Από την έντυπη έκδοση
Του Στέλιου Παπαπέτρου
[email protected]
Σε έξι βασικές νομοθετικές τροποποιήσεις του υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου που αφορά τις συλλογικές και ατομικές συμβάσεις εργασίας, στη δυνατότητα υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις της μονομερούς προσφυγής στον ΟΜΕΔ, σε παρεμβάσεις που αποσκοπούν στην προστασία των εργαζόμενων, αλλά και των συνεπών επιχειρήσεων από τον αθέμιτο ανταγωνισμό, καθώς και σε ρυθμίσεις για την ανάσχεση της υποδηλωμένης και ανασφάλιστης εργασίας προχωρά το υπουργείο Εργασίας με το αναπτυξιακό νομοσχέδιο.
Συγκεκριμένα στο νομοσχέδιο που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση μέχρι και τις 17 Σεπτεμβρίου προβλέπονται τα εξής:
α) ρήτρα με την οποία θα εξαιρούνται από την επέκταση των κλαδικών συμβάσεων εργασίας οι επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα βιωσιμότητας,
β) όσοι απασχολούνται με μερική απασχόληση θα έχουν προσαύξηση της αμοιβής τους κατά 12% για τις ώρες «υπερωριακής» μερικής απασχόλησης,
γ) θεσμοθετείται η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία (ΟΜΕΔ) μόνο «ως έσχατο μέσο επίλυσης διαφορών»,
δ) ως μέτρο προστασίας των εργαζομένων, ορίζεται ρητά πως όταν υπάρχουν περιπτώσεις απλήρωτης εργασίας άνω των δύο μηνών, τότε αυτό θα θεωρείται «μονομερής βλαπτική μεταβολή της σύμβασης εργασίας»,
ε) το πρόστιμο των 10.550 ευρώ για αδήλωτη εργασία εξακολουθεί να ισχύει, αλλά θα μπορεί να μειώνεται στις 2.000 ευρώ μόνο όταν ο εργοδότης μέσα σε 10 ημέρες προχωρήσει σε πρόσληψη του εργαζόμενου και
στ) προβλέπεται ρητά η δυνατότητα των κοινωνικών εταίρων (ΣΕΒ, ΣΕΤΕ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, ΣΒΒΕ, ΓΣΕΕ) να θεσπίσουν στο πλαίσιο ομοιοεπαγγελματικών και κλαδικών συμβάσεων εργασίας, ειδικούς όρους ή ακόμη και εξαιρέσεις για ορισμένες επιχειρήσεις, όπως οι επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας, νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού σκοπού και επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα.
Ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης τόνισε χθες: «Παρουσιάζουμε ένα μεταρρυθμιστικό νομοσχέδιο -τομή στην αγορά εργασίας- υπέρ των εργαζομένων, των συνεπών επιχειρήσεων, της πλήρους απασχόλησης, της αύξησης των εσόδων στα ασφαλιστικά ταμεία και της νομιμότητας της αγοράς εργασίας».
Συλλογικές συμβάσεις
1. Οι εθνικές και τοπικές ομοιοεπαγγελματικές και κλαδικές συλλογικές συμβάσεις είναι δυνατόν να θεσπίζουν ειδικούς όρους ή να εξαιρούν από την εφαρμογή συγκεκριμένων όρων τους εργαζομένους που απασχολούνται σε ειδικής κατηγορίας επιχειρήσεις όπως επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας, νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού σκοπού και επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα, όπως κατ’ εξοχήν επιχειρήσεις σε καθεστώς προπτωχευτικής ή παραπτωχευτικής ή πτωχευτικής διαδικασίας ή συνδιαλλαγής ή εξωδικαστικού συμβιβασμού ή εξυγίανσης (άρθρο 49, παρ. 8).
2. Ειδικά για τους εργαζομένους στον κλάδο των τραπεζών οι κλαδικές συμβάσεις μπορούν να υπογράφονται και από μεμονωμένους εργοδότες, οι οποίοι εκπροσωπούνται με κοινό εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο ή εκπροσώπους, εφόσον οι εκπρόσωποι των εργοδοτών που καλούν ή καλούνται για διαπραγματεύσεις, είτε καλύπτουν τουλάχιστον το εβδομήντα τοις εκατό (70%) των εργαζομένων στον κλάδο είτε είναι οι τουλάχιστον πέντε (5) μεγαλύτεροι εργοδότες, με κριτήριο τους εργαζομένους που απασχολούν. Οι υπόλοιποι εργοδότες δικαιούνται να μετέχουν στις διαπραγματεύσεις και να υπογράφουν τη συλλογική σύμβαση (άρθρο 49, παρ. 4).
3. Όλες οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων και οι οργανώσεις των εργοδοτών και ειδικά αυτές που συνάπτουν συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή και ορίζουν εκπροσώπους τους στις διοικήσεις των φορέων που εποπτεύονται από το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθώς και στα συλλογικά όργανα αυτού, έχουν υποχρέωση να εγγράφονται στο Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων και Οργανώσεων Εργοδοτών του υπουργείου, που τηρείται στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ (άρθρο 50, παρ. 4 α).
4. Πρώτη ρήτρα εξαίρεσης από τη συρροή διαφορετικών συμβάσεων σε μια επιχείρηση. Το συγκεκριμένο άρθρο του νομοσχεδίου (άρθρο 51, παρ. 2) αφορά τις περιπτώσεις που για μια επιχείρηση μπορούν να συνυπάρχουν διαφορετικές συλλογικές συμβάσεις (κλαδική, ομοιοεπαγγελματική ή επιχειρησιακή) και περιέχει τη γενική αρχή του εργατικού δικαίου ότι μία «Κλαδική ή επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει σε περίπτωση συρροής με ομοιοεπαγγελματική συλλογική σύμβαση εργασίας».
Όμως, προβλέπει ρητά και συγκεκριμένα την περίπτωση που μία επιχείρηση εξαιρείται από τη συγκεκριμένη αρχή λόγω οικονομικών προβλημάτων και συγκεκριμένα ορίζει ότι κατ’ εξαίρεση στις περιπτώσεις επιχειρήσεων, που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και βρίσκονται σε καθεστώς προπτωχευτικής ή παραπτωχευτικής ή πτωχευτικής διαδικασίας ή συνδιαλλαγής ή εξωδικαστικού συμβιβασμού ή οικονομικής εξυγίανσης, η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει της κλαδικής, εφόσον στην κλαδική δεν προβλέπονται εξαιρέσεις από την εφαρμογή όρων της σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 3 του Ν1876/1990.
5. Δεύτερη ρήτρα εξαίρεσης από την επέκταση μιας κλαδικής σύμβασης σε «προβληματική επιχείρηση». Στο άρθρο 52, παράγραφος 2.3 και 2.4, που αφορά την επέκταση των κλαδικών συμβάσεων, προβλέπεται ότι με απόφαση του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, και μετά από γνώμη της Ολομέλειας του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας, είναι δυνατό να εξειδικεύονται οι περιπτώσεις των επιχειρήσεων που εξαιρούνται, από τη γενική αρχή της επέκτασης μιας κλαδικής σύμβασης.
6. Προσφυγή στη διαιτησία (ΟΜΕΔ). Σύμφωνα με το άρθρο 53, η προσφυγή στη διαιτησία μπορεί να γίνεται σε οποιοδήποτε στάδιο των διαπραγματεύσεων με συμφωνία των δύο μερών, δηλαδή εργοδοτών και εργαζομένων. Όμως, προβλέπεται ότι είναι δυνατή και η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία μόνο «ως έσχατο μέσο επίλυσης των διαφορών». Επισημαίνεται ότι η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία επιτρέπεται μόνον στις εξής περιπτώσεις: α) εάν η συλλογική διαφορά αφορά επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, η λειτουργία των οποίων έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου και β) εάν η συλλογική διαφορά αφορά τη σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας, αποτύχουν οριστικά οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών και η επίλυσή της επιβάλλεται από υπαρκτό λόγο γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος συνδεόμενο με τη λειτουργία της ελληνικής οικονομίας.
Αδήλωτη εργασία
Οι νέες ρυθμίζεις περιλαμβάνουν συνοπτικά τις ακόλουθες αλλαγές για μερική απασχόληση, απλήρωτη και αδήλωτη εργασία:
- Η πέραν των δύο (2) μηνών καθυστέρηση καταβολής δεδουλευμένων αποδοχών από τον εργοδότη συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας.
- Προβλέπεται η αύξηση κατά 12% του ωρομισθίου που δικαιούται ο μερικώς απασχολούμενος για την παροχή πρόσθετης εργασίας, δηλαδή εφόσον εργάζεται περισσότερες ώρες από αυτές που έχουν προβλεφθεί στη σύμβαση μερικής απασχόλησης.
- Στην περίπτωση διαπίστωσης μη αναγραφής εργαζομένου σε πίνακα προσωπικού και επιβολής του προστίμου ποσού 10.500 ευρώ για τον αδήλωτο εργαζόμενο, θεσπίζεται υποχρέωση διενέργειας ενός τουλάχιστον επανελέγχου της παραβατικής επιχείρησης, εντός ενός έτους.
- Το πρόστιμο των 10.550 ευρώ περιορίζεται σε 2.000 ευρώ, με την προϋπόθεση ότι ο εργοδότης θα προσλάβει τον εργαζόμενο που ήταν ανασφάλιστος με πλήρη εργασία, για τουλάχιστον 12 μήνες. Σήμερα το πρόστιμο αυτό είναι 3.000 ευρώ, ενώ υπάρχει κλιμάκωση των μειώσεων του προστίμου των 10.550 ευρώ εφόσον η πρόσληψη είναι 3μηνη ή 6μηνη. Αυτές οι κλιμακούμενες ποινές, που μειώνονται ανάλογα με τη χρονική διάρκεια της πρόσληψης, με τις νέες ρυθμίσεις καταργούνται.
ΕΦΚΑ: Ηλεκτρονική φραγή
Εκτός από τις ρυθμίσεις που έχουν σχέση με τις αλλαγές στην αγορά εργασίας, το νομοσχέδιο περιλαμβάνει και διατάξεις που αφορούν το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Συγκεκριμένα περιέχει ρυθμίσεις που αφορούν την επαναφορά της «ηλεκτρονικής φραγής» των ηλεκτρονικών υπηρεσιών του ΕΦΚΑ για την υποβολή ΑΠΔ, για κακοπληρωτές εργοδότες οι οποίοι δεν καταβάλλουν τις τρέχουσες ασφαλιστικές εισφορές. Επίσης, προβλέπει ρητά ότι ο ΕΦΚΑ θα πρέπει το αργότερο μέχρι την 30ή Ιουνίου 2021 να υποβάλει τους εκκρεμείς ισολογισμούς του για τα έτη 2017, 2018 και 2019. Από το έτος 2020 και μετά οι ισολογισμοί του ΕΦΚΑ θα υποβάλλονται το αργότερο μέχρι την 30ή Ιουνίου του επόμενου έτους κάθε χρήσης.