Το Εθνικό Σύστημα Υγείας, πρέπει να είναι εθνικό και όχι κατ’ ανάγκη κρατικό. Από τις δομές υγείας δεν περισσεύει κανένας. Δημόσιες και ιδιωτικές δομές, χρειάζονται όλες. Ο χαρακτήρας του δημοσίου συστήματος δεν αλλοιώνεται από συνεργασίες με ιδιωτικές δομές. Σημασία έχει ο χώρος της υγείας να είναι προσβάσιμος σε όλους». Αυτό σημείωσε ο υπουργός Υγείας, Θάνος Πλεύρης, μιλώντας στο 3ο Φόρουμ Καινοτομίας, με τον τίτλο «Καινοτομία: Κινητήρια δύναμη της οικονομίας», το οποίο συνδιοργανώνουν το Ελληνογερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο και η Πρεσβεία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, στην Αθήνα.
Κατά τον χαιρετισμό του στο πάνελ της εκδήλωσης, με τίτλο «Καινοτομία και ψηφιοποίηση στην κλινική πρακτική» – Best Practices από τη Γερμανία και την Ελλάδα, ο υπουργός τόνισε ότι οι καινοτομίες στο χώρο της υγείας δεν αφορούν μόνο στις επενδύσεις και τις νέες τεχνολογίες, αλλά και στους ανθρώπους, οι οποίοι γίνονται δέκτες των τεχνολογιών αυτών. «Βούληση της κυβέρνησης είναι να έχουμε μια ολιστική προσέγγιση στην υγεία, για μια ισχυρή πρωτοβάθμια περίθαλψη, όπου σήμερα είναι ήδη εγγεγραμμένοι 4,5 εκατ. πολίτες. Για την καλύτερη παρεχόμενη φροντίδα υγείας διαθέσαμε από το Ταμείων Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας το ποσό των 250 εκατ. ευρώ, που επενδύεται για τον ψηφιακό φάκελο ασθενή και την ψηφιοποίηση των νοσοκομείων», ανέφερε.
Μιλώντας για τον ΕΟΠΥΥ ο υπουργός υπογράμμισε ότι, πλέον, συμβάλλεται με παρόχους που διαθέτουν συγκεκριμένα ποιοτικά κριτήρια, αξιοποιώντας στο μέγιστο δυνατό βαθμό την καινοτομία, ενώ σχολιάζοντας το επενδυτικό claw back σημείωσε ότι θεσπίσθηκε, ώστε οι φαρμακοβιομηχανίες να μπορούν να λαμβάνουν πίσω συγκεκριμένες επιβαρύνσεις, προκειμένου να στηρίξουν την επενδυτική τους δράση.
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο ίδιος τόνισε ότι η κυβέρνηση επενδύει στην κουλτούρα της πρόληψης χορηγώντας κίνητρα σε όλες τις επιχειρήσεις στους τομείς υγείας και του φαρμάκου. «Θέλουμε να εκμεταλλευθούμε κάθε διαθέσιμο δεδομένο που μπορεί να μας προσφέρει ο ψηφιακός μετασχηματισμός. Από το πρώτο στάδιο, κατά το οποίο ο πολίτης θα μπορεί να παρακολουθεί τον ιατρικό του φάκελο, έως τη σχέση του με τον ασφαλιστικό οργανισμό, τη δευτεροβάθμια περίθαλψη, τις προληπτικές εξετάσεις και τις θεραπείες».
Πρόοδος στη ανάπτυξη καινοτόμων λύσεων
Τοποθετούμενος στο ίδιο πάνελ, ο διευθύνων σύμβουλος της Bayer Ελλάς ΑΕ, Αντρέας Πόλνερ, ανέφερε μεταξύ άλλων: «Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στη ανάπτυξη καινοτόμων λύσεων που ανταποκρίνονται στις σύγχρονες προκλήσεις, ενώ ο ψηφιακός μετασχηματισμός, τόσο του ιδιωτικού, όσο και του δημοσίου τομέα, προχωρά με γοργούς ρυθμούς. Σε αυτές τις αλλαγές εξέχουσα θέση έχει ο κλάδος της υγείας, ένας κλάδος που δοκιμάστηκε από την πανδημία και θα δοκιμάζεται από νέες υγειονομικές προκλήσεις. Στην Bayer, επενδύουμε σθεναρά στην καινοτομία, ώστε να μπορέσουμε να συμβάλλουμε στην αντιμετώπιση των σύγχρονων θεμάτων με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και υποστηρίζουμε τη συνεργασία για την επιτάχυνση της ανάπτυξης καινοτόμων λύσεων. Μέσα από συνεργασίες με πανεπιστημιακά ιδρύματα, ερευνητικά κέντρα, νεοφυείς επιχειρήσεις αλλά και φορείς του δημοσίου τομέα, συμβάλλουμε στην ανάπτυξη ψηφιακών λύσεων για την πρόληψη την έγκυρη διάγνωση αλλά και την αποτελεσματική διαχείριση των χρόνιων νοσημάτων, πάντα με γνώμονα τη βελτίωση της υγείας και της ποιότητας ζωής των ασθενών και όλων εκείνων που τους φροντίζουν».
Στρατηγική αειφορίας
Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Boehringer Ingelheim Hellas ΑΕ, Δημήτρης Αναγνωστάκης, αναφέρθηκε στη σύνδεση της καινοτομίας με τη στρατηγική αειφορίας της Boehringer Ingelheim. Όπως είπε: «απόρροια της στρατηγικής αειφόρου ανάπτυξης αποτελεί η συνεχής επένδυση της εταιρείας με προδιαγραφές industry 4.0., στο εργοστάσιό της στο Κορωπί, το οποίο έχει μετατραπεί σε κέντρο παραγωγής και εξαγωγών των καινοτόμων αντιδιαβητικών φαρμάκων της εταιρείας σε 80 Χώρες». Ο ίδιος εξήγησε ότι «σύμφωνα με την έκθεση του ινστιτούτου Wifor, η άμεση συνεισφορά της Boehringer Ingelheim στο ΑΕΠ της Ελλάδας ανέρχεται σε περίπου 8% της ελληνικής φαρμακευτικής βιομηχανίας. Συμπεριλαμβανομένων των δευτερογενών επιπτώσεων, η εταιρεία συνεισέφερε σχεδόν 310 εκατ. ευρώ στο ΑΕΠ. Με ποσοστό 11%, η Boehringer Ingelheim στην Ελλάδα πέτυχε αξιοσημείωτη συνολική ένταση R&D (εσωτερικές και εξωτερικές δαπάνες R&D ανά GVA), η οποία υπερβαίνει κατά πολύ τον στόχο του 3% για τη χώρα. Η δραστηριότητα της Boehringer στην Ελλάδα δημιούργησε 5.764 έμμεσες και 1.573 άμεσες θέσεις εργασίας στην ελληνική αγορά εργασίας, στηρίζοντας έτσι σχεδόν 7.700 ελληνικές θέσεις εργασίας. Τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν το πολύ σημαντικό αποτύπωμα της Boehringer Ingelheim στην Ελλάδα».
Η έρευνα φέρνει ανάπτυξη
H Managing Director / General Manager της Merck Greece & Cyprus, Σούζαν Κινγκ-Μπαρνάρντο, ανέφερε ότι «τα δύο τρίτα της οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρώπη προέρχονται από επενδύσεις στην έρευνα και την ανάπτυξη. Τα μοντέλα έρευνας και ανάπτυξης του φαρμακευτικού / βιοτεχνολογικού κλάδου αναπτύσσουν διαρκώς πρωτοποριακή καινοτομία για την κάλυψη ανεκπλήρωτων ιατρικών αναγκών σε όλες τις θεραπευτικές κατηγορίες, συμβάλλοντας έτσι σε μια εύρωστη βιομηχανία και δημιουργώντας θέσεις εργασίας υψηλής ειδίκευσης, κάτι που αποτελεί κινητήρια δύναμη της οικονομικής προόδου. Η ανάπτυξη της απαραίτητης υποδομής για τη συλλογή και ανάλυση δεδομένων, σε συνδυασμό με την πρόσβαση σε ήδη διαθέσιμα δεδομένα και την υιοθέτηση ενός αποδοτικού σχήματος υγειονομικής περίθαλψης, είναι υψίστης σημασίας για το μέλλον».
Athens LifeTech Park
Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου ο co-CEO του ομίλου ELPEN και πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ), Θεόδωρος Τρύφων, δήλωσε: «Με επίκεντρο τον Έλληνα ασθενή, η ELPEN επενδύει σε νέες τεχνολογίες τόσο στον παραγωγικό τομέα με τα εργοστάσιά της σε Πικέρμι, Κερατέα και Τρίπολη, όσο και στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης με το νέο Πάρκο Βιοτεχνολογίας στα Σπάτα, το Athens LifeTech Park. Εκεί φιλοδοξούμε να δημιουργήσουμε ένα οικοσύστημα βιοτεχνολογίας ενισχύοντας την ελληνική πρωτοβουλία στον τομέα της έρευνας και της τεχνολογίας. Στην ELPEN πιστεύουμε στις δυνατότητες της χώρας μας και θεωρούμε ότι η Ελλάδα μπορεί να γίνει ένα ισχυρό ερευνητικό και παραγωγικό hub στον τομέα του φαρμάκου παγκοσμίως».