Την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και την άρση των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων αναδεικνύει ως βασικές προτεραιότητες ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών Θεόδωρος Φέσσας τονίζοντας ότι η εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής είναι τώρα η αποστολή της κυβέρνησης.
Αναφερόμενος στη νεοεκλεγείσα κυβέρνηση, επισημαίνει ότι το εκλογικό αποτέλεσμα αποτελεί προσωπική νίκη του πρωθυπουργού και δηλώνει πεπεισμένος ότι ο Αλέξης Τσίπρας γνωρίζει καλά πως οποιαδήποτε καθυστέρηση θα ήταν επιζήμια για την οικονομία και για τη χώρα.
«Η κυβέρνηση θα κριθεί από το πώς θα εφαρμόσει τα μέτρα του προγράμματος προσαρμογής. Σε κάθε περίπτωση δεν έχει χρόνο να χάσει, προπάντων όχι με ατελείωτη επαναδιαπραγμάτευση. Το θέμα τώρα είναι η εφαρμογή», δηλώνει ο κ. Φέσσας στην γερμανική οικονομική εφημερίδα «Handelsblatt».
Χαρακτηρίζει ως «πρώτο θετικό βήμα» την επανίδρυση του υπουργείου Βιομηχανίας, που αποτελούσε από καιρό αίτημα του ΣΕΒ.
«Το επόμενο βήμα, θα πρέπει να είναι ένα βιώσιμο καθεστώς για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Εκτός από αυτά, πρέπει η κυβέρνηση να δημιουργήσει θεσμικό πλαίσιο για τις επενδύσεις. Κάθε χαμένη μέρα σημαίνει μεγαλύτερη ανεργία και περισσότερη υποχώρηση της οικονομίας. Για μια βιώσιμη ανάκαμψη, η Ελλάδα χρειάζεται σύμφωνα με τους δικούς μας υπολογισμούς επενδύσεις ύψους περίπου 100 δισεκατομμυρίων ευρώ στα επόμενα επτά χρόνια», προσθέτει, για να σημειώσει ότι οι τομείς του τουρισμού, της ενέργειας , της επεξεργασίας τροφίμων, του χονδρικού και λιανικού εμπορίου και των logistics προσφέρονται για επενδύσεις.
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την σταθερότητα της κυβέρνησης, ο πρόεδρος του ΣΕΒ σημειώνει ότι δεν θα ήταν σωστό να ξεκινήσουμε μια τέτοια συζήτηση αμέσως μετά τις εκλογές.
Έχει μια καθαρή εντολή από τους ψηφοφόρους. Η κυβέρνηση δείχνει πιο ενωμένη από ό,τι θα ήταν ίσως ένας ευρύτερος συνασπισμός. Μην ξεχνάμε ότι το 80% των βουλευτών της νέας Βουλής υποστηρίζει το νέο πρόγραμμα διάσωσης και την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Η αντιπολίτευση θα ασκήσει τον ρόλο της πολύ προσεκτικά. Η εποχή των ψευδαισθήσεων και της σκιαμαχίας έχει για όλους τελειώσει», υποστηρίζει.
Σε ό,τι αφορά το αν θα ήλπιζε να δει ανεξάρτητους τεχνοκράτες στο κυβερνητικό σχήμα, δηλώνει ότι «διέξοδο στην αντικειμενικά δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα, θα βρούμε μόνο με πολιτική και κοινωνική συναίνεση» και καλεί τους πολιτικούς να κάνουν χρήση κάθε τεχνικής βοήθειας που είναι διαθέσιμη.
Σχετικά με την επιλογή κυβερνητικού εταίρου από τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, ο κ. Φέσσας τονίζει ότι ήδη πριν από τις εκλογές, ο ΣΕΒ είχε δηλώσει ότι τώρα είναι η ώρα της μεγάλης συνεννόησης, αλλά διευκρινίζει ότι αυτή η συνεννόηση δεν χρειάζεται οπωσδήποτε να λάβει τη μορφή ενός κυβερνητικού συνασπισμού.
«Μπορεί να συνίσταται και στο ότι η αντιπολίτευση θα στηρίζει την κυβέρνηση σε κρίσιμες ψηφοφορίες. Θα θέλαμε πάντως να ελπίζουμε ότι στο εξής, δεν θα θέσει κανείς σε κίνδυνο την τύχη της χώρας», δηλώνει και χαρακτηρίζει «αχτίδα φωτός» το γεγονός ότι σε αυτές τις εκλογές, οκτώ στους δέκα ψηφοφόρους ψήφισαν κόμματα που στηρίζουν το πρόγραμμα προσαρμογής, παρότι είναι οδυνηρό.
Εκτιμά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές είναι πολύ πιο ενωμένος, καθώς το κόμμα κατάλαβε ότι η παραμονή της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή οικογένεια είναι απαραίτητη για την επιβίωσή της.
«Είμαστε πρόθυμοι να προσφέρουμε κάθε πιθανή τεχνική βοήθεια στην κυβέρνηση, σε μια ευρεία γκάμα θεμάτων», προσθέτει και απευθύνει έκκληση προς τον πρωθυπουργό, «να χρησιμοποιήσει κάθε διαθέσιμη δυνατότητα, προκειμένου να πετύχει η εθνική προσπάθεια να οδηγηθεί η χώρα έξω από την κρίση».
Θέλει πράγματι η ελληνική κοινωνία την καταπολέμηση της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής; – ερωτάται ο Πρόεδρος του ΣΕΒ από την Handelsblatt, για να δηλώσει ότι μια κοινωνία μπορεί να αλλάξει υπό την πίεση της πραγματικότητας. «Μας τελείωσε το χρήμα», λέει χαρακτηριστικά και συνεχίζει «το γεγονός ότι μακροπρόθεσμα μπορεί κανείς να ξοδεύει μόνο τόσα όσα έχει, είναι μια καλβινιστική παραδοχή, η οποία ενδεχομένως να μην ανταποκρίνεται στην ελληνική νοοτροπία. Παρόλα αυτά είναι μια σωστή παραδοχή την οποία και η ελληνική κοινωνία πρέπει να αντιμετωπίσει».
Πηγή: ΑΜΠΕ