Πάνω από το 59% των εργαζόμενων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου λαμβάνει αποδοχές μεγαλύτερες των 800 ευρώ και έτσι δεν θα επωφεληθεί από τις αυξήσεις που προγραμματίζει η κυβέρνηση, λόγω αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού.
Πρόκειται για μια μεγάλη δεξαμενή απασχολούμενων στον ιδιωτικό τομέα (1.410.207 άτομα), με τους περισσότερους από αυτούς (1.031.880 άτομα) να έχουν μικτό μισθό από 800 έως 1.500 ευρώ το πολύ. Με δεδομένο ότι ακόμα και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης εκτίμησε πως οι επιχειρήσεις θα αναγκαστούν να αναπροσαρμόσουν προς τα πάνω τους μισθούς που καταβάλλουν εξαιτίας της σημαντικής αύξησης που επέρχεται στις κατώτατες αποδοχές, αποτελεί ζητούμενο το πόσο και το πότε. Σύμφωνα, πάντως, με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, για καθεμία ποσοστιαία μονάδα που θα αυξηθεί ο κατώτατος μισθός, πρέπει να αυξηθεί αντίστοιχα 0,44 της μονάδας και ο μέσος μισθός, ώστε να υπάρχει ισορροπία. Αυτό σημαίνει πως:
– Αν έχουμε αύξηση του κατώτατου στο 7,75% το 2023, ο μέσος μισθός θα πρέπει να αυξηθεί κατά 3,41%.
– Αν έχουμε αύξηση κατά 9,6% του βασικού μισθού το 2023, ο μέσος μισθός θα πρέπει να αυξηθεί κατά 4,22%.
Για παράδειγμα, ένας μέσος μισθός της τάξης των 1.000 ευρώ θα πρέπει να αυξηθεί 42,2 ευρώ, ώστε να φτάσει στα 1.042 ευρώ, ενώ ένας μισθός 1.200 ευρώ θα πρέπει να αυξηθεί 50,6 ευρώ για να φτάσει στα 1.250 ευρώ. Όπως τονίζει στη «Ν» ο γνωστός εργατολόγος Γιάννης Καρούζος, «η αναπροσαρμογή αυτή δεν είναι θεσμοθετημένη και υποχρεωτική, αλλά διαπιστώνεται εμπειρικά και σταδιακά ως η επήρεια της αύξησης του κατώτατου στους υπόλοιπους μισθούς. Στην πραγματικότητα, ένας μισθός, για παράδειγμα, της τάξης των 1.000 ευρώ που καταβάλλεται με ατομική σύμβαση εργασίας και με βάση τον κατώτατο μισθό μπορεί να παραμείνει στα ίδια επίπεδα με αναπροσαρμογή της οικειοθελούς παροχής του εργοδότη. Για παράδειγμα, ο εργοδότης πληρώνει 713 βασικό μισθό και 287 ευρώ οικειοθελή παροχή, σύνολο μισθού 1.000 ευρώ. Με την αύξηση του κατώτατου στα 780 -για παράδειγμα- μειώνεται αντίστοιχα η οικειοθελής παροχή κατά 67 ευρώ, στα 220 ευρώ, και ο τελικός μισθός παραμένει 1.000 ευρώ».
Σε κάθε περίπτωση, η όποια αύξηση του κατώτατου μισθού θα στείλει μήνυμα προς τους εργοδότες και την αγορά, ώστε να πραγματοποιηθούν ανάλογες αυξήσεις. Άρα εκτιμάται ότι είναι σημαντική η αύξηση που θα αποφασιστεί. Όσο πιο ψηλό είναι το ποσοστό της αύξησης, τόσο πιο ξεκάθαρο θα είναι και το «σήμα» προς την αγορά. Υπάρχει, άλλωστε, η πεποίθηση ότι μπορεί να φτάσει η αύξηση στα επίπεδα του 9%, από τα 713 ευρώ που είναι σήμερα στα 780 ευρώ μικτά, με απώτερο σκοπό να καλυφθεί το 9,6% που είναι ο μέσος ετήσιος πληθωρισμός της προηγούμενης χρονιάς.
Τα στοιχεία της «Εργάνης»
Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία του συστήματος «Εργάνη» του υπουργείου Εργασίας (2022), επί συνόλου 2.249.599 εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα (συν 111.743 που απασχολούνται σε περισσότερες από μία επιχειρήσεις) οι 839.392 ή 35,54% του συνόλου λαμβάνουν έως 800 ευρώ:
– 336.400 μισθωτοί απασχολούνται με αμοιβές κάτω των 500 ευρώ τον μήνα. Πρόκειται για εργαζόμενους μερικής απασχόλησης, που αμείβονται συνήθως με βάση τον κατώτατο και συνεπώς επηρεάζονται έμμεσα από τη νέα αύξηση.
– 71.068 μισθωτοί απασχολούνται με αμοιβές 501-600 ευρώ τον μήνα. Πρόκειται επίσης για εργαζόμενους μερικής απασχόλησης.
– 55.382 μισθωτοί απασχολούνται με αμοιβές 601-700 ευρώ τον μήνα. Και αυτή η κατηγορία αφορά κυρίως εργαζόμενους μερικής απασχόλησης.
– 376.542 μισθωτοί απασχολούνται με αμοιβές 701-800 ευρώ τον μήνα. Πρόκειται κυρίως για εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης που αμείβονται κατά κανόνα με τον κατώτατο των 713 ευρώ τον μήνα, καθώς και υψηλότερους μισθούς. Η συγκεκριμένη μερίδα εργαζομένων είναι αυτοί που θα επηρεαστούν περισσότερο από την αύξηση.
Στον αντίποδα, πάνω από 800 ευρώ λαμβάνουν οι εξής εργαζόμενοι:
– 274.468 εργαζόμενοι με μισθό 800-900 ευρώ.
– 247.272 εργαζόμενοι με μισθό 900-1.000 ευρώ.
– 279.887 εργαζόμενοι με μισθό 1.000-1.200 ευρώ.
– 230.253 εργαζόμενοι με μισθό 1.200-1.500 ευρώ.
– 180.945 εργαζόμενοι με μισθό 1.500-2.000 ευρώ.
– 82.164 εργαζόμενοι με μισθό 2.000-2.500 ευρώ.
– 43.207 εργαζόμενοι με μισθό 2.500-3.000 ευρώ.
– 72.011 εργαζόμενοι με μισθό άνω των 3.000 ευρώ.