Σε 400 εκατ. ευρώ υπολογίζονται οι έξτρα τόκοι στεγαστικών δανείων για τις συγκεκριμένες χορηγήσεις ολόκληρου του κλάδου. Επομένως, αυτό εκτιμάται πως είναι και το ποσό με το οποίο θα πρέπει να επιδοτηθούν οι ιδιώτες δανειολήπτες σε ένα ενδεχόμενο πρόγραμμα του Υπουργείου Οικονομικών.
Το παραπάνω εκπροσωπεί τις μέχρι τώρα αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ που μετακυλήθηκαν σχεδόν αυτούσιες στους δανειολήπτες και υπολογίζονται στο 1,5% και όχι στο 2% μιας και δεν υπήρχαν αρνητικά επιτόκια στη χώρα μας. Επομένως, η αύξηση από -0,5% στο 0% δεν επέδρασε στους τόκους των δανείων.
Το ποιο θα είναι το πρόγραμμα αυτό μένει να συμφωνηθεί διμερώς κάτι που όπως φαίνεται δεν θα γίνει άμεσα, καθώς και οι δύο πλευρές αναμένουν και τις τελικές αποφάσεις της ΕΚΤ για την περαιτέρω άνοδο των επιτοκίων κατά τον Δεκέμβριο. Σε περίπτωση που αυτές διαμορφωθούν σε άλλο ένα 0,50% τότε θα μιλάμε για ένα κόστος 530 εκατ. ευρώ.
Οι επιλογές των επιδοτήσεων
Τα σχόλια πάντως αξιωματούχων της ΕΚΤ υποδηλώνουν ότι η συζήτηση για ένα επόμενο βήμα που αφορά την αύξηση των επιτοκίων τον Δεκέμβριο κατά 50 bps ή 75 bps δεν έχει ακόμη αποφασιστεί πραγματικά.
Και ενώ η αναμονή περισσεύει, ο πρωθυπουργός έδωσε στίγμα στο Λονδίνο για μη περαιτέρω φορολόγηση των τραπεζικών κερδών σε αντίθεση με όσα είχαν διατυπωθεί τις προηγούμενες ημέρες από επιτελείς της κυβέρνησης, ερωτώμενος σχετικώς.
Δεν θα μπορούσε εξάλλου να είναι διαφορετικά τα πράγματα καθώς ο αναβαλλόμενος φόρος που αντιπροσωπεύει ποσό σημαντικό στα κεφάλαια των τραπεζών δεν το επιτρέπει.
Οι τράπεζες ως γνωστόν έχουν προτείνει ένα πρόγραμμα Γέφυρα που η διαφορά των 400 ή και παραπάνω εκατ. ευρώ θα επιδοτηθεί για τους πιο αδύναμους και τους έχοντες την πρώτη κατοικία να βρίσκεται υπό πίεση. Από την άλλη πλευρά το Υπουργείο Οικονομικών συζητάει για το Ισπανικό μοντέλο που μετριάζει αισθητά την περίμετρο των δικαιούχων αλλά και σε κάθε περίπτωση με περιόδους χάριτος δημιουργεί στις τράπεζες ανάγκη λήψης νέων προβλέψεων καθώς ενήμερα δάνεια θα οδηγηθούν στο στάδιο 2 και δάνεια του σταδίου 2 στο στάδιο 3.
Και έτσι, ενώ η σχετική συζήτηση έχει μείνει ανοιχτή, o πρωθυπουργός στο Λονδίνο ζήτησε εμμέσως πλην σαφώς εκλογίκευση των τιμολογήσεων των υπηρεσιών των τραπεζών αλλά και αυτές να δώσουν τελικώς αποδόσεις στους καταθέτες.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι τράπεζες ενώ δεν έχουν αυξήσει τα επιτόκια καταθέσεων εν τούτοις απολαμβάνουν χωρίς κόστος άφθονη ρευστότητα.
800 εκατ. τόκοι στις καταθέσεις το 2023
Ξεκινώντας από τα νέα αυτά δεδομένα οι τράπεζες κατανοώντας πως δεν μπορούν χωρίς αποδόσεις να συνεχίσουν και στην καινούρια χρονιά έχουν προγραμματίσει στους προϋπολογισμούς τους το κόστος των αποδόσεων στις καταθέσεις μέσω ανόδου των επιτοκίων να διαμορφωθεί σε 800 εκατ. ευρώ την ερχόμενη χρονιά.
Η άνοδος των επιτοκίων καταθέσεων θα περιλαμβάνει αυτήν που αναμένεται να λάβει χώρα το Δεκέμβριο αλλά και ότι λάβει χώρα στη νέα χρονιά.
Τα επιτόκια δεν πρόκειται να αυξηθούν πριν τις αρχές του έτους και η αύξηση αυτή θα ενσωματώσει το μισό των αυξήσεων του Δεκεμβρίου και το 50% των λοιπών αυξήσεων μέσα στην επόμενη χρονιά όπως αυτές εκτιμώνται στην παρούσα φάση από τις τράπεζες. Όλες οι ευρωπαϊκές τράπεζες εκτιμάται πως θα κινηθούν αντιστοίχως.