Οι ασφαλιστικές εισφορές τίθενται και πάλι στο προσκήνιο, με ανοιχτό το ενδεχόμενο περαιτέρω μείωσής τους, ως μέτρο που θα λειτουργήσει αντισταθμιστικά για τις επιχειρήσεις εν όψει της επικείμενης αύξησης του κατώτατου μισθού.
Στο πλαίσιο αυτό, το οικονομικό επιτελείο εξετάζει το ενδεχόμενο να υπάρξει πρόταση για περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών έως τρεις ποσοστιαίες μονάδες, από το 2024 και μετά. Πρόκειται για μια πρόταση που είναι πιθανό να ανακοινωθεί ακόμα και από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, στην επικείμενη συνέντευξη Τύπου που έχει προγραμματιστεί για αύριο Δευτέρα και θα έχει ως βασικό αντικείμενο συζήτησης την οικονομία και την αγορά εργασίας.
Ήδη, πάντως, από το 2019 η μείωση των εισφορών είναι 4,4 ποσοστιαίες μονάδες. Απομένει άλλο ένα 0,6% που πρέπει να περικοπεί έως τη λήξη της θητείας της παρούσας κυβέρνησης, για να ικανοποιηθεί η δέσμευση που είχε δοθεί προεκλογικά για μείωση κατά 5 μονάδες των εισφορών. Όμως, η συγκεκριμένη διαδικασία ενδέχεται να έχει και συνέχεια κατά τα επόμενα έτη.
Την ίδια στιγμή, δεν έχει αποκλειστεί το ενδεχόμενο να πραγματοποιηθεί τελικά η κατάργηση της εισφοράς 10 ευρώ υπέρ ανεργίας, που επιβαρύνει τους ελεύθερους επαγγελματίες. Με δεδομένο ότι επίκεινται αυξήσεις άνω του 9% σε αυτή την ειδική κατηγορία μη μισθωτών εργαζομένων, λόγω πληθωρισμού, το αντιστάθμισμα σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο εξετάζεται να είναι η κατάργηση αυτής της εισφοράς. Υπολογίζεται ότι αν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε τουλάχιστον για την πρώτη ασφαλιστική κατηγορία, που σήμερα είναι 210 ευρώ και αναμένεται να αυξηθεί στα 230 ευρώ, θα περιοριστεί κατά το ήμισυ η επιβάρυνση.
Έτσι και αλλιώς στα πορίσματα – γνωμοδοτήσεις που πρόκειται να κατατεθούν τις αμέσως επόμενες ημέρες από τους εργοδοτικούς φορείς προς το υπουργείο Εργασίας, σε σχέση με τον κατώτατο μισθό, αναμένεται να υπάρχουν συγκεκριμένες αναφορές ειδικά για το σκέλος του μη μισθολογικού κόστους. Η περαιτέρω μείωσή του, μέσω της μεγαλύτερης υποχώρησης των ασφαλιστικών εισφορών, αποτελεί πάγιο αίτημα των εκπροσώπων των επιχειρήσεων της χώρας.
Ο νέος κατώτατος
Υπενθυμίζεται ότι η κυβέρνηση διά του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, έχει δεσμευτεί ο βασικός μισθός στον ιδιωτικό τομέα να αυξηθεί την 1η Απριλίου του τρέχοντος έτους, νωρίτερα κατά έναν μήνα από τον αρχικό προγραμματισμό. Επίσης, όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν ότι αυτή η αύξηση, αφού συνεκτιμηθούν και οι προτάσεις των κοινωνικών φορέων αλλά και διάφορων επιστημονικών ινστιτούτων, θα κυμανθεί από 5%-9%. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ο νέος κατώτατος μισθός, που σήμερα είναι 713 ευρώ μικτές αποδοχές, θα αυξηθεί στα επίπεδα των 750-780 ευρώ, άρα η αύξηση θα είναι από 40-70 ευρώ μικτά.
Σύμφωνα με το νέο χρονοδιάγραμμα που έχει τεθεί σε λειτουργία και επιταχύνει τις διαδικασίες προσδιορισμού των κατώτατων αποδοχών, έως χθες, 20 Ιανουαρίου, η αρμόδια Επιτροπή Συντονισμού της διαβούλευσης όφειλε να αποστείλει την απαραίτητη έγγραφη πρόσκληση προς τους εξειδικευμένους επιστημονικούς και ερευνητικούς φορείς, ώστε να συντάξουν τη σχετική έκθεση για την αξιολόγηση του τωρινού πλαισίου. Η σχετική έκθεση θα πρέπει να υποβληθεί προς την Επιτροπή δύο εβδομάδες μετά, δηλαδή έως την Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου.
Επόμενη ημερομηνία-ορόσημο είναι η 10η Φεβρουαρίου, όταν πρέπει η Επιτροπή Συντονισμού να διαβιβάσει τα όποια υπομνήματα λάβει προς τους υπόλοιπους εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων.
Παράλληλα θα πρέπει να τους απευθύνει προφορική πρόσκληση για διαβούλευση. Εν συνεχεία, μέχρι τις 20 Φεβρουαρίου, θα πρέπει το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) να λάβει με τη σειρά του όλα τα υπομνήματα που θα έχουν συγκεντρωθεί έως τότε. Ακολούθως και σε διάστημα μίας εβδομάδας, δηλαδή έως τις 28 Φεβρουαρίου, οφείλει το ΚΕΠΕ να ετοιμάσει το Σχέδιο Πορίσματος Διαβούλευσης που θα σταλεί στο υπουργείο Εργασίας. Δίνεται περιθώριο δέκα ημερών και έως τις 10 Μαρτίου ο αρμόδιος υπουργός, Κωστής Χατζηδάκης, θα πρέπει να εισηγηθεί στο υπουργικό συμβούλιο τον νέο κατώτατο μισθό, αλλά και το νέο κατώτατο ημερομίσθιο για τους εργατοτεχνίτες.