Skip to main content

«Καμπανάκι» για τον επιτοκιακό κίνδυνο

Από την έντυπη έκδοση

Της Νένας Μαλλιάρα
[email protected]

Διαγνωστικό έλεγχο όλων των παραμέτρων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αρνητικές εκπλήξεις τις τράπεζες στα stress tests του 2018 διενεργεί η ΕΚΤ.

Στο πλαίσιο αυτό, πέραν του πιστωτικού κινδύνου που βρίσκεται συνεχώς στο «μικροσκόπιο» της ΕΚΤ, τώρα έρχεται να προστεθεί και ο επιτοκιακός κίνδυνος, καθώς ο συνεχής πτωτικός κύκλος των επιτοκίων οδεύει προς το τέλος του. Η ΕΚΤ προετοιμάζεται να αποσύρει το πρόγραμμα νομισματικής στήριξης έπειτα από χρόνια ιδιαίτερα χαμηλών επιτοκίων και μαζικών αγορών ομολόγων, ανοίγοντας τον δρόμο για αυξήσεις επιτοκίων.

Υπό την προοπτική αυτή και ερευνώντας τις αντοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών σε μία αλλαγή του τοπίου στα επιτόκια, η ΕΚΤ ανακοίνωσε χθες ότι 51 από τις μεγάλες τράπεζες της Ευρωζώνης είναι εκτεθειμένες σε μια ξαφνική αλλαγή στα επιτόκια.
Κατόπιν αυτού, εκτιμά η ΕΚΤ, ίσως χρειαστεί να εξοικονομήσουν περισσότερα κεφάλαια προκειμένου να αντισταθμίσουν και αυτό το ρίσκο.

Η ΕΚΤ οδηγήθηκε στο συμπέρασμα αυτό κατόπιν προσομοίωσης σεναρίων ξαφνικής νομισματικής σύσφιγξης και «παγώματος» του δανεισμού που ακολούθησαν ως φαινόμενα την κατάρρευση της Lehman Brothers. Έτσι, διαπίστωσε ότι κατ’ αρχάς οι περισσότερες από τις 111 τράπεζες που συμμετείχαν στα τεστ, είναι καλά προετοιμασμένες για απότομες αλλαγές των επιτοκίων.

Ωστόσο, με 51 τράπεζες θα πρέπει να υπάρξουν «έντονες συζητήσεις», αφού η ΕΚΤ διαπιστώνει ότι ίσως είναι ευάλωτες σε μεγάλες τοποθετήσεις σε παράγωγα και ιδιαίτερα επιθετικά μοντέλα για τον υπολογισμό του ρίσκου τους.

Οι προειδοποιήσεις της ΕΚΤ ότι κάποιες τράπεζες ενδέχεται να πληγούν από την απότομη αναστροφή της πτωτικής τάσης των επιτοκίων, απαιτώντας πρόσθετη κεφαλαιακή οχύρωση, έρχονται μετά τις πρόσφατες απαιτήσεις της ΕΚΤ που βρίσκονται σε διαβούλευση και οι οποίες αφορούν την κάλυψη των τραπεζών έναντι του πιστωτικού κινδύνου.

Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ ζητά από τις τράπεζες την κατά 100% κάλυψη των από 1/1/2018 μη εξυπηρετούμενων δανείων τους από προβλέψεις, εντός διετίας αν πρόκειται για καταναλωτικά και δάνεια από κάρτες (δάνεια άνευ εξασφαλίσεων) και εντός επταετίας αν πρόκειται για στεγαστικά δάνεια (δάνεια με εξασφαλίσεις).

Οι απαιτήσεις της ΕΚΤ ήδη δημιουργούν αντιδράσεις εντός των κόλπων των τραπεζών της Ευρωζώνης, καθώς κρίνονται δυσβάστακτες για τις τράπεζες και τα κεφάλαια που θα χρειαστεί να βάλουν στην άκρη για προβλέψεις θα τα θυσιάσουν από την κερδοφορία τους.

Ωστόσο, το θέμα της συσσώρευσης των NPLs που εξακολουθούν να πιέζουν τους τραπεζικούς ισολογισμούς, ανησυχεί σφόδρα την ΕΚΤ, αλλά και χώρες των οποίων οι τράπεζες διατηρούν υπό έλεγχο τον πιστωτικό κίνδυνο. Κάτι που προμηνύει ότι πολύ δύσκολα η ΕΚΤ θα κάνει πίσω στις απαιτήσεις της. Είναι ενδεικτικό ότι χθες, μιλώντας σε συνέδριο στο Μιλάνο, το μέλος της ΕΚΤ, Ιβ Μερς, ήταν ιδιαίτερα αιχμηρός με αφορμή τα προβληματικά ιταλικά δάνεια.

Η Ιταλία, της οποίας οι τράπεζες κατέχουν το 30% σχεδόν των 915 δισ. ευρώ που είναι το σύνολο των επισφαλών δανείων της Ευρωζώνης, έχει αντιδράσει έντονα σε αυτά τα μέτρα, ζητώντας από την ΕΚΤ να τα κάνει πιο ήπια μετά τη δημόσια διαβούλευση που θα διεξαχθεί μέχρι τις 8 Δεκεμβρίου.

Ο Μερς, ερωτηθείς για τις ανησυχίες της Ιταλίας σχετικά με τις νέες προτάσεις, τόνισε ότι «εάν έχουμε κανόνες στην Ευρώπη, δεν μπορούμε πάντα να βάζουμε σε εφαρμογή κάποιες εξαιρέσεις, ιδιαίτερα αν αυτές οι εξαιρέσεις είναι… εσωτερικά κατασκευασμένες». Πρόσθεσε δε πως προκειμένου να επισπευσθεί η ευρωπαϊκή τραπεζική ένωση, «πρέπει ο καθένας να φτιάξει τα οικονομικά του κράτους του, σε κάθε κράτος».

Οι τοποθετήσεις αυτές «αντανακλούν» τις πιέσεις που θα υποστούν και οι ελληνικές τράπεζες. Εξαιτίας των καθυστερήσεων στις προηγούμενες αξιολογήσεις και της ανησυχίας για επανάληψή τους και στην επικείμενη τρίτη αξιολόγηση, οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται στην «πρέσα» για την ταχύτερη υλοποίηση δράσεων μείωσης των «κόκκινων» δανείων.

Σύμφωνα με πληροφορίες, τα αναθεωρημένα πλάνα μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και δανείων των ελληνικών τραπεζών, όπως τα υπέβαλαν τις προηγούμενες ημέρες στον SSM, προβλέπουν αύξηση των στόχων μείωσης κατά 30%-40% το 2018.

Κάτι που καθιστά προφανή την ασφυκτική πίεση που θα ασκηθεί το προσεχές διάστημα για την έναρξη και πρόοδο των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, όπως επίσης και κάθε άλλου μέσου για την είσπραξη οφειλών από δάνεια.