Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Η αναβάθμιση από τον S&P, που είχε προεξοφληθεί από την αγορά ομολόγων, αλλά όχι απαραίτητα από τους ειδικούς, στους οποίους η εμπειρία του παρελθόντος υποδείκνυε να είναι συγκρατημένοι, έρχεται να δώσει ακόμη μία τονωτική ένεση στο οικονομικό κλίμα. Συμπληρώνει δε την εικόνα της εισόδου της χώρας σε μία σταθερή τροχιά ανάκαμψης και την πίστη ότι δεν υπάρχει λόγος να αποκλίνει από αυτήν, παρά τα όποια εμπόδια θα συναντά από ένα διεθνές περιβάλλον, στο οποίο η «νέα κανονικότητα» είναι η διαρκής αβεβαιότητα και οι ανατροπές. Τα οφέλη για την οικονομία είναι πολλαπλά, αλλά η αξιοποίησή τους δεν είναι αυτονόητη. Και οι προκλήσεις δεν λείπουν.
Πέρα από τη βαθμολογία, που περιορίζει την απόστασή μας από την επενδυτική βαθμίδα στις τρεις κλίμακες, εξαιρετικά σημαντική είναι και η θετική προοπτική (outlook), αφού σημαίνει πιθανή νέα αναβάθμιση ή δυνατότητα νέας αναβάθμισης σε ορίζοντα δώδεκα μηνών. Τι χρειαζόμαστε για να την πετύχουμε; Επιμονή στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και πειθαρχία στο οικονομικό σχέδιο και στις συμφωνίες με τους πιστωτές, λέει ο οίκος. Και τι θα μπορούσε να την επισπεύσει; Μία ταχύτερη μείωση του όγκου των κόκκινων δανείων, που λειτουργούν σήμερα ως μεγάλο βαρίδι για το τραπεζικό σύστημα και την πραγματική οικονομία. Ο Ηρακλής έχει μπροστά του άθλους, αλλά αν κινηθεί με αποφασιστικότητα μπορεί να φέρει πολύ περισσότερα από το επιθυμητό νούμερο στην αναλογία των NPLs.
Αυτό που θα πρέπει επίσης να τονίσουμε είναι ότι οι αναλυτές του αμερικανικού οίκου υιοθετούν ουσιαστικά αισιόδοξο σενάριο για την ανάπτυξη. Αποδέχονται το στόχο του 2% για φέτος (την ώρα που οι προβλέψεις των ΙΟΒΕ και ΚΕΠΕ ρίχνουν τον πήχη χαμηλότερα) και βλέπουν μέση ανάπτυξη 2,5% για την περίοδο 2019-2022, κάτι που σημαίνει ότι δεν αποκλείουν να πιάσουμε τον στόχο του 2,8% την επόμενη χρονιά, παρά τους δυσμενείς εξωτερικούς παράγοντες, με κυριότερους τις εμπορικές και γεωπολιτικές εντάσεις, αλλά και τον αντίκτυπο του Brexit, που κανείς ακόμη δεν μπορεί να μετρήσει.
Η ανάπτυξη όμως είναι ένα μεγάλο στοίχημα, που προϋποθέτει υλοποίηση των όσων διακηρήσσονται για επενδύσεις και ιδιωτικοποιήσεις μακροπρόθεσμου ορίζοντα και παραγωγής θέσεων εργασίας, όπως και τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, χωρίς αυτό να σημαίνει μείωση του αφορολόγητου ορίου. Από την έκβαση αυτού του στοιχήματος εξαρτώνται άμεσα και οι δημοσιονομικοί στόχοι. Στο δημοσιονομικό πεδίο ο S&P δεν περιμένει αρνητικές εκπλήξεις. Ποντάρει σε υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα φέτος και σε τήρησή του το 2020 με ένα 3,5% του ΑΕΠ. Εκτιμά μάλιστα ότι οι κίνδυνοι για τον προϋπολογισμό έχουν περιοριστεί αφού οι πρόσφατες αποφάσεις του ΣτΕ έρχονται να ξεκαθαρίσουν έως έναν βαθμό το τοπίο.
Στα δημοσιονομικά η ίδια η αναβάθμιση είναι ακόμη ένα όπλο στη διαπραγμάτευση της Αθήνας με τους Ευρωπαίους για χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα στη συνέχεια, που θα αφήσουν την οικονομία να πάρει ανάσες. Και τούτο γιατί μπορεί να οδηγήσει σε ακόμη χαμηλότερο κόστος δανεισμού στις αγορές και κατά συνέπεια σε ουσιαστική βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους μεσοπρόθεσμα.
Τα ομόλογα επιδίδονται ήδη το τελευταίο διάστημα σε ράλι εν αναμονή των αξιολογήσεων, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για περαιτέρω κέρδη. Το ίδιο βεβαίως ισχύει και για την χρηματιστηριακή αγορά και ειδικά τις τραπεζικές μετοχές.
Το θετικό κλίμα στην αγορά σπρώχνει με τη σειρά του προς νέες αναβαθμίσεις και γιατί όχι προς τη κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, που θα εξασφαλίσει την είσοδο των ελληνικών ομολόγων στο δεύτερο γύρο ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Αρκεί βεβαίως να προλάβουμε να τον αξιοποιήσουμε, πριν τα «γεράκια» στους κόλπους της ΕΚΤ πιέσουν για τερματισμό τους. Υπάρχουν με λίγα λόγια οι προϋποθέσεις για έναν ενάρετο κύκλο, αλλά και εμπόδια που πρέπει να υπερβούμε για να μπούμε σε αυτόν. Δεν είναι τα πάντα στον έλεγχο της Αθήνας, αλλά τα σημαντικότερα εξαρτώνται από εμάς.
naftemporiki.gr