Πιθανή θεωρεί η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας την υπέρβαση του φετινού στόχου για ανάπτυξη της τάξης του 2% του ΑΕΠ, χάρη στην τόνωση της ιδιωτικής κατανάλωσης και τις ισχυρές επιδόσεις του τουρισμού -παράγοντες που αντισταθμίζουν τις αρνητικές προοπτικές στον κλάδο των εξαγωγών για το β’ εξάμηνο του έτους.
Τα στοιχεία του β’ τριμήνου
To ελληνικό ΑΕΠ, κατά το β’ τρίμηνο του 2018, αυξήθηκε κατά 1,8% ετησίως, «ρίχνοντας» μεν ρυθμούς σε σχέση με το α’ τρίμηνο (2,5%), παραμένοντας δε σε θετική τροχιά ανάπτυξης για έκτο διαδοχικό τρίμηνο.
Σύμφωνα με την οικονομική ανάλυση της ΕΤΕ, οι εξαγωγές παρέμειναν ο βασικός πυλώνας της ανάκαμψης, με την αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 9,4% σε ετήσια βάση να προσθέτει 3 ποσοστιαίες μονάδες στην αύξηση του ΑΕΠ το β’ τρίμηνο.
Η θετική συνεισφορά ωστόσο, μετριάστηκε από την αρνητική επίδραση της αύξησης των εισαγωγών κατά 4,3% ετησίως, με αποτέλεσμα η καθαρή συνεισφορά των εξαγωγών στην αύξηση του ΑΕΠ να διαμορφώνεται στις 1,5 ποσοστιαίες μονάδες.
Αναφορικά με τις δύο βασικές κατηγορίες των εξαγωγών, οι εξαγωγές υπηρεσιών με επίκεντρο τον τουρισμό, πρόσθεσαν 1,7 ποσοστιαία μονάδα στην αύξηση του ΑΕΠ, ενώ οι εξαγωγές αγαθών πρόσθεσαν ακόμη 1,3 μονάδα, επιτυγχάνοντας νέο ιστορικό υψηλό, τόσο σε απόλυτες τιμές όσο και σε ποσοστό στο ΑΕΠ.
Είναι αξιοσημείωτο ότι παρά την αύξηση της οικονομικής αβεβαιότητας στην Ιταλία και την Τουρκία, οι δύο αυτές χώρες κατετάγησαν στις δύο πρώτες θέσεις των βασικών εξαγωγικών αγορών για τα ελληνικά προϊόντα -συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων), παραμένοντας σταθερά στην πρώτη τετράδα των κορυφαίων εξαγωγικών αγορών για την Ελλάδα την τελευταία πενταετία.
Επιπτώσεις στις εξαγωγές
Αναμφισβήτητα, σύμφωνα με την ΕΤΕ, η όξυνση της κρίσης στην Τουρκία το γ’ τρίμηνο αναμένεται να εξασθενίσει τη ζήτηση για εισαγωγές, οδηγώντας σε μείωση των ελληνικών εμπορευματικών εξαγωγών κατά σχεδόν 20% ετησίως ή 0,1% του ετήσιου ΑΕΠ σε σταθερές τιμές.
Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την αναμενόμενη ήπια επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Ευρωζώνη αλλά και τους κραδασμούς στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, οι οποίοι συνοδεύονται από αυξημένη μεταβλητότητα των συναλλαγματικών ισοτιμιών, εκτιμάται ότι θα επιβραδύνουν τον ετήσιο ρυθμό αύξησης των ελληνικών εξαγωγών αγαθών στο 4,3% ετησίως το β’ εξάμηνο του 2018 από 9,0% το α’ εξάμηνο, δημιουργώντας περαιτέρω καθοδικούς κινδύνους και για το 2019.
Προφανώς, υπενθυμίζει η ΕΤΕ, η επιβεβλημένη αύξηση της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας κατά τη διάρκεια της κρίσης την καθιστά, εκ των πραγμάτων, περισσότερο ευάλωτη σε διακυμάνσεις στις βασικές αγορές για τις εξαγωγές ελληνικών αγαθών και υπηρεσιών.
Ισχυρή δυναμική του τουρισμού
Ωστόσο, η ισχυρή δυναμική του τουρισμού αναμένεται να παραμείνει επαρκώς ισχυρή στο β’ εξάμηνο, ώστε να αντισταθμίσει τις επιπτώσεις από την επιβράδυνση στις εξαγωγές αγαθών.
Συγκεκριμένα, βάσει των πλέον πρόσφατων στοιχείων, η θετική συνεισφορά του εισερχόμενου τουρισμού στην αύξηση του ΑΕΠ αναμένεται να προσεγγίσει τη 1,4 ποσοστιαία μονάδα το γ΄ τρίμηνο, με τη θετική επίδραση να διαχέεται, σε μικρότερο βαθμό, και στο δ’ τρίμηνο.
Κατά συνέπεια η συνδυαστική συνεισφορά των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών στην ετήσια αύξηση του ΑΕΠ αναμένεται να ανέλθει στη 1,8 ποσοστιαία μονάδα το β’ εξάμηνο του 2018 από 2,7 στο α’ εξάμηνο.
Στήριξη από την ιδιωτική κατανάλωση
Όσον αφορά την ιδιωτική κατανάλωση, κατά την ΕΤΕ, αποτέλεσε τη θετική έκπληξη του β’ τριμήνου, μετά από μια παρατεταμένη περίοδο αδυναμίας. Συγκεκριμένα, σημείωσε αύξηση 1% ετησίως, για πρώτη φορά από το β’ τρίμηνο του 2017, στηριζόμενη κυρίως στη δαπάνη των νοικοκυριών μεσαίου και υψηλού εισοδήματος, τα οποία αντέδρασαν πιο άμεσα στην αποκλιμάκωση της αβεβαιότητας.
Αυτό τεκμαίρεται, κυρίως, από την ισχυρή αύξηση στις πωλήσεις διαρκών καταναλωτικών αγαθών και αυτοκινήτων κατά 7,6% και 28,1% ετησίως, αντίστοιχα, καθώς και στη διψήφια αύξηση των δαπανών Ελλήνων πολιτών για τουρισμό στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Σύμφωνα με την τράπεζα, η ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης είναι επιθυμητή σε μια περίοδο αυξημένων εξωτερικών κινδύνων και θα αρχίσει να υποστηρίζεται σταδιακά και από την περαιτέρω βελτίωση της εμπιστοσύνης και την αυξανόμενη ποιότητα των θέσεων εργασίας που δημιουργούνται, κυρίως, σε κλάδους που απασχολούν εξειδικευμένη εργασία, όπως η μεταποίηση και οι υπηρεσίες προς επιχειρήσεις.
Στο μεταξύ η εκ νέου ενεργοποίηση της επεκτασιμότητας των κλαδικών συμβάσεων θα συμβάλλει σε ταχύτερη ανάκαμψη των ωριαίων αμοιβών, τουλάχιστον για τους απασχολούμενους που δεν καλύπτονταν έως σήμερα από κάποια κλαδική σύμβαση, ενώ ενδεχομένως να ασκήσει και δευτερογενείς επιδράσεις σε άλλους κλάδους. Συνεπώς, η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,6%, σε ετήσια βάση, στο β’ εξάμηνο του έτους από 0,5% στο 1ο εξάμηνο.
Πώς εξηγείται η πτώση στις επενδύσεις
Ταυτόχρονα, η παρατηρούμενη συρρίκνωση στις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου για 2ο συνεχόμενο τρίμηνο κατά 5,4% ετησίως έναντι 10,3% το α’ τρίμηνο, αντανακλά και πάλι τη νέα συρρίκνωση κατά 49% των επενδύσεων σε μεταφορικό εξοπλισμό το β’ τρίμηνο του 2018.
Άλλωστε, εξαιρουμένων των επενδύσεων σε μεταφορικό εξοπλισμό, όλες οι υπόλοιπες υποκατηγορίες επενδύσεων αυξήθηκαν, συνδυαστικά, κατά 4,9% ετησίως, με τις επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό να αυξάνονται κατά 18,3% για 3ο συνεχόμενο τρίμηνο.
Οι κατασκευές, εξαιρουμένων των κατοικιών, αυξήθηκαν κατά 6,9%, σε ετήσια βάση, και οι κατασκευές κατοικιών κατά 5,1% για 2ο συνεχόμενο τρίμηνο, υποδηλώνοντας την ολοκλήρωση του υφεσιακού κύκλου στη συγκεκριμένη αγορά.
Βελτίωση στον επιχειρηματικό τομέα
Αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο τα στοιχεία προστιθέμενης αξίας όσο και της εταιρικής κερδοφορίας, τα οποία περιλαμβάνονται στην κατάρτιση του ΑΕΠ για το β’ τρίμηνο του 2018, υποδηλώνουν συνεχή βελτίωση στον επιχειρηματικό τομέα.
Συγκεκριμένα, η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία αυξήθηκε κατά 2,5% ετησίως για 6ο συνεχές τρίμηνο και η εταιρική κερδοφορία κατά 2,7%, σε ετήσια βάση, συνιστώντας την καλύτερη επίδοση μετά από μια δεκαετία βαθιάς κρίσης.
Οι εξελίξεις αυτές, σε συνδυασμό με την περαιτέρω βελτίωση δεικτών επιχειρηματικής εμπιστοσύνης και του δείκτη υπευθύνων προμηθειών («PMI») στο γ’ τρίμηνο του 2018 και το σχετικά υψηλό βαθμό χρησιμοποίησης παραγωγικού δυναμικού σε αρκετούς κλάδους, δημιουργούν σημαντικά περιθώρια ενίσχυσης των επενδύσεων, έχοντας όμως, ως βασικές πηγές αβεβαιότητας την ταχύτητα βελτίωσης των χρηματοδοτικών συνθηκών στον ιδιωτικό τομέα και την αυξημένη μεταβλητότητα διεθνώς που επηρεάζει την εξωστρεφή επιχειρηματικότητα.
naftemporiki.gr