Του Γιάννη Παγκαλιά
[email protected]
Χωρίς ξεκάθαρη κατεύθυνση κινήθηκαν τα χρηματιστήρια, σε μία συνεδρίαση που πρωταγωνίστησε το Brexit και η έλλειψη σαφήνειας αναφορικά με τη μετάθεση της καταλυτικής ημερομηνίας για την αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας από την Ε.Ε., σε συνδυασμό με τα εταιρικά αποτελέσματα για το γ΄ τρίμηνο του 2018.
Στη Wall Street το αρχικό μούδιασμα της συνεδρίασης από τα απογοητευτικά αποτελέσματα της Boeing και της Caterpillar, υποχώρησε γρήγορα, καθώς οι επενδυτές στράφηκαν στις αμερικανικές μετοχές.
Παρά τα απογοητευτικά αποτελέσματα δεικτοβαρών μετοχών όπως της Boeing, οι επιδόσεις των αμερικανικών εταιρειών για το προηγούμενο τρίμηνο είναι αρκούντως ικανοποιητικές.
Από το 19% των εταιρειών οι μετοχές των οποίων διαπραγματεύονται στον δείκτη S&P 500, το 80% εξ αυτών έχουν ανακοινώσει καλύτερα του αναμενομένου οικονομικά αποτελέσματα για το γ΄ τρίμηνο.
Η κατασκευάστρια ημιαγωγών Texas Instruments έθεσε υπό πίεση τον τεχνολογικό κλάδο σε όλον τον κόσμο, τόσο από τα αποτελέσματά της για το προηγούμενο τρίμηνο που ήταν κατώτερα των προσδοκιών, όσο και για τη γενναία υποβάθμιση των προβλέψεών της για το τρέχον τρίμηνο.
Στην Ευρώπη ο πανευρωπαϊκός δείκτης Euro STOXX 600, παρά την αβεβαιότητα του Brexit, έμεινε αλώβητος, κλείνοντας με κέρδη 0,12%.
Απτόητο έμεινε και το Λονδίνο, σημειώνοντας άνοδο 0,69%, όπως και η Φρανκφούρτη (0,34%).
Αντίθετα, το χρηματιστήριο του Παρισιού επηρεάσθηκε από την υποχώρηση σε χαμηλό 4,5 χρόνων του δείκτη για το επιχειρηματικό κλίμα στη μεταποίηση, υποχωρώντας οριακά 0,08%.
Απώλειες 0,60% κατέγραψε το Μιλάνο, καθώς το θέμα του προϋπολογισμού της Ιταλίας για το 2020 έχει αναδειχθεί σε μείζον ζήτημα της Ε.Ε. και της ιταλικής κυβέρνησης.
Ο τεχνολογικός κλάδος έκλεισε 0,48% χαμηλότερα, υπό το βάρος των μετοχών των κατασκευαστριών ημιαγωγών.
Στην Ασία, πέραν του χρηματιστηρίου του Τόκιο που ενισχύθηκε 0,34%, επικράτησαν οι ρευστοποιήσεις.
Η LG Display, εκ των βασικοτέρων προμηθευτών της Apple, ανακοίνωσε μεγαλύτερες του αναμενομένου απώλειες για το προηγούμενο τρίμηνο, εντείνοντας τον προβληματισμό για τις επιπτώσεις του σινο-αμερικανικού εμπορικού πολέμου.