Από την έντυπη έκδοση
Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]
«Χρυσή ευκαιρία» θεωρείται από πολλούς η εξαίρεση του ελληνικού ελαιόλαδου, μαζί με τις βρώσιμες ελιές, από τους δασμούς που δρομολογεί να επιβάλει στις εισαγωγές ευρωπαϊκών προϊόντων στην αμερικανική αγορά η κυβέρνηση Τραμπ. Ωστόσο, η εξαίρεση αυτή δεν πρέπει να θεωρηθεί πανάκεια που θα οδηγήσει στην εκτόξευση των ελληνικών εξαγωγών ελαιόλαδου στις ΗΠΑ.
Στην πραγματικότητα, η εξαίρεση αυτή αποτελεί μια καλή αφορμή ώστε να υπάρξει στοχευμένος σχεδιασμός, προκειμένου το ελληνικό ελαιόλαδο να καταφέρει αρχικά να γίνει γνωστό στους Αμερικανούς καταναλωτές -γιατί δεν είναι- και κατ’ επέκταση να διεκδικήσει μια πιο ισχυρή θέση στα αμερικανικά ράφια.
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι στην επικείμενη ενεργοποίηση της νέας δασμολογικής πολιτικής των ΗΠΑ, που τοποθετείται περί τις 18 Οκτωβρίου, υπάρχει ένας αστερίσκος που αφορά την «αντίστοιχη» αίτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά των Ηνωμένων Πολιτειών στη διαιτητική επιτροπή του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ). Στον βαθμό που ο ΠΟΕ εγκρίνει και την ευρωπαϊκή λίστα, τότε η έκβαση της υπόθεσης μπορεί να αλλάξει και στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων να πέσουν νέες δυνατότητες «συμψηφισμού» του «κόστους» του εμπορικού πολέμου και για τις δύο πλευρές.
Στο ενδεχόμενο, όμως, να ισχύσουν ως έχουν οι δασμοί της λίστας Τραμπ, τότε σε ό,τι αφορά το ελαιόλαδο το ισχυρότερο πλήγμα το δέχεται η Ισπανία, που εμπίπτει στα όσα προβλέπει το νέο καθεστώς, ήτοι στην επιβάρυνση 25%. Οι νέοι δασμοί αφορούν στην πράξη τούς περίπου 75.000 τόνους που διαθέτει η Ισπανία στις ΗΠΑ, tonnage που αποτελεί το 25% των συνολικών εισαγωγών ελαιόλαδου στην αμερικανική αγορά.
Υπάρχουν και οι Ιταλοί
Σε πρώτη ανάγνωση, υπήρξαν εκτιμήσεις που θεώρησαν ότι η επιβάρυνση με δασμούς σε αυτό το πεδίο των 75.000 τόνων ισπανικού ελαιόλαδου μπορεί να «πριμοδοτήσει» το ελληνικό, δημιουργώντας τις συνθήκες ώστε τα ελληνικά σήματα να κερδίσουν μεγαλύτερο κομμάτι στην αμερικανική «πίτα».
Ωστόσο, στην προσέγγιση αυτή θα πρέπει να προσμετρηθεί ότι εκτός από τα ελληνικά ελαιόλαδα εξαιρέθηκαν από τους δασμούς και τα ιταλικά. Συνεπώς, οι Ιταλοί, που αποτελούν τον δεύτερο εξαγωγέα ελαιόλαδου στις ΗΠΑ, θα επιδιώξουν να διευρύνουν περαιτέρω την παρουσία τους.
Επιπλέον, με γνώμονα ότι για τους Ισπανούς τα έσοδα από τις εξαγωγές ελαιόλαδου στις ΗΠΑ το 2018 διαμορφώθηκαν σε περίπου 400 εκατ. ευρώ, το ενδεχόμενο να μείνουν με σταυρωμένα χέρια φαντάζει δύσκολο.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι Ισπανοί θα μπορούσαν να αναζητήσουν εναλλακτική μέσω της εξαγωγής χύμα ελαιόλαδου στις ΗΠΑ, το οποίο να τυποποιούν εκεί, «περιορίζοντας» την επιπλέον επιβάρυνση στην τιμή σε πολύ μικρότερα ποσοστά του 25% που προβλέπει η δασμολογική κλάση του Τραμπ.
Αξία εξαγωγών
Για την Ελλάδα οι εξαγωγές τυποποιημένου ελαιόλαδου στις ΗΠΑ δεν αγγίζουν τις επιδόσεις που καταγράφουν οι βρώσιμες ελιές. Σύμφωνα με έκθεση του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων (ΟΕΥ) στην Ουάσιγκτον, το 2018 η αξία των εξαγωγών της κατηγορίας «Λαχανικά παρασκευασμένα ή διατηρημένα χωρίς ξίδι», που στην πλειονότητά τους αφορούν τις ελιές, ήταν 133,82 εκατ. ευρώ, ενώ οι εξαγωγές ελληνικού ελαιόλαδου στις ΗΠΑ το 2018 ήταν 41,96 εκατ. ευρώ. Επί της ουσίας οι εγχώριες εξαγωγές ελαιόλαδου καλύπτουν το 3% της κατανάλωσης στις ΗΠΑ.
Υπό το πρίσμα αυτό, μέρος από το «κενό» που δύναται να προκύψει από τις απώλειες που δεν θα προλάβουν να καλύψουν οι Ισπανοί ή οι Ιταλοί παραγωγοί επί αμερικανικού εδάφους, μπορεί να αναδειχθεί σε ευκαιρία για το ελληνικό ελαιόλαδο, στον βαθμό που οι εμπλεκόμενοι φορείς στην αλυσίδα -παραγωγοί, μεταποιητές, εξαγωγείς – πολιτεία- επιδείξουν γρήγορα αντανακλαστικά.
Στο επίκεντρο θα πρέπει να βρεθεί η δυναμική που έχει σε όρους προστιθέμενης αξίας το ελληνικό ελαιόλαδο και αυτό θα πρέπει να «αναγνωριστεί» από τους Αμερικανούς καταναλωτές.
Ιδιωτική ετικέτα
Όπως αναφέρουν μιλώντας στη «Ν» στελέχη της αγοράς ελαιόλαδου με πολύχρονη εμπειρία στο επιχειρείν, «για το ελληνικό ελαιόλαδο μπορεί να υπάρχει ένα ιδιαίτερα αναπτυξιακό πεδίο στο κομμάτι της παραγωγής κωδικών ιδιωτικής ετικέτας για αλυσίδες της οργανωμένης λιανικής τροφίμων που δραστηριοποιούνται στην αμερικανική αγορά».
Ανοδική η τάση στην κατανάλωση
Η κατανάλωση ελαιόλαδου από τα αμερικανικά νοικοκυριά, με βάση τα τελευταία στοιχεία για το έτος 2017, εμφάνισε αύξηση κατά ένα ποσοστό της τάξεως του 2,48% σε σχέση με το έτος 2016. Τα νοικοκυριά εκείνα που χρησιμοποιούν ελαιόλαδο πολύ συχνά (μία φορά την εβδομάδα, ή 3,2 λίτρα/έτος) και αρκετά συχνά (μερικές φορές τον μήνα, ή 1,5 λίτρο/έτος) καλύπτουν το μεγαλύτερο ποσοστό της λιανικής κατανάλωσης και αντιπροσωπεύουν, ως εκ τούτου, την καλύτερη ομάδα-στόχο για ανάπτυξη του προϊόντος.
Επίσης, η κατανάλωση ελαιόλαδου στις ΗΠΑ είναι συγκεντρωμένη κατά μήκος της Ανατολικής Ακτής και κυρίως στις νοτιοανατολικές πολιτείες. Αυτό πηγάζει αφενός, ιστορικά, από τη διάδοση των συνηθειών των Ιταλών μεταναστών και αφετέρου από την υψηλή πληθυσμιακή συγκέντρωση. Ο μεγαλύτερος όγκος ελαιόλαδου συναντάται στη νοτιο-ατλαντική περιοχή με ποσοστό 23%, ενώ ακολουθούν οι μεσο-ατλαντικές πολιτείες (Μid-Αtlantic) με 18% και η περιοχή Ειρηνικού με 12%. Το ποσοστό όγκου περιορίζεται σημαντικά στις κεντρικές περιοχές της χώρας, με 5% στη νοτιοανατολική κεντρική περιοχή.