Skip to main content

Εκκληση για ρύθμιση βεβαιωμένων οφειλών

Από την έντυπη έκδοση

Των Γιάννη Κανουπάκη, Φάνη Ζώη και Σταμάτη Ζησίμου

Διευκολύνσεις στην αποπληρωμή των βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία, τα οποία δημιουργήθηκαν από τον Ιούλιο και μετά, λόγω της καθίζησης των συναλλαγών και του τζίρου που επέφεραν τα capital controls, ζητούν μέσω της «Ν» εκπρόσωποι των παραγωγικών φορέων της χώρας.

Οι ίδιοι, μάλιστα, περιγράφουν με μελανά χρώματα την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στην αγορά, συρρικνώνοντας ακόμη περισσότερο τη ρευστότητα των επιχειρήσεων, σε μια περίοδο που «τρέχουν» υποχρεώσεις προς την εφορία, τα ασφαλιστικά ταμεία, τους εργαζομένους και τους προμηθευτές τους.

Τονίζουν, επίσης, πως έχουν αυξηθεί τα φαινόμενα κατάχρησης της απαίτησης για προπληρωμές και εξοφλήσεις σε μετρητά, ενώ έχει δημιουργηθεί ένα στρεβλό πλαίσιο διαχείρισης των ληξιπρόθεσμων επιταγών, καθώς υπάρχουν επιχειρήσεις που δεν έχουν να πληρώσουν και άλλες που κερδίζουν ρευστότητα και οδηγούν άλλους κλάδους σε ασφυξία. Το δίκαιο αίτημα παράτασης των προθεσμιών εξόφλησης συγκρούεται με το δίκαιο αίτημα ταχείας ρύθμισης των οφειλών, διότι υπάρχει ο κίνδυνος δημιουργίας φαύλου κύκλου μη αποπληρωμών.

Ελλείψεις στην αγορά

Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ και του ΕΒΕΠ, Βασίλης Κορκίδης, χαρακτηρίζει τη νέα απόφαση για χαλάρωση των capital controls ως ικανοποιητική και απαραίτητη. Η νέα προσπάθεια με τις 14 αναγκαίες αλλαγές στους τραπεζικούς περιορισμούς, σαφώς δίνει κάποιες λύσεις, όμως θεωρεί αφενός ότι δεν επαρκούν και αφετέρου ότι υπάρχει μακρύς δρόμος για πραγματική χαλάρωση και πολύς χρόνος για οριστική άρση των capital controls.

Συγκεκριμένα, εξηγεί: «Με τη συμπλήρωση τριών μηνών από την επιβολή των capital controls οι δυσκολίες στις συναλλαγές των ελληνικών επιχειρήσεων με το εξωτερικό συνεχίζουν να ταλαιπωρούν το σύνολο της αγοράς και ως εκ τούτου κάθε απόφαση για περαιτέρω χαλάρωση των περιορισμών στη διακίνηση κεφαλαίων για εμπορικές πράξεις είναι καλοδεχούμενη, εν όψει μάλιστα και των αυξημένων χειμερινών αναγκών για παραγγελίες από το εξωτερικό».

Επιπλέον, όπως αναφέρει ο κ. Κορκίδης, οι ελλείψεις στην αγορά είναι πλέον ορατές στο εμπόριο, με βασικά προβλήματα να παρατηρούνται σε πρώτες ύλες, ανταλλακτικά και μηχανήματα εξαιτίας των πολλών καθυστερήσεων στις εισαγωγές, ενώ πολύ λιγότερα είναι τα ζητήματα σε τρόφιμα και φάρμακα. Τα πλαστικά, χημικά, μέταλλα, βιομηχανικά και υλικά συσκευασίας είναι ανάμεσα στα είδη που έχουν προκαλέσει ελλείψεις στη μεταποίηση και την ελαφρά βιομηχανία.

Στις επιχειρήσεις χονδρικού και λιανικού εμπορίου, παρά το γεγονός ότι τα capital controls έχουν χαλαρώσει σε σχέση με τους αρχικούς περιοριστικούς όρους, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία παρουσιάζονται ελλείψεις κυρίως στα είδη ένδυσης, αλλά και σε ανταλλακτικά οχημάτων, μηχανημάτων και εξοπλισμού πλοίων.

Επιπτώσεις στις εξαγωγές

Η επιβολή capital controls επηρέασε όλο το φάσμα των λειτουργιών των ελληνικών επιχειρήσεων και ειδικά των εξαγωγικών, εκτιμά η πρόεδρος του ΠΣΕ, Χριστίνα Σακελλαρίδη. «Από τη μισθοδοσία και τις βάρδιες του προσωπικού έως την προμήθεια πρώτων υλών παραγωγής και αξιοποίηση εισπράξεων από το εξωτερικό», όπως τονίζει. Ηδη, όπως εξηγεί η κα Σακελλαρίδη, τα πιο πρόσφατα στοιχεία κατέδειξαν τη μεγάλη επίπτωση στο εξωτερικό εμπόριο της χώρας, με τη μείωση κατά 32% των συνολικών εισαγωγών τον περασμένο Ιούλιο.

Η επίσημη παραδοχή των αρμόδιων αρχών για κάλυψη μέρους μόνο των αιτημάτων για εμβάσματα εισαγωγών, σε σχέση με την περσινή περίοδο, και τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο, προοιωνίζεται ενδεχόμενη μείωση στη βιομηχανική παραγωγή και την εμπορική δραστηριότητα, γεγονός που επιδρά αρνητικά στη μελλοντική πορεία και των εξαγωγών.

Επίσης, η επιβολή δυσθεώρητων επιβαρύνσεων και κρατήσεων εκ μέρους των τραπεζών για τη διεκπεραίωση απλών τραπεζικών διαδικασιών, εμβασμάτων και πληρωμών επιτείνει το πρόβλημα ρευστότητας των επιχειρήσεων, που σε συνδυασμό με την καθυστέρηση της πολυαναμενόμενης ρύθμισης για τα «κόκκινα» δάνεια και την ιδιότυπη παύση πληρωμών του Δημοσίου προς τους ιδιώτες, δημιουργεί ένα εκρηκτικά απειλητικό μίγμα για δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις.

Στρεβλώσεις στο επιχειρείν

Οι επιπτώσεις από την εφαρμογή των capital controls, εκτός από τις προφανείς συνέπειες στην αγορά, στους κύκλους εργασιών, τη ρευστότητα και τη ζήτηση, έχει οδηγήσει σε έναν στρεβλό μετασχηματισμό της επιχειρηματικότητας και της καταναλωτικής πρακτικής. Αυτό αναφέρει ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ), Γιώργος Καββαθάς. Κωδικοποιώντας τις παρατηρήσεις του, επισημαίνει ότι:

  1. Εχουν ευνοηθεί επιχειρήσεις οι οποίες είχαν προετοιμαστεί και τηρούσαν λογαριασμούς στο εξωτερικό, και σήμερα κερδίζουν μερίδιο αγοράς λόγω της δυνατότητας εισαγωγών και παραγγελιών με ευνοϊκότερους όρους.
  2. Εχουν αυξηθεί τα φαινόμενα κατάχρησης της απαίτησης για προπληρωμές και εξοφλήσεις σε μετρητά. Αυτό, όπως είναι φανερό, επιτείνει το πρόβλημα της ρευστότητας.
  3. Εχει μεταφερθεί μέρος της κατανάλωσης στις αρχές της περιόδου εφαρμογής των κεφαλαιακών ελέγχων, ενώ αναμένουμε το τελευταίο τρίμηνο να υπάρξει κάθετη πτώση του τζίρου, ιδιαίτερα σε διαρκή καταναλωτικά αγαθά.
  4. Εχει δημιουργηθεί ένα στρεβλό πλαίσιο διαχείρισης των ληξιπρόθεσμων επιταγών, καθώς υπάρχουν επιχειρήσεις που δεν έχουν να πληρώσουν και άλλες που κερδίζουν ρευστότητα και οδηγούν άλλους κλάδους σε ασφυξία. Το δίκαιο αίτημα παράτασης των προθεσμιών εξόφλησης συγκρούεται με το δίκαιο αίτημα ταχείας ρύθμισης των οφειλών, διότι υπάρχει ο κίνδυνος δημιουργίας φαύλου κύκλου μη αποπληρωμών.

«Κλειδί» η ανακεφαλαιοποίηση

Η επιβολή των capital controls «πάγωσε» κάθε επιχειρηματική συναλλαγή, ιδιαίτερα με το εξωτερικό, ενώ και στο εσωτερικό τα καθημερινά προβλήματα μοιάζουν ανυπέρβλητα, διαπιστώνει

ο πρόεδρος της ΚΕΕΕ και του ΕΒΕΑ, Κωνσταντίνος Μίχαλος. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι ρυθμίσεις με τις οποίες το τελευταίο διάστημα επιχειρεί η κυβέρνηση να αμβλύνει τις αρνητικές επιπτώσεις της επιβολής των τραπεζικών περιορισμών, σε καμία περίπτωση δεν επαρκούν για την ανεμπόδιστη άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας.

«Η επιμελητηριακή κοινότητα», τονίζει ο κ. Μίχαλος, «έχει αναπτύξει λεπτομερώς τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις λόγω των κεφαλαιακών περιορισμών και ζητεί την όσο το δυνατόν συντομότερη άρση των capital controls.

Ο επιχειρηματικός κόσμος εκτιμά ότι με την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών δεν θα υφίσταται κανένας λόγος για παραμονή εν ισχύι των κεφαλαιακών περιορισμών».

Παράταση εξόφλησης ζητεί το ΒΕΑ

Ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας (ΒΕΑ) Παύλος Ραβάνης σημειώνει πως «από τις αρχές Ιουλίου, λίγες ημέρες μετά την επιβολή των capital controls, πάρα πολλές ήταν οι επιχειρήσεις που αναγκάστηκαν, είτε λόγω έλλειψης πρώτων υλών είτε λόγω έλλειψης ρευστότητας, να δώσουν άδεια στο προσωπικό τους -πολλές εξ αυτών και άνευ αποδοχών- ή και να κλείσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Από τις αρχές Σεπτεμβρίου, οπότε και δόθηκε η δυνατότητα στις τράπεζες να διεκπεραιώνουν αιτήματα έως 10.000 ευρώ για εισαγωγή πρώτων υλών ή ανταλλακτικών, η κατάσταση ομαλοποιήθηκε σε σημαντικό βαθμό. Ωστόσο, το μεγάλο πρόβλημα της έλλειψης ρευστότητας παραμένει για το σύνολο των επιχειρήσεων. Αρκετές εξ αυτών αναγκάστηκαν να αναζητήσουν διέξοδο στο εξωτερικό, ενώ επίσης πολλές ήταν αυτές που εξέτασαν ή εξετάζουν το ενδεχόμενο μεταφοράς της έδρας τους».

Με βάση τις εκτιμήσεις του Επιμελητηρίου, επισημαίνει ο κ. Ραβάνης, η πτώση στον κύκλο εργασιών στις βιοτεχνικές επιχειρήσεις λόγω των capital controls κυμάνθηκε μεταξύ 30% – 40% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2014. Συνεπώς η κατάσταση για τη βιοτεχνία, όπως άλλωστε και για όλη την αγορά, είναι δραματική.

«Για τον λόγο αυτό οι επιχειρήσεις ζητούν σήμερα επιτακτικά από την κυβέρνηση -τουλάχιστον για τις υποχρεώσεις τους προς το Δημόσιο- να παρασχεθούν διευκολύνσεις αποπληρωμής, είτε με την παράταση εξόφλησης των βεβαιωμένων οφειλών είτε με την υπαγωγή τους σε ένα σύστημα πολλών δόσεων. Είναι επιβεβλημένο να υπάρξει μία ρύθμιση, ώστε να βοηθηθούν οι επιχειρήσεις στο να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας, αλλά και να διασφαλίσουν τις συνθήκες για την επιβίωσή τους» καταλήγει ο πρόεδρος του ΒΕΑ.