Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Η χρονιά των μεγάλων προκλήσεων: η αντιμετώπιση της ενεργειακής καθώς και αυτή της υγειονομικής κρίσης είναι οι άμεσες και οι προφανείς προκλήσεις. Δεν είναι όμως μόνον αυτές. Το 2022, η χώρα θέλει να πάψει να είναι το μοναδικό μέλος της Ευρωζώνης που εξακολουθεί να τελεί σε καθεστώς «ενισχυμένης εποπτείας». Θέλει, αν όχι να ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα για τα ομόλογά της, τουλάχιστον να την πλησιάσει, ώστε να πάψει και σε αυτό το επίπεδο να αναζητεί τις κατ’ εξαίρεση διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για να διασφαλίζει χαμηλό κόστος δανεισμού στις αγορές. Και θέλει ένα αίσιο τέλος στις διαπραγματεύσεις που θα κορυφωθούν στο β’ εξάμηνο της νέας χρονιάς για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Διότι από το νέο Σύμφωνο θα καθοριστούν οι δημοσιονομικοί στόχοι που θα πρέπει να επιτυγχάνονται τα επόμενα πολλά χρόνια, άρα και τα περιθώρια άσκησης φιλικής στην ανάπτυξη οικονομικής πολιτικής τόσο από τη σημερινή, όσο και από τις μελλοντικές κυβερνήσεις. Η μεγαλύτερη ίσως πρόκληση της νέας χρονιάς θα είναι η διασφάλιση της ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία. Κάτι που θα αποτελέσει την «απόδειξη» ότι το μεγάλο ποσοστό αύξησης του ΑΕΠ που καταγράφηκε το 2021 δεν ήταν μια απλή «αντίδραση» ύστερα από την παρατεταμένη και πολυετή ύφεση που κορυφώθηκε με τα lockdowns του Covid-19, αλλά η αρχή μιας ανοδικής πορείας με διάρκεια.
Έτσι, η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάπτυξης που ήδη άρχισαν να εισρέουν, η άντληση των κονδυλίων από τον πολυετή προϋπολογισμό της Ε.Ε., η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων ώστε να γίνει φιλικότερη η οικονομία για τις επενδύσεις, αλλά και η πάταξη της γραφειοκρατίας και της φοροδιαφυγής προστίθενται αυτόματα στον κατάλογο των μεγάλων προκλήσεων. Και μάλλον με μεγαλύτερη βαρύτητα από κάθε άλλη χρονιά, καθώς τώρα είναι και το διακύβευμα σαφώς μεγαλύτερο.
Άμεσες αποφάσεις
Οι πρώτες αποφάσεις για την αντιμετώπιση των προκλήσεων θα πρέπει να ληφθούν πριν κλείσει ο πρώτος μήνας της νέας χρονιάς. Το ζητούμενο είναι να βρεθεί η ισορροπία ανάμεσα στην ανάγκη στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων ώστε να ξεπεραστούν υγειονομική και ενεργειακή κρίση, αλλά και στην ανάγκη να μην υπάρξει δημοσιονομικός εκτροχιασμός με το… καλημέρα της νέας χρονιάς, κάτι που θα θέσει υπό αμφισβήτηση τους υπόλοιπους στόχους. Ακόμη και μέσα στην εβδομάδα αναμένεται να ανακοινωθεί το νέο πλαίσιο στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης. Με συγκεκριμένα κριτήρια, ώστε να αποφευχθεί η οριζόντια και δαπανηρή στήριξη, η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να καλύψει τις ανάγκες, αξιοποιώντας τα πρόσθετα έσοδα που «γεννά» η ίδια η ενεργειακή κρίση μέσα από την αύξηση των τιμών των ρύπων αλλά και της ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα υπάρξει και άμεση επίπτωση στον κρατικό προϋπολογισμό.
Για την υγειονομική κρίση, οι νέες ενισχύσεις -μετά την ανακοίνωση του μέτρου της αναστολής των συμβάσεων εργασίας- θα ανακοινωθούν επίσης μέσα στον Ιανουάριο και θα είναι επίσης απολύτως στοχευμένες. Το άγνωστο στοιχείο αυτή τη στιγμή είναι η διάρκεια της νέας φάσης της πανδημίας. Για να προστατεύσει τον δημοσιονομικό χώρο, το οικονομικό επιτελείο θα επιχειρήσει να στηρίζει αφού έχει σαφή εικόνα για την έκταση της ζημιάς. Ο τελικός απολογισμός θα επιχειρηθεί να γίνει προς την άνοιξη, όταν εκτιμάται ότι θα έχει περάσει και αυτή η φάση.
Τήρηση συμφωνηθέντων
Η «συνταγή» για την ολοκλήρωση της μεταμνημονιακής εποπτείας δεν είναι άλλη από την τήρηση των συμφωνηθέντων και τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων. Αυτό περιλαμβάνει και την -κατά το δυνατόνεκτέλεση του προϋπολογισμού εντός των συμφωνηθέντων ορίων. Μπορεί η ρήτρα διαφυγής να ισχύει και για το νέο έτος, όμως η κυβέρνηση θέλει να στείλει μηνύματα δημοσιονομικής εξυγίανσης της χώρας τόσο προς τις αγορές και τους ελεγκτικούς οίκους (από τους οποίους εξαρτάται και η αναβάθμιση των ελληνικών τίτλων), όσο και προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τις κυβερνήσεις των άλλων χωρών-μελών της Ευρωζώνης με τους οποίους η Ελλάδα θα καθίσει στο ίδιο τραπέζι για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας. Βασική επιδίωξη της χώρας είναι να συμφωνηθεί η παραγωγή «λογικών» πλεονασμάτων.
Για τον εθνικό στόχο της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας, το βάρος θα πέσει στο υπουργείο Οικονομικών και στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, ο οποίος θα επιδιώξει να γεμίσει την ειδησεογραφία του 2022 με «θετικά πιστωτικά γεγονότα». Σε αυτά περιλαμβάνονται ενέργειες που μειώνουν το κόστος δανεισμού και βελτιώνουν την καμπύλη του χρέους. Σε αυτά κατατάσσονται βέβαια και οι ενέργειες πρόωρης αποπληρωμής του χρέους.