Σε ένα περιβάλλον έντονης αβεβαιότητας, αυξημένων επιτοκίων και ανάγκης για δημοσιονομική πειθαρχία, η ελληνική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμούς μόλις 1,1% φέτος (ύστερα από 5,1% το 2022), για να ανεβάσει ελαφρώς ταχύτητα στο 1,8% το 2024. Αυτή είναι η νέα εκτίμηση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (OΟΣΑ), o οποίος πάντως βλέπει άμβλυνση των πληθωριστικών πιέσεων, καθώς θα υποχωρούν οι τιμές ενέργειας, με τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή να διαμορφώνεται στο 3,7% φέτος έναντι 9,5% το 2022 και στο 2,3% την επόμενη χρονιά. Στην τακτική έκθεσή του για την ελληνική οικονομία δεν παραλείπει να επισημάνει σταθερά «αγκάθια» για τη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη και τη βιωσιμότητα του χρέους, αλλά και να στείλει εκ νέου σήμα για συλλογικές διαπραγματεύσεις και συμβάσεις εργασίας.
Ο ΟΟΣΑ ρίχνει ουσιαστικά τον πήχυ για τη μεγέθυνση του ελληνικού ΑΕΠ, αναγνωρίζοντας τις πολλαπλές προκλήσεις στο διεθνές περιβάλλον, αν και δεν περιμένει ύφεση. Στην ενδιάμεση έκθεσή του τον περασμένο Νοέμβριο «έβλεπε» ανάπτυξη 6,7% για το 2022 και 1,6% για το 2023. «Η ισχυρή ανάκαμψη της Ελλάδας από την κρίση του Covid, στηριζόμενη από συνεχείς μεταρρυθμίσεις, επιβραδύνεται από τις καλπάζουσες τιμές ενέργειας και την παγκόσμια αβεβαιότητα και παρά τη δημοσιονομική στήριξη» αναφέρει ο Οργανισμός στην έκθεσή του και προσθέτει: «Η πλήρης εφαρμογή του φιλόδοξου Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η διαχείριση της προσφοράς και των πιέσεων στο κόστος με ταυτόχρονη στήριξη της δημοσιονομικής υγείας και η ολοκλήρωση του σχεδίου αποκατάστασης της υγείας των τραπεζών είναι παράγοντες – κλειδιά για τη βιώσιμη ανάκαμψη».
Τι στήριξε την ανάκαμψη
Όπως επισημαίνεται τα μέτρα στήριξης και οι τονωτικές ενέσεις από τον τουρισμό και άλλες εξαγωγές, όπως επισήσης η βελτίωση του καταναλωτικού και επενδυτικού κλίματος είχαν επαναφέρει το ΑΕΠ σε προ Covid επίπεδα, ενώ οι συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις βελτίωσαν το επιχειρηματικό περιβάλλον και συνέβαλαν στην προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων. Αυτοί οι παράγοντες συνέβαλαν στην ισχυρή αύξηση των θέσεων εργασίας και τη μείωση του ποσοστού ανεργίας σε χαμηλά 12 ετών.
Ο αντίκτυπος του πολέμου
Ωστόσο η εκτίναξη των τιμών ενέργειας, τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και οι γεωπολιτικές αβεβαιότητες, ειδικά μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, έρχονται να πατήσουν «φρένο» στην ανάκαμψη. «Ο πόλεμος επηρεάζει άμεσα τον ενεργειακό εφοδιασμό και το ενεργειακό κόστος της Ελλάδας. Οι έμμεσες επιπτώσεις είναι η συμπίεση των δαπανών και η καθυστέρηση επενδύσεων και προσλήψεων» σημειώνει ο ΟΟΣΑ. «Η αποδέσμευσων των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και η επέκταση της δημοσιονομικής στήριξης σε ενεργειακούς καταναλωτές λειτουργούν ως “μαξιλάρι” σε αυτά τα σοκ και θα βοηθήσουν στο να επιστρέψει η οικονομία σε τροχιά ανάκαμψης όταν η κατάσταση ασφαλείας και οι ενεργειακές τιμές σταθεροποιηθούν» συμπληρώνει.
Οι μισθοί και οι κλαδικές συμβάσεις εργασίας
Οι μισθοί στην Ελλάδα αυξάνονται και πάλι ύστερα από 12 χρόνια μηδενικής ή ελάχιστης αύξησης. Η κυβέρνηση αύξησε τον κατώτατο μισθό κατά σχεδόν 10% το πρώτο εξάμηνο του 2022, υπενθυμίζει ο ΟΟΣΑ, ενώ προσθέτει ότι σε ορισμένες ειδικότητες, όπως είναι οι εργαζόμενοι σε ICT και κατασκευές, οι μισθολογικές αυξήσεις είναι ισχυρότερες. Αν και ο ΟΟΣΑ αναγνωρίζει πως η αύξηση του κατώτατου μισθού «προσφέρει δίχτυ ασφαλείας για εργαζομένους που δεν έχουν διαπραγματευτική ισχύ», σημειώνει επίσης ότι έχει καταστεί και η «πρωταρχική πηγή μισθολογικών προσαρμογών για πολλούς εργαζομένους που αμείβονται υψηλότερα από τον κατώτατο μισθό». Για τους ειδικούς του ΟΟΣΑ η ουσιαστική ενίσχυση των εισοδημάτων των Ελλήνων δεν μπορεί να προέρχεται αποκλειστικά από το εργαλείο του κατώτατου μισθού. Το κλειδί βρίσκεται στις κλαδικές συμβάσεις εργασίας. «Οι κλαδικές συλλογικές διαπραγματεύσεις για τους μισθούς και τις εργασιακές συνθήκες θα στήριζαν καλύτερο τόσο τα εισοδήματα όσο και την παραγωγικότητα» τονίζει.
Αγκάθι η ανεργία νέων και γυναικών
Το ποσοστό απασχόλησης παραμένει χαμηλό, ειδικά για γυναίκες και νέους, αναφέρεται στην έκθεση, με τον Οργανισμό να προτείνει:
- Προώθηση της συμμετοχής των γυναικών σε αμειβόμενη απασχόληση συμπεριλαμβανομένης της ενθάρρυνσης των εργοδοτών να υιοθετήσουν πιο ευέλικτους διακανονισμούς εργασίας.
- Ενίσχυση των κινήτρων για εργοδότες προκειμένου να προσλάβουν νέους εργαζομένους με περιορισμένη εμπειρία (όπως η επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών για νέες προσλήψεις).
Τράπεζες: Μείωση των κόκκινων δανείων, αλλά…
Οι τράπεζες, σημειώνει ο ΟΟΣΑ, έχουν να επιδείξουν σημαντική πρόοδο στη μείωση των κόκκινων δανείων. Παρόλα αυτά τα κεφάλαια των τραπεζών, αν και εντός των ρυθμιστικών απαιτήσεων, παραμένουν χαμηλά και αποτελούμενα κυρίως από αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις. Αυτό «λειτουργεί ως βαρίδι στις χορηγήσεις νέων δανείων και αποδυναμώνει τη δυνατότητα των τραπεζών να επενδύσουν». Ο ΟΟΣΑ συστήνει στην ελληνική κυβέρνηση να ενθαρρύνει τις τράεπζες να ενισχύσουν περαιτέρω την κεφαλαιακή τους βάση με αύξηση της οργανικής κερδοφορίας.
Το κυνήγι της επενδυτικής βαθμίδας
«Η αποκατάσταση των πρωτογενών πλεονασμάτων στον προϋπολογισμό είναι αναγκαία, δεδομένου του αυξανόμενου πληθωρισμού, σημειώνει ο ΟΟΣΑ. Η αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, η επιδίωξη ενός ευρύτερου και πιο ισότιμου μείγματος εσόδων και η βελτίωση της αποδοτικότητας του δημοσίου τομέα, θα επιτρέψουν τα δημόσια οικονομικά να στηρίξουν τις επενδύσεις, τα εισοδήματα και τη συμπερίληψη» αναφέρει ο ΟΟΣΑ. Τονίζει δε πως ο περιορισμός των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρςα και η σταθερή μείωση του δημοσίου χρέους είναι καθοριστικής σημασίας ώστε η Ελλάδα να δει το αξιόχρεό της να αναβαθμίζεται στην επενδυτική βαθμίδα. Αυτό με τη σειρά του θα διευκόλυνε τη χρηματοδότηση και τις επενδύσεις.