρια εγγάμων ή συναψάντων σύμφωνα συμβίωσης φορολογουμένων – 2.500 ευρώ για τον κάθε σύζυγο ή μέρος συμφώνου συμβίωσης. Προβλέπει επίσης συγκεκριμένα ποσά αντικειμενικών (τεκμαρτών) δαπανών διαβίωσης που αντιστοιχούν στα ετήσια έξοδα χρήσης και συντήρησης κατοικιών, Ι.Χ. αυτοκινήτων, σκαφών αναψυχής, δεξαμενών κολύμβησης και αεροσκαφών, ενώ λαμβάνει υπόψη και τις πραγματικές δαπάνες για την πληρωμή διδάκτρων ιδιωτικής εκπαίδευσης και αμοιβών υπηρετικού προσωπικού.
Για να προσδιοριστεί το τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα κάθε φυσικού προσώπου, προστίθενται στο ελάχιστο ποσό ετήσιας δαπάνης διαβίωσης -των 3.000 ευρώ αν πρόκειται για άγαμο ή των 2.500 ευρώ αν πρόκειται για έγγαμο ή μέρος συμφώνου συμβίωσης- τα ποσά των αντικειμενικών δαπανών διαβίωσης για τις κατοικίες, τα Ι.Χ. αυτοκίνητα, τις πισίνες, τα σκάφη αναψυχής και τα αεροσκάφη που κατέχει, καθώς και τυχόν πραγματικές δαπάνες για δίδακτρα ιδιωτικής εκπαίδευσης και αμοιβές υπηρετικού προσωπικού. Έτσι προκύπτει ένα συνολικό ποσό τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος, το οποίο συγκρίνεται με το συνολικό πραγματικό δηλωθέν εισόδημα του φυσικού προσώπου. Αν το τεκμαρτό ποσό εισοδήματος είναι μεγαλύτερο από το συνολικό πραγματικό εισόδημα, τότε ο φορολογούμενος καλείται να πληρώσει τον φόρο που αναλογεί στο πραγματικό του εισόδημα προσαυξημένο κατά τον φόρο που αναλογεί στην πρόσθετη διαφορά μεταξύ πραγματικού και τεκμαρτού εισοδήματος. Μπορεί ωστόσο ο φορολογούμενος να αποφύγει την πληρωμή επιπλέον φόρου επί της προστιθέμενης διαφοράς τεκμαρτού εισοδήματος εάν επικαλεστεί εισοδήματα και έσοδα παρελθόντων ετών που αναλώθηκαν κατά το έτος για το οποίο υποβάλλει τη δήλωση τα οποία υπερκαλύπτουν την προκύψασα διαφορά τεκμαρτού εισοδήματος. Η μέθοδος αυτή, που χρησιμοποιείται για την κάλυψη των τεκμηρίων, ονομάζεται «ανάλωση κεφαλαίου».
Η ισχύουσα νομοθεσία για τα τεκμήρια διαβίωσης, όπως την περιγράψαμε, κρύβει ωστόσο τρεις παγίδες υπερφορολόγησης για εκατομμύρια φορολογούμενους με χαμηλά πραγματικά εισοδήματα. Ας τις δούμε αναλυτικά:
Παγίδα 1η:
Τα τεκμήρια διαβίωσης προκαλούν υπερφορολόγηση των χαμηλόμισθων εργαζομένων. Λόγω της σημαντικής συρρίκνωσης των πραγματικών εισοδημάτων, την οποία έχει προκαλέσει η πολυετής οικονομική κρίση σε εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά, πολλά φυσικά πρόσωπα θα φορολογηθούν και φέτος όχι με βάση τα πολύ χαμηλά εισοδήματα που απέκτησαν το 2022 από μισθούς αλλά με βάση τα πολύ πιο υψηλά, εξωπραγματικά ποσά τεκμαρτών εισοδημάτων που θα τους προσδιορίσει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) με βάση το σύστημα των τεκμηρίων διαβίωσης. Σε πολλές περιπτώσεις, οι διαφορές μεταξύ των πολύ χαμηλών εισοδημάτων από μισθούς που αποκτήθηκαν το 2022 και των πολύ υψηλών τεκμαρτών εισοδημάτων που θα προκύψουν για το ίδιο έτος με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης θα είναι αδύνατο να καλυφθούν με περισσεύματα εισοδημάτων ή εσόδων από παρελθόντα έτη, καθώς τα ποσά αυτά έχουν χρησιμοποιηθεί σχεδόν στο σύνολό τους για την κάλυψη τεκμηρίων στα προηγούμενα 9 – 10 χρόνια.
Ας δούμε όμως δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα εργαζομένων με χαμηλά εισοδήματα από μισθούς, που θα υπερφορολογηθούν φέτος λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων διαβίωσης:
α) Άγαμος φορολογούμενος με μηνιαίο εισόδημα 600 ευρώ από την εργασία του ως μισθωτός διαμένει σε διαμέρισμα 70 τ.μ. δωρεάν παραχωρηθέν από τους γονείς του και διαθέτει κι ένα Ι.Χ. αυτοκίνητο 1.600 κ.εκ. 8ετίας. Το εισόδημα που θα δηλώσει φέτος στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος για το έτος 2022 θα ανέλθει σε 8.400 ευρώ (600 ευρώ Χ 14 = 8.400 ευρώ). Το τεκμαρτό εισόδημα που θα του προσδιορίσει η ΑΑΔΕ, με την εφαρμογή των τεκμηρίων διαβίωσης, θα προκύψει ως εξής: 3.000 ευρώ το ελάχιστο τεκμήριο διαβίωσης για άγαμο + 2.800 ευρώ το τεκμήριο για τη χρήση της κατοικίας των 70 τ.μ. (40 ευρώ ανά τ.μ. Χ 70 τ.μ. = 2.800 ευρώ) + 4.480 ευρώ το τεκμήριο για τη χρήση του Ι.Χ. αυτοκινήτου = 10.280 ευρώ. Για τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος, στην περίπτωση του συγκεκριμένου φορολογούμενου, θα ληφθεί υπόψη το τεκμαρτό εισόδημα των 10.280 ευρώ, επειδή αυτό είναι μεγαλύτερο από το δηλωθέν των 8.400 ευρώ. Ως εκ τούτου ο συγκεκριμένος φορολογούμενος θα φορολογηθεί για «εισόδημα» μεγαλύτερο κατά 1.880 ευρώ από αυτό που απέκτησε στην πραγματικότητα. Στο ετήσιο τεκμαρτό εισόδημα των 10.280 ευρώ αντιστοιχεί φόρος εισοδήματος 184,36 ευρώ, ο οποίος υπολογίζεται λαμβανομένου υπόψη αφορολογήτου ορίου 8.636 ευρώ και με συντελεστή φόρου 9% στο τμήμα του εισοδήματος από τα 8.636,01 έως τα 10.000 ευρώ και με 22% στο πέραν του ορίου αυτού ποσό. Αν λαμβανόταν υπόψη το δηλωθέν εισόδημα των 8.400 ευρώ, ο εν λόγω φορολογούμενος δεν θα πλήρωνε καθόλου φόρο, επειδή το ποσό των 8.400 ευρώ είναι χαμηλότερο του αφορολόγητου ορίου των 8.636 ευρώ.
β) Έγγαμος φορολογούμενος με 2 ανήλικα παιδιά εργάζεται ως μισθωτός στον ιδιωτικό τομέα και λαμβάνει μηνιαίως 800 ευρώ. Διαμένει σε ιδιόκτητη μονοκατοικία 90 τ.μ. και κατέχει κι ένα Ι.Χ. αυτοκίνητο 1.750 κ.εκ. 9ετίας. Το εισόδημα που θα δηλώσει φέτος στην εφορία για το έτος 2022 θα ανέλθει σε 11.200 ευρώ (800 ευρώ Χ 14 = 11.200 ευρώ). Το τεκμαρτό εισόδημα που θα του προσδιορίσει η εφορία με την εφαρμογή των τεκμηρίων διαβίωσης θα προκύψει ως εξής: 2.500 ευρώ το ελάχιστο τεκμήριο διαβίωσης για τον έγγαμο + 4.620 ευρώ το τεκμήριο για τη χρήση της μονοκατοικίας των 90 τ.μ. {[(40 ευρώ ανά τ.μ. Χ 80 τ.μ.) +(65 ευρώ ανά τ.μ. Χ 10 τ.μ.)]*1,2 = 4.620 ευρώ} + 5.320 ευρώ το τεκμήριο για τη χρήση του Ι.Χ. αυτοκινήτου = 12.940 ευρώ. Για τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος, στην περίπτωση του συγκεκριμένου φορολογούμενου, θα ληφθεί υπόψη το τεκμαρτό εισόδημα των 12.940 ευρώ, επειδή αυτό είναι μεγαλύτερο από το δηλωθέν των 11.200 ευρώ. Ως εκ τούτου ο συγκεκριμένος φορολογούμενος θα φορολογηθεί για «εισόδημα» μεγαλύτερο κατά 1.740 ευρώ, από αυτό που απέκτησε στην πραγματικότητα. Στο ετήσιο τεκμαρτό εισόδημα των 12.940 ευρώ αντιστοιχεί φόρος εισοδήματος 646,80 ευρώ, ο οποίος υπολογίζεται λαμβανομένου υπόψη αφορολογήτου ορίου 10.000 ευρώ και με συντελεστή φόρου 22% στο πέραν του ορίου αυτού ποσό. Αν λαμβανόταν υπόψη το δηλωθέν εισόδημα των 11.200 ευρώ, ο εν λόγω φορολογούμενος θα πλήρωνε μόλις 264 ευρώ.
Παγίδα 2η:
Το ελάχιστο τεκμήριο διαβίωσης των 3.000 ευρώ και το τεκμήριο διαβίωσης της μισθωμένης κατοικίας του ενηλίκου τέκνου, που σπουδάζει ή υπηρετεί την στρατιωτική του θητεία μακριά από την οικογένειά του, γίνεται αιτία το συνολικό εισόδημα της οικογένειας (στην οποία περιλαμβάνεται και το τέκνο αυτό ως εξαρτώμενο) να εμφανίζεται πλασματικά αυξημένο, εξέλιξη που έχει πολλαπλές δυσμενείς οικονομικές συνέπειες γι’ αυτήν. Σε κάθε περίπτωση κατά την οποία ενήλικο εξαρτώμενο τέκνο του φορολογούμενου μισθώνει κατοικία διαφορετική από αυτήν της κύριας κατοικίας της οικογένειας (π.χ. φοιτητής που σπουδάζει σε διαφορετικό τόπο, τέκνο που υπηρετεί τη στρατιωτική του θητεία, κ.λπ.) και ταυτόχρονα έχει δική του υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, λόγω απόκτησης εισοδήματος, οποιουδήποτε ύψους και από οποιανδήποτε πηγή, εντός του 2022, το τεκμήριο διαβίωσης της μισθωμένης κατοικίας βαρύνει το τέκνο, όχι τους γονείς! Έτσι, σε κάθε τέτοια περίπτωση, το ενήλικο τέκνο -όσο πενιχρό κι αν είναι το πραγματικό εισόδημα που απέκτησε το 2022- εμφανίζεται με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης με ένα εξωπραγματικό τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα μεγαλύτερο των 3.000 ευρώ, συνήθως κυμαινόμενο μεταξύ 3.500 και 6.000 ευρώ, το οποίο προσαυξάνει το συνολικό εισόδημα της οικογένειας και το εκτινάσσει σε ύψος μεγαλύτερο από τα ισχύοντα εισοδηματικά όρια για την είσπραξη διαφόρων κοινωνικών επιδομάτων, όπως το επίδομα τέκνων και το επίδομα στέγασης. Έτσι, εξαιτίας ενός ανύπαρκτου τεκμαρτού εισοδήματος του ενηλίκου τέκνου η οικογένεια μπορεί να χάσει αυτά τα σημαντικά επιδόματα. Για τον ίδιο λόγο, εξάλλου, μια οικογένεια μπορεί να χάσει και την απαλλαγή από το 50% του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων που ισχύει για φορολογούμενους με χαμηλά εισοδήματα.
Παγίδα 3η:
Φορολογούμενοι με πενιχρά εισοδήματα προερχόμενα είτε από ενοίκια είτε από τόκους καταθέσεων είτε από γεωργικές εκμεταλλεύσεις οι οποίοι εισέπραξαν παράλληλα ακόμη πιο χαμηλά ποσά είτε από περιστασιακή απασχόληση είτε από επιδόματα παιδιών που τους χορήγησε ο ΟΠΕΚΑ επιβαρύνονται με υπέρογκα ποσά φόρου εισοδήματος. Οι φορολογούμενοι που υπάγονται σ’ αυτές τις περιπτώσεις υποχρεούνται να πληρώσουν ποσά φόρων πολλαπλάσια των πραγματικών τους εισοδημάτων, εξαιτίας του προσδιορισμού του συνολικού φορολογητέου εισοδήματος με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης και του υπολογισμού του οφειλόμενου φόρου με βάση την κλίμακα που εφαρμόζεται για τους επιχειρηματίες και τους ελεύθερους επαγγελματίες, στην οποία δεν ισχύει αφορολόγητο όριο εισοδήματος.
Συγκεκριμένα, στις περιπτώσεις αυτές, επειδή τα δηλούμενα εισοδήματα είναι πάρα πολύ χαμηλά, οι υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων που υποβάλλουν οι συγκεκριμένοι φορολογούμενοι, προσδιορίζουν το ύψος των φορολογητέων εισοδημάτων με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης. Δηλαδή, σε κάθε τέτοια περίπτωση, λαμβάνουν υπόψη τους το ελάχιστο τεκμήριο διαβίωσης των 3.000 ευρώ που ισχύει για τον άγαμο φορολογούμενο, ή των 2.500 ευρώ, που ισχύει για τον έγγαμο ή το μέρος συμφώνου συμβίωσης, και προσθέτουν στο ποσό αυτό τυχόν επιπλέον ποσά τεκμηρίων διαβίωσης για σπίτι ή και Ι.Χ. αυτοκίνητο, εφόσον ο φορολογούμενος διέμεινε, κατά τη διάρκεια του 2022, σε κατοικία ιδιόκτητη, ενοικιαζόμενη ή δωρεάν παραχωρηθείσα ή εφόσον κατείχε και κάποιο Ι.Χ. αυτοκίνητο.
Περαιτέρω, η πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος, που προκύπτει λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων διαβίωσης, φορολογείται όχι με την ευνοϊκή κλίμακα υπολογισμού του φόρου, η οποία ισχύει για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους και προβλέπει αφορολόγητο όριο εισοδήματος 8.636 ευρώ (προσαυξανόμενο ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων), αλλά με την κλίμακα φορολόγησης των εισοδημάτων από επιχειρηματικές δραστηριότητες, βάσει της οποίας το φορολογητέο εισόδημα υπόκειται σε φόρο υπολογιζόμενο με συντελεστή 9% από το πρώτο ευρώ. Έτσι, η πρόσθετη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που προκύπτει βάσει των τεκμηρίων διαβίωσης σε όλες αυτές τις περιπτώσεις φορολογουμένων επιβαρύνεται με φόρο 9%. Στη συνέχεια επί του φόρου που προκύπτει επιβάλλεται και προκαταβολή φόρου με συντελεστή 55%. Συνολικά, δηλαδή, για έναν φορολογούμενο με πολύ χαμηλό εισόδημα από ενοίκια ή από αγροτική δραστηριότητα ή από τόκους καταθέσεων και με ακόμη πιο χαμηλό εισόδημα από περιστασιακή απασχόληση ή από οικογενειακά επιδόματα, η πρόσθετη διαφορά εισοδήματος που προκύπτει βάσει των τεκμηρίων φορολογείται με τελικό συντελεστή 13,95%.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, κατά την εκκαθάριση των δηλώσεων οι υπηρεσίες της ΑΑΔΕ εφαρμόζουν τις διατάξεις της παραγράφου 1β του άρθρου 34 του νόμου 4172/2013 (του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος), σύμφωνα με τις οποίες επί της πρόσθετης διαφοράς τεκμαρτού εισοδήματος εφαρμόζεται η κλίμακα φορολογίας εισοδήματος των αυτοαπασχολουμένων, στην οποία ισχύει συντελεστής 9% από το πρώτο ευρώ, επειδή το μεγαλύτερο μέρος του δηλωθέντος εισοδήματος δεν προκύπτει από μισθωτή εργασία ή συντάξεις.