Από την έντυπη έκδοση
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Σε τρεις αναδυόμενες οικονομίες και ένα ιστορικό μέλος της Ε.Ε. βρίσκονται σταθερά τα βλέμματα των επενδυτών το τελευταίο διάστημα. Ακόμη και εκείνοι που δεν έχουν άμεση έκθεση σε Τουρκία, Αργεντινή, Κίνα και Ιταλία, έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι οι εξελίξεις στο εσωτερικό των συγκεκριμένων αγορών μπορούν να γίνουν αισθητές στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, τη Wall Street και ευρύτερα την παγκόσμια οικονομία. H διάθεση για ρίσκο περιορίζεται και οι εκροές κεφαλαίων από μετοχικά αμοιβαία κεφάλαια συνεχίζονται.
Το μακροβιότερο ράλι όλων των εποχών θα μπορούσε να φτάσει στο τέλος του σύντομα, εάν οι επενδυτές κρίνουν ότι ο αναδυόμενος «ιός» μπορεί να μεταδοθεί στον ανεπτυγμένο κόσμο.
Σχεδόν μία δεκαετία χαλαρής νομισματικής πολιτικής, κατά την οποία οι κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο έριξαν περισσότερα από 11 τρισ. δολάρια στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα, οδήγησε τις αποτιμήσεις των μετοχών στα ύψη. Το τέλος της εποχής αυτής του άφθονου, φθηνού δανεισμού σηματοδοτεί από μόνο του μία πρόκληση για τις διεθνείς αγορές. Αλλά για να «καούν» οι αγορές, κάποιος θα πρέπει να ανάψει το φιτίλι.
Η Κίνα και το εμπόριο
Θα είναι άραγε η Κίνα; Σε σημείωμά της για τις παγκόσμιες προοπτικές η Citigroup φαίνεται να ανησυχεί πρωτίστως για τις εξελίξεις στον «δράκο». Η κινεζική οικονομία κατεβάζει ήδη ταχύτητα και ο εμπορικός πόλεμος Κίνας – ΗΠΑ βαίνει κλιμακούμενος.
«Το γεγονός ότι το σινο-αμερικανικό εμπόριο καλύπτει μόνο το 1% του παγκόσμιου ΑΕΠ δεν θα πρέπει να μας κάνει να υποτιμούμε τον αντίκτυπο του διμερούς εμπορικού πολέμου» προειδοποιούν οι αναλυτές της Citi. Εκφράζουν δε αμφιβολία για το εάν τα εγχώρια μέτρα δημοσιονομικής τόνωσης θα αποδώσουν σε ένα τόσο αρνητικό περιβάλλον αποτελέσματα.
Η Citi προειδοποιεί ευρύτερα για τις συνθήκες στις αναδυόμενες αγορές, καθώς οι δασμοί, το αυξανόμενο κόστος ενέργειας και η υποτίμηση των τοπικών νομισμάτων δίνουν περαιτέρω ώθηση στον ήδη υψηλό πληθωρισμό. Το παράδειγμα της Τουρκίας, όπου τα τελευταία στοιχεία έδειξαν εκτίναξη του πληθωρισμού στο 17,9% τον Αύγουστο, είναι το πλέον ενδεικτικό, αλλά όχι το μόνο.
Τουρκία και Αργεντινή
Στην Τουρκία έχουμε έναν φαύλο κύκλο, όπως εξηγεί η Capital Economics. Η υποτίμηση της λίρας έναντι του δολαρίου κατά 42% από τις αρχές του έτους δίνει ώθηση στον πληθωρισμό, αλλά και στα χρέη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα σε ξένο νόμισμα. Οι παράγοντες αυτοί με τη σειρά τους τρομάζουν τους επενδυτές, που συνεχίζουν να σφυροκοπούν το τουρκικό νόμισμα.
Κάτι ανάλογο έχουμε και στην περίπτωση της Αργεντινής, όπου το πέσο έχει χάσει το 50% της αξίας του φέτος και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πού θα σταματήσει ο κατήφορος, παρά τη συμφωνία για δάνειο από το ΔΝΤ και τα μέτρα λιτότητας που έρχονται.
Κολοσσοί της αγοράς ομολόγων ήδη αισθάνονται τον αντίκτυπο της νέας κρίσης που βιώνει η οικονομία της Λατινικής Αμερικής, με μεγάλες απώλειες τον τελευταίο μήνα. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της αμερικανικής επενδυτική εταιρείας Franklin Templeton, τα funds της οποίας έχουν χάσει 1,23 δισ. δολάρια τις τελευταίες δύο εβδομάδες εξαιτίας τριών τοποθετήσεών τους σε ενεργητικό Αργεντινής, σύμφωνα με υπολογισμούς των «Financial Times». Η συνολική έκθεση της εταιρείας σε χρέος της δοκιμαζόμενης οικονομίας είναι 4,6 δισ. δολάρια. Στα 5,3 δισ. δολάρια ανέρχονται οι τοποθετήσεις της Pimco σε αργεντίνικα ομόλογα, ενώ μεγάλη έκθεση έχουν επίσης οι BlackRock, Goldman Sachs Asset Management και Fidelity.
Τουρκία και Αργεντινή εμφανίζουν δίδυμα ελλείμματα (συνδυασμός δημοσιονομικού ελλείμματος και ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών) ύψους 8,7% και 10,4% του ΑΕΠ αντίστοιχα.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg o συνολικός δανεισμός των αναδυόμενων οικονομιών αυξήθηκε από τα 21 τρισ. δολάρια ή 145% του ΑΕΠ το 2007 -τελευταία χρονιά πριν ξεσπάσει η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση- σε 63 τρισ. δολάρια ή 210% του ΑΕΠ το 2017. Από το 2007 το χρέος σε ξένο νόμισμα (δολάριο, ευρώ, γιεν) διπλασιάστηκε στα 9 τρισ. δολάρια. Οι δανειολήπτες των αναδυόμενων αγορών καλούνται να αποπληρώσουν ή αναχρηματοδοτήσουν χρέος 1,5 τρισ. δολαρίων το 2019 και άλλο τόσο το 2020.
Το υψηλό χρέος της Ιταλίας
Όσο για την Ιταλία, μπορεί τα ομόλογα της χώρας να παίρνουν μια μικρή ανάσα από την απόφαση του Fitch να στείλει προειδοποίηση αντί να προβεί απευθείας σε υποβάθμιση, αλλά οι κερδοσκόποι καραδοκούν. Η Ρώμη θα πρέπει να αποδείξει ότι ανεξάρτητα από τις πολιτικές – ιδεολογικές αντιπαραθέσεις και το παιχνίδι των εντυπώσεων (που είναι αμφίβολο εάν κερδίζει ή χάνει) με τις Βρυξέλλες, μπορεί να διατηρήσει υπό έλεγχο το δημόσιο χρέος, που είναι το δεύτερο υψηλότερο στην Ε.Ε. μετά το ελληνικό.
Μέσα στο καλοκαίρι δεν ήταν λίγοι εκείνοι που προσδιόρισαν την Ιταλία ως την πιο επικίνδυνη πηγή για την επόμενη μεγάλη κρίση. Το φθινόπωρο θα δείξει εάν οι ιταλικές φουρτούνες εξελιχθούν σε καταιγίδα. Ο προϋπολογισμός που θα κατατεθεί θα έχει να πει πολλά για τις προθέσεις της κυβέρνησης Λέγκα – Πέντε Αστέρων. Θα επικρατήσουν οι θέσεις του υπουργού Οικονομικών, Τζιοβάνι Τρία, που υπόσχεται να διατηρήσει υπό έλεγχο τα δημοσιονομικά ή θα γίνουν πραγματικότητα οι δεσμεύσεις Σαλβίνι και Ντι Μάιο; Σε κάθε περίπτωση η Ιταλία, ακόμη και εάν αγνοήσει τις αγορές, δεν μπορεί να αγνοήσει την πραγματικότητα του υπέρογκου χρέους.