Από τότε που οι γνωστές αλυσίδες μόδας, όπως Gap, Abercrombie & Fitch και J.Crew, ήταν στις πρώτες προτιμήσεις των Αμερικανών καταναλωτών έχει περάσει πολύς καιρός. Σήμερα τα έσοδά τους έχουν μειωθεί σημαντικά.
Καταλυτικό ρόλο σε αυτή την εξέλιξη παίζει το διαδίκτυο αλλά και ο ευρωπαϊκός ανταγωνισμός. Οι νέοι άνθρωποι της Ν. Υόρκης εκφράζουν ξεκάθαρα τις προτιμήσεις τους. «Η Gap παλαιότερα ήταν καλή εταιρεία. Αλλά σήμερα η ποιότητα είναι πολύ κακή. Μετά το πρώτο πλύσιμο τα ρούχα χαλάνε», λέει η 17χρονη Μέριλιν, η οποία ανήκει στο δυνατό αγοραστικό κοινό των ανθρώπων κάτω των 35 ετών.
Οι συνήθειες των νέων όμως σε ό,τι αφορά τον τρόπο με τον οποίο ψωνίζουν έχουν αλλάξει. Ο Χέρμπερτ Κλάινμπεργκερ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης εξηγεί τις διαφορές: «Οι νεαροί δεν πηγαίνουν πλέον στα εμπορικά κέντρα για τα ψώνια τους, όπως παλιά. Επιπλέον διαθέτουν τα χρήματά τους όλο και περισσότερο σε τομείς όπως είναι η ψυχαγωγία ή οι ηλεκτρονικές συσκευές».
Τα λεγόμενα malls δεν έχουν πλέον το σημαντικό ρόλο που είχαν στο παρελθόν ως μέρη κοινωνικής συναναστροφής. Σε αυτό προστίθεται το γεγονός ότι πολλοί καταναλωτές πραγματοποιούν τις αγορές τους πλέον μέσω διαδικτύου.
Κερδίζει το «Fast Fashion»
Πριν από μερικές εβδομάδες η αλυσίδα Gap ανακοίνωσε ότι πρόκειται να κλείσει το 25% των 700 καταστημάτων της. Η εταιρεία J. Crew δεν κατάφερε να βγει στο χρηματιστήριο όπως σκόπευε, αφού τα χρέη της ανέρχονται σε 1,5 δισ. δολάρια.
Αντίθετα, οι πελάτες των εταιρειών που εδρεύουν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού σχηματίζουν ουρές. Το βασικό τους πλεονέκτημα είναι η ταχύτητα, γι’ αυτό συχνά αποκαλούνται εταιρείες «Fast Fashion». Οι εταιρείες J. Crew, Gap κλπ. χρειάζονται περίπου εννέα μήνες μέχρι να κυκλοφορήσουν τα προϊόντα τους στην αγορά. Οι ανταγωνιστικές τους εταιρείες μόλις τον μισό χρόνο.
Αλυσίδες όπως Zara, H&M κλπ. είναι σε θέση να αντιγράψουν τις τάσεις των εκθέσεων μόδας μέσα σε λίγες μόνο ημέρες, υποστηρίζει ο Ρόμπιν Λιούις, ειδικός του κλάδου. Σχεδόν σε καθημερινή βάση τα υποκαταστήματα στις ΗΠΑ επικοινωνούν με τα κεντρικά της Ισπανίας. «Κάθε βράδυ συγκεντρώνουν πληροφορίες και δημιουργούν μια ευέλικτη μικρή ποσότητα νέων προϊόντων που στέλνουν στα καταστήματά τους περίπου κάθε δύο εβδομάδες. Τα τεμάχια είναι πολύ λίγα, έτσι ώστε τα προϊόντα που σημειώνουν χαμηλές πωλήσεις να απομακρύνονται γρήγορα.»
Την ίδια ώρα που οι ευρωπαϊκές εταιρείες γνωρίζουν τεράστια επιτυχία στις ΗΠΑ, οι παραδοσιακές εταιρείες προσπαθούν να χτίσουν ένα πιο νεανικό προφίλ δημιουργώντας θυγατρικές, πιο οικονομικές εταιρείες.
Πηγή: Deutsche Welle