Θέμα ημερών είναι η επίσπευση των διαδικασιών ώστε η αύξηση του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα να ισχύσει από την 1η Απριλίου, νωρίτερα από την 1η Μαΐου που προέβλεπε ο αρχικός σχεδιασμός.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα θα επιφέρει μισθολογικές αυξήσεις σε περίπου 650.000 εργαζόμενους, που έχει συνδεθεί η αμοιβή τους με αυτά τα κατώτατα όρια. Όμως, ενώ η αρχική εκτίμηση πως η αύξηση θα ήταν στα επίπεδα του 5,5%, με συνέπεια ο κατώτατος μισθός να ανέλθει στα 751 ευρώ, από 713 ευρώ που είναι σήμερα, επιστρέφοντας στα επίπεδα που ήταν το 2012, δηλαδή προ μνημονίων, το οικονομικό επιτελείο γίνεται αποδέκτης μιας σειράς διαφορετικών σεναρίων.
Η αρνητική οικονομική συγκυρία εξαιτίας του αυξημένου πληθωρισμού, που δείχνει να επιμένει, δημιουργεί μια σειρά από νέα δεδομένα. Στο οικονομικό επιτελείο φέρεται να εξετάζονται ως εναλλακτικές μορφές αύξησης ο συνδυασμός της με παράλληλες παροχές έμμεσης ενίσχυσης του εισοδήματος και της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων. Υπάρχει πάντα όμως και η πολύ αισιόδοξη πρόβλεψη για την περαιτέρω ενίσχυση των κατώτατων αποδοχών έως και τα 780 ευρώ.
Ο συνδυασμός της μισθολογικής αύξησης με άλλα μέτρα φαίνεται να αποτελεί κοινό παρονομαστή συγκεκριμένων μερών, που έχουν «ειδικό βάρος» στη διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού.
Η εργοδοτική πλευρά προτίθεται να εκφράσει τη μόνιμη επιδίωξη της περαιτέρω μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, αλλά και την παροχή διευκολύνσεων ως προς τη φορολόγηση και το ενεργειακό κόστος. Έτσι, εκτιμάται ότι θα μπορούσε να απορροφηθεί η επιβάρυνση που θα προκύψει για τις επιχειρήσεις από την αύξηση των κατώτατων αποδοχών.
Υπενθυμίζεται ότι πολλές μεγάλες επιχειρήσεις παρέχουν ήδη στους εργαζόμενους κουπόνια για αγορές τροφίμων και καυσίμων μέχρι του ποσού των 300 ευρώ ετησίως, το οποίο είναι αφορολόγητο. Ενδεχόμενη απαλλαγή από τον φόρο για υψηλότερα ποσά θα ήταν ένα μέτρο προς την κατεύθυνση της απορρόφησης των «κραδασμών» από τον νέο, υψηλότερο κατώτατο μισθό.
Στον αντίποδα βρίσκεται η ΓΣΕΕ, που ζητά αύξηση του κατώτατου μισθού στα 850 ευρώ, σε συνδυασμό με την επαναφορά των τριετιών, οι οποίες παραμένουν «παγωμένες» από το 2012 και μετά. Επίσης, στις μόνιμες διεκδικήσεις της Συνομοσπονδίας συγκαταλέγεται και το αίτημα για επαναφορά του δικαιώματος προσδιορισμού των κατώτατων αποδοχών από τους κοινωνικούς εταίρους.
Υπενθυμίζεται ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού συμπαρασύρει 23 επιδόματα, τα οποία είναι συνδεδεμένα με αυτόν. Πρόκειται για τα εξής:
– Επίδομα ανεργίας
– Επίσχεσης εργασίας
– Ειδικό εποχιακό
– Ειδικό βοήθημα μετά τη λήξη επιδότησης λόγω ανεργίας
– Ειδικό βοήθημα μετά από τρίμηνο παραμονής στα μητρώα του ΟΑΕΔ
– Ειδικό βοήθημα σε όσους εξέτισαν ποινή στερητική της ελευθερίας
– Αφερεγγυότητας του εργοδότη
– Διαθεσιμότητας
– Παροχή προστασίας της Μητρότητας
– Μαθητείας
– Ασκούμενων σπουδαστών ΤΕΙ
– Πρακτική άσκηση φοιτητών σχολών τουριστικής εκπαίδευσης
– Ειδική επιδότηση εκδοροσφαγέων
– Ειδική συμπληρωματική παροχή ανεργίας φορτοεκφορτωτών
– Επιδότηση λόγω ανεργίας των ξεναγών
– Επιδότηση λόγω ανεργίας αδελφών νοσοκόμων
– Επιδότηση λόγω ανεργίας δασεργατών
– Επιδότηση λόγω ανεργίας ρητινοσυλλεκτών
– Βοήθημα ανεργίας ασφαλισμένων τ.ΕΤΑΠ-ΜΜΕ
– Βοήθημα ανεργίας ασφαλισμένων τ. ΟΑΕΕ
– Βοήθημα ανεργίας ασφαλισμένων τ. ΕΤΑΑ
– Άδειας συμμετοχής σε εξετάσεις για σπουδαστές, φοιτητές, μαθητές που είναι εργαζόμενοι
– Προγράμματα απασχόλησης Αντίθετα, δεν συνδέεται με τον κατώτατο μισθό και άρα δεν μπορεί να αυξηθεί το επίδομα μακροχρόνιας ανεργίας (200 ευρώ).
Από την έντυπη έκδοση