Διατηρείται η προσωπική διαφορά στο 35% των συνταξιούχων, δηλαδή σε περίπου 900.000 δικαιούχους, παρά την αύξηση 7,75% που δόθηκε στις κύριες συντάξεις και η οποία ήταν η πρώτη μετά από 12 χρόνια.
Έτσι, υπάρχει ο κίνδυνος να μην μπορέσουν να καρπωθούν και άλλες μελλοντικές αυξήσεις, μέχρι να μηδενίσουν και εκείνοι την προσωπική διαφορά τους, που λειτουργεί περισσότερο ως «κόφτης». Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας, το 2019 άγγιζαν το 1,5 εκατ. οι συνταξιούχοι που είχε διαπιστωθεί ότι διέθεταν προσωπική διαφορά. Από τότε, έχει καταγραφεί μείωση κατά περίπου 600.000 δικαιούχους. Αρχικά, μετά την εφαρμογή των βελτιωμένων ποσοστών αναπλήρωσης του ν. Βρούτση (ν.4670/20), περίπου 280.000 από αυτούς μηδένισαν την προσωπική τους διαφορά και είδαν αυξήσεις. Άλλοι 320.000 περίπου μηδενίζουν την προσωπική τους διαφορά με τις αυξήσεις του 7,75% που δίνονται αυτές τις ημέρες και θα δουν και αρκετοί εξ αυτών κάποιες αυξήσεις.
Υπενθυμίζεται ότι η προσωπική διαφορά αποτελεί το λογιστικό αποτύπωμα κάθε σύνταξης που εκδόθηκε πριν από το 2016, μετά τον επανυπολογισμό που έγινε σύμφωνα με τα νέα, μικρότερα ποσοστά αναπλήρωσης που καθιερώθηκαν. Το νεότερο ποσό που προέκυψε για κάθε σύνταξη παρέμεινε ανενεργό, απλώς πιστώθηκε ως «προσωπική διαφορά» στον κάθε συνταξιούχο. Τώρα, οι φετινές αυξήσεις, πρώτες στη μεταμνημονιακή εποχή, δόθηκαν στο ποσό του επανυπολογισμού, δηλαδή σε σχέση και με την προσωπική διαφορά που είχε προκύψει. Άρα, όσοι συνταξιούχοι είχαν μεγάλη προσωπική διαφορά (από 150 ευρώ και πάνω) απλώς διαπίστωσαν μείωσή της, μέσω της αύξησης που καταβλήθηκε. Όμως στην πράξη δεν έλαβαν ούτε ευρώ από αυτές τις αυξήσεις. Το υπουργείο Εργασίας υπολόγισε σε 910.000 αυτούς τους συνταξιούχους.
Σε κάθε περίπτωση, είτε αυτούσια είτε μερικώς, έλαβαν την τωρινή αύξηση περίπου 1,4 εκατ. συνταξιούχοι, δηλαδή σχεδόν το 55% του συνόλου.
Αυτό σημαίνει ότι υπήρξε ένα 45% των δικαιούχων που έμειναν χωρίς αύξηση ή έλαβαν ένα μικρό μέρος αυτής.
Έτσι εξηγείται και η σκληρή τοποθέτηση του Ενιαίου Δικτύου των Συνταξιούχων, που αναφορικά με τις αυξήσεις στις συντάξεις κάνει λόγο για «εξαπάτηση». Το ΕΝΔΙΣΥ καταγγέλλει το υπουργείο Εργασίας για «εμπαιγμό και δημιουργική λογιστική», καθώς αξιοποιούνται παλαιότερες αυξήσεις, που δόθηκαν πριν από τα Χριστούγεννα, για να φανεί ότι είναι λιγότεροι τελικά οι συνταξιούχοι που θα μείνουν χωρίς να λάβουν τις τωρινές αυξήσεις.
Σύμφωνα με το Ενιαίο Δίκτυο, οι συνταξιούχοι που δεν θα λάβουν την αύξηση 7,75% στις κύριες συντάξεις και οι αυτοί που θα λάβουν αισθητά μικρότερες αυξήσεις από εκείνες που θα έπρεπε ανέρχονται σε 1.168.077 (αριθμός που αντιστοιχεί στο 44,3%) σε σύνολο 2,6 εκατομμυρίων.
Αναλυτικότερα, όπως επισημαίνουν οι εκπρόσωποι των συνταξιούχων:
· Την αύξηση 7,75% θα λάβουν 1.724.713 συνταξιούχοι.
· Ολόκληρη την αύξηση θα λάβουν 1.466.000 δικαιούχοι, δηλαδή το 55,6% του συνόλου των συνταξιούχων της χώρας.
· Περίπου 258.000 θα λάβουν μέρος της αύξησης.
· 910.077 συνταξιούχοι, λόγω υψηλής προσωπικής διαφοράς, χάνουν τις φετινές αυξήσεις. Πρόκειται για το 34,54% του συνόλου των συνταξιούχων της χώρας. Δηλαδή, ένας στους τρεις.
· Όσοι χαμηλοσυνταξιούχοι, με εισόδημα έως 800 ευρώ, έλαβαν πριν από τα Χριστούγεννα την έκτακτη οικονομική ενίσχυση των 250 ευρώ, δεν έλαβαν αύξηση, άλλα έκτακτο επίδομα, χωρίς μόνιμο χαρακτήρα επί των αποδοχών τους.
· Επίσης, η ειδική εισφορά αλληλεγγύης παρέμεινε ανέπαφη και καταβάλλεται κανονικά από τους συνταξιούχους. Καταργήθηκε η φορολογική εισφορά αλληλεγγύης, η οποία απέδωσε στους συνταξιούχους ποσά της τάξεως των 2, 3, 5 ή ακόμα και 6 ευρώ τον μήνα.