Έντονο παρασκήνιο «κρύβει» η μετάθεση των αποφάσεων για τα νέα μέτρα αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης στις 13 Δεκεμβρίου, σε ένα ακόμα (το έκτο για φέτος) έκτακτο Συμβούλιο των Υπουργών Ενέργειας της ΕΕ. Και τούτο διότι οι χώρες που τάσσονται υπέρ ενός «ρεαλιστικού και εφαρμόσιμου» πλαφόν –κατά την διατύπωση του Ελληνα ΥΠΕΝ Κώστα Σκρέκα– χρησιμοποίησαν ως διαπραγματευτικό όπλο για να επιτύχουν ουσιαστικές βελτιώσεις στην πρόταση της Κομισιόν για πλαφόν στα 275 ευρώ/MWh (και με όρους που το καθιστούν ουσιαστικά ανεφάρμοστο) την άρνησή τους να εγκρίνουν τις υπόλοιπες προτάσεις για τις οποίες υπάρχει ευρεία συναίνεση: Ο λόγος για τον Κανονισμό για τις fast-track αδειοδοτήσεις σε ΑΠΕ και αυτόν που περιείχε όλα τα υπόλοιπα μέτρα για την αγορά φυσικού αερίου (μηχανισμοί αλληλεγγύης, κοινές προμήθειες κλπ.).
Η ψήφιση των δυο αυτών Κανονισμών τελεί υπό την αίρεση της επίτευξης συμφωνίας για τον τρίτο και πιο αμφιλεγόμενο: Αυτόν που θα εξειδικεύει το πλαφόν στο φυσικό αέριο με τρόπο που θα γεφυρώνει το βαθύ ρήγμα μεταξύ των χωρών της ΕΕ, κάτι που ασφαλώς δεν πέτυχε η πρόταση της Επιτροπής.
Πώς συντονίστηκαν οι 15
Πληροφορίες αναφέρουν ότι οι 15 χώρες υπέρ του πλαφόν συντονίστηκαν μεταξύ τους σε συνάντηση πριν την έναρξη της Συνόδου (με την Ελλάδα να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στις ζυμώσεις). Αποφάσισαν δε να ζητήσουν από κοινού σημαντικές βελτιώσεις στην πρόταση της Επιτροπής για το πλαφόν, ώστε να καταστεί εφικτή η ταυτόχρονη έγκριση και των τριών Κανονισμών μαζί στην επόμενη σύνοδο των ΥΠΕΝ το Δεκέμβριο.
Η τσεχική προεδρία της ΕΕ έκανε αποδεκτή την πρόταση, ενώ την αντίθεσή τους φέρεται να εξέφρασαν η Ολλανδία, η Αυστρία, η Φινλανδία, η Δανία, η Εσθονία, η Ιρλανδία και το Λουξεμβούργο που επεδίωκαν την άμεση υιοθέτηση των δυο «ώριμων» Κανονισμών. Εάν πετύχαιναν τον στόχο τους, το πλαφόν κατά πάσα πιθανότητα θα οδηγούνταν στις….καλένδες των Βρυξελλών. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η «ισορροπημένη» στάση που τήρησε η Γερμανία που φέρεται να αποδέχθηκε την ταυτόχρονη υιοθέτηση των τριών κανονισμών, υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνουν σεβαστές οι δικλείδες ασφαλείας που υιοθέτησε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για το πλαφόν, δεσμευόμενη να προσέλθει με καλή πίστη στο νέο γύρο διαπραγματεύσεων.
Στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε τη Σύνοδο, ο προεδρεύων υπουργός Ενέργειας και Βιομηχανίας της Τσεχίας Γιόζεφ Σίκελα παραδέχθηκε ότι οι συνομιλίες για το πλαφόν ήταν «έντονες» και οι απόψεις «αποκλίνουσες». Δήλωσε ωστόσο συγκρατημένα αισιόδοξος για επίτευξη συνολικής συμφωνίας το Δεκέμβριο. «Δεν αποτελεί επιλογή το να μην υπάρχει συναίνεση, γιατί το διακύβευμα είναι πολύ μεγάλο», είπε χαρακτηριστικά, χωρίς ωστόσο να διευκρινίσει με ποιο τρόπο θα συγκεραστούν οι αποκλίνουσες απόψεις.
Η Επίτροπος Ενέργειας Κάντρι Σίμσον, εμφανώς αμήχανη, υπεραμύνθηκε της πρότασης που κατέβασε, επαναλαμβάνοντας ότι ήταν μια «άσκηση ισορροπίας» που έπρεπε να ικανοποιήσει τις προϋποθέσεις που έθεσαν οι Ευρωπαίοι ηγέτες, για έναν μηχανισμό που θα αποτρέπει επεισόδια ακραίων τιμών φυσικού αερίου –όπως αυτά του περασμένο Αυγούστου- χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια εφοδιασμού της ΕΕ , τη χρηματοοικονομική σταθερότητα και τις προσπάθειες για μείωση κατανάλωσης του καυσίμου και χωρίς να διαταράσσει τις ροές εντός της Ένωσης. Αρνήθηκε να απαντήσει στο πώς η πρόταση θα αποτρέπει ακραίες τιμές όπως αυτές του Αυγούστου ενώ έτσι όπως έχει δομηθεί….δεν θα ενεργοποιούνταν τότε. Σημείωσε πώς το πλαφόν δεν είναι απλώς ένας αριθμός, αλλά ένα «σετ αλληλοσυνδεόμενων παραμέτρων» και δήλωσε ότι οι υπηρεσίες της είναι έτοιμες να συνδράμουν τα κράτη-μέλη για να επιτευχθεί η πολυπόθητη χρυσή τομή που πάντως δεν διαφαίνεται προσώρας στον ορίζοντα…
Η στάση της Ελλάδας
Κατά την τοποθέτησή του στο Συμβούλιο, ο κ. Σκρέκας δήλωσε ότι «Το πλαφόν στα 275 ευρώ/MWh δεν αποτελεί στην πραγματικότητα ανώτατο όριο. Χρειαζόμαστε ένα ρεαλιστικό μηχανισμό που να εφαρμόζεται στην πράξη. Με ένα ανώτατο όριο μεταξύ 150 και 200 ευρώ/MWh, η Ευρώπη μπορεί να εξασφαλίσει το φυσικό αέριο που χρειάζεται και να προκαλέσει σημαντικές μειώσεις της ζήτησης». Ο ίδιος υπογράμμισε την ανάγκη εφαρμογής του μηχανισμού όταν η αγορά λειτουργεί σε συνθήκες ηρεμίας και όχι σε έκτακτες περιόδους, όταν οι τιμές έχουν ξεπεράσει το ανώτατο όριο για πολλές ημέρες: «Αν περιμένουμε μεγάλο διάστημα για να επιβάλουμε μείωση της τιμής, δεν είναι εύκολο να περιορίσουμε την τιμή στο επίπεδο του ανώτατου ορίου. Αυτό θα είναι αποσταθεροποιητικό». Σχετικά με τη διαδικασία ενεργοποίησης του μηχανισμού, ο κ. Σκρέκας πρότεινε το ανώτατο όριο να επιβάλλεται αυτόματα αλλά να καταργείται με πολιτική απόφαση. Κλείνοντας, ο τόνισε ότι η πρόταση μπορεί να βελτιωθεί και να αναδειχθεί σε έναν αποτελεσματικό μηχανισμό, τον οποίο οι αγορές θα λάβουν σοβαρά υπόψιν.