Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Στον κρατικό προϋπολογισμό του έτους 2021 και των επόμενων ετών θα πέσει το μεγαλύτερο δημοσιονομικό βάρος της υλοποίησης των μέτρων φοροελάφρυνσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από το «βήμα» της 84ης Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης. Το έτος αυτό θα εφαρμοστούν ταυτόχρονα τα 5 πιο «βαριά» μέτρα του πακέτου των φοροελαφρύνσεων.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, το 2021 θα τεθούν σε πλήρη ισχύ η μείωση του ελάχιστου συντελεστή φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων από το 22% στο 9% και η προσαύξηση του αφορολόγητου ορίου εισοδήματος των μισθωτών, των συνταξιούχων και των κατ’ επάγγελμα αγροτών κατά 1.000 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο τέκνο, ενώ παράλληλα θα ολοκληρωθεί η σταδιακή μείωση του συντελεστή της φορολογίας εισοδήματος των εταιρειών και των λοιπών νομικών προσώπων από το 28% στο 20%, καθώς θα εφαρμοστεί η 2η φάση της μείωσης του συντελεστή από το 24% στο 20%. Ταυτόχρονα, εντός του 2021, θα μειωθεί περαιτέρω ο ΕΝΦΙΑ και θα ξεκινήσουν οι μειώσεις της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης και του τέλους επιτηδεύματος. Όλα δε αυτά τα μέτρα θα ισχύουν ταυτόχρονα και κατά τα επόμενα έτη, ενώ ειδικά κατά τα έτη 2022 και 2023 ορισμένα από τα μέτρα αυτά (μείωση μέχρι πλήρους καταργήσεως της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης και του τέλους επιτηδεύματος) θα προκαλέσουν και πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος.
Μέτρα του 2020
Το 2020, τα μέτρα φοροελαφρύνσεων που θα εφαρμοστούν θα έχουν πολύ μικρότερο δημοσιονομικό κόστος. Τα μέτρα αυτά θα είναι:
α) Η πρώτη δόση της μείωσης του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος των εταιρειών και των λοιπών νομικών προσώπων, από το 28% στο 24%, η οποία θα αφορά τη χρήση του έτους 2019.
β) Η μείωση του φόρου στα μερίσματα από το 10% στο 5%, η οποία θα αφορά τη χρήση του έτους 2019.
γ) Η μείωση της παρακράτησης φόρου εισοδήματος επί των μισθών και των συντάξεων, λόγω εφαρμογής του μειωμένου από το 22% στο 9% συντελεστή φόρου για το τμήμα του ετήσιου εισοδήματος των μισθωτών και των συνταξιούχων πάνω από το αφορολόγητο όριο και μέχρι τα 10.000 ευρώ.
δ) Η αναστολή της επιβολής ΦΠΑ στις οικοδομές, η οποία θα διαρκέσει συνολικά 3 έτη, από το 2020 έως το 2022.
ε) Η χορήγηση έκπτωσης φόρου εισοδήματος ίσης με το 40% της δαπάνης για εργασίες που αφορούν ενεργειακή, λειτουργική και αισθητική αναβάθμιση, συντήρηση και αξιοποίηση των υφιστάμενων ακινήτων.
στ) Η περαιτέρω αναστολή του φόρου υπεραξίας, του φόρου δηλαδή επί του κέρδους στις αγοραπωλησίες ακινήτων.
Εισοδήματα 2019
Από το «ξεκαθάρισμα» του χρονοδιαγράμματος εφαρμογής των παραπάνω μέτρων φορολογικής ελάφρυνσης προκύπτουν 2 σημαντικά συμπεράσματα:
Το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι για τα εισοδήματα που αποκτούν τα φυσικά πρόσωπα εντός του τρέχοντος έτους δεν θα αλλάξει τίποτα στον τρόπο υπολογισμού των φόρων και των λοιπών επιβαρύνσεων. Αυτό σημαίνει ότι για τα εισοδήματα του 2019 που θα φορολογηθούν το 2020:
1) Ο φόρος εισοδήματος και η ειδική εισφορά αλληλεγγύης (η οποία επιβαρύνει με συντελεστές κλιμακούμενους από 2,2% έως 10% τους έχοντες ετήσια εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ) θα υπολογιστούν με τις κλίμακες που εφαρμόστηκαν και φέτος, για τον υπολογισμό των επιβαρύνσεων επί των εισοδημάτων του 2018.
2) Οι αυτοαπασχολούμενοι θα καταβάλουν ποσά τέλους επιτηδεύματος ίδια με αυτά που πλήρωσαν και τα προηγούμενα χρόνια, δηλαδή ποσά που κυμαίνονται από 400 έως 650 ευρώ.
3) Όσοι φορολογούμενοι κατέχουν Ι.Χ. αυτοκίνητα άνω των 1.928 κ.εκ. παλαιότητας μέχρι 10 ετών, σκάφη αναψυχής μήκους άνω των 5 μέτρων, πισίνες και αεροσκάφη θα πληρώσουν και πάλι τον φόρο πολυτελούς διαβίωσης, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστές έως 13% επί των ποσών των τεκμηρίων διαβίωσης που αντιστοιχούν στα συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία.
Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι η κυβέρνηση επέλεξε να μεταφέρει το κύριο βάρος του δημοσιονομικού κόστους των φορολογικών εξαγγελιών της μετά το 2020, ευελπιστώντας ότι μέχρι το τέλος του έτους αυτού θα έχει καταφέρει να πείσει τους ευρωπαϊκούς θεσμούς για την αναγκαιότητα της μείωσης των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα και, ως εκ τούτου, θα έχει εξασφαλίσει τον απαιτούμενο πρόσθετο δημοσιονομικό «χώρο».