Skip to main content

Αλλαγή κλίματος με μείωση του ELA και αύξηση των καταθέσεων

Από την έντυπη έκδοση

Του Γιώργου Σακκά
[email protected]

Τα πρώτα βήματα προς την αποκατάσταση της δυσλειτουργικής εικόνας που παρουσιάζει το τραπεζικό σύστημα σηματοδοτεί και επίσημα η χθεσινή απόφαση της ΕΚΤ να μειώσει το ύψος της παρεχόμενης χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών από τον ELA από τα περίπου 91 δισ. ευρώ στα 89,7 δισ. ευρώ.

Η απόφαση λήφθηκε έπειτα από σχετικό αίτημα της ΤτΕ η οποία ζήτησε τη μείωση, καθώς βελτιώθηκε η κατάσταση της ρευστότητας του ελληνικού συστήματος, ενώ ιδιαίτερα ενθαρρυντική εξέλιξη αποτελεί πλέον και η επιστροφή καταθέσεων εντός του Αυγούστου.

Οι εξελίξεις αυτές, σε συνδυασμό με την εκτίμηση ότι μετά και την αποπληρωμή της δόσης προς την ΕΚΤ αύριο 20 Αυγούστου τα ελληνικά collaterals θα μπορούν να γίνουν σε εύλογο χρονικό διάστημα δεκτά από την ΕΚΤ, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δείχνει να εισέρχεται σε τροχιά εξυγίανσης, η οποία βέβαια θα ολοκληρωθεί με την ανακεφαλαιοποίηση αλλά και την αντιμετώπιση του τεράστιου προβλήματος των «κόκκινων» δανείων.

Ειδικότερα, η ΕΚΤ κατά τη χθεσινή συνεδρίασή της έκανε δεκτό το αίτημα να μειώσει το «μαξιλάρι» χρηματοδότησης από τον Εκτακτο Μηχανισμό Ρευστότητας (ELA) καθώς ήδη είχε παρουσιαστεί βελτίωση των διαθεσίμων των τραπεζών μετά και από τις εισροές που πιστοποιήθηκαν στο τέλος Ιουλίου, λόγω τουρισμού αλλά και τις πληρωμές φόρων.

Ομως το σημαντικότερο είναι ότι υπήρξε μια δειλή αλλά ενδεικτική επιστροφή καταθέσεων, η οποία εκτιμάται μέσα στον Αύγουστου στα 400-450 εκατ. ευρώ, η οποία αν και θεωρείται «σταγόνα στον ωκεανό» των εκροών που σημειώθηκαν το προηγούμενο διάστημα είναι σημαντική ως τάση.

Σχετικά με τις καταθέσεις, να σημειώσουμε ότι το σύνολό τους στο τέλος του Ιουνίου, με βάση τα επίσημα στοιχεία της ΤτΕ, έφταναν μαζί με αυτές της κεντρικής κυβέρνησης στα 130 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 122,5 δισ. ευρώ αφορούσαν καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών.

Οι καταθέσεις αυτές ήταν μειωμένες κατά περίπου 38 δισ. ευρώ σε σχέση με το τέλος Δεκεμβρίου 2014, οπότε και η ανασφάλεια λόγω της ανατροπής του πολιτικού σκηνικού οδήγησε σε αθρόες εκροές. Η ανασφάλεια εντάθηκε τον Ιούλιο οπότε και σημειώθηκαν ειδικά το πρώτο 15νθήμερο σημαντικές εκροές, οι οποίες όμως λόγω των capital controls, αλλά κυρίως λόγω της σταδιακής αλλαγής του κλίματος μετά τη 12η Ιουλίου, περιορίστηκαν.

Ετσι οι συνολικές εκροές στο τέλος του προηγούμενου μήνα περιορίστηκαν στα 3 δισ. ευρώ, για να σταματήσουν εντελώς τον Αύγουστο.

Λόγω των δραματικών εκροών το προηγούμενο εξάμηνο η ΤτΕ της Ελλάδος αιτούνταν σταθερά την αύξηση του ορίου ρευστότητας, το οποίο έφτασε τελικά στα 91 δισ. ευρώ, εκ των οποίων μάλιστα έγινε χρήση των 85,3 δισ.

Από κει και πέρα διατηρούσε ένα «μαξιλάρι» το οποίο μετά και τις θετικές εξελίξεις διαπιστώθηκε ότι δεν είναι απαραίτητο και γι’ αυτό αιτήθηκε τη μείωσή του.

Το ανώτερο επίπεδο χρήσης του ELA σημειώθηκε στο τέλος του Ιουνίου οπότε και είχε φτάσει στα 86,6 δισ., ενώ συνολικά οι «ενέσεις» ρευστότητας μέσω αιτημάτων αύξησης του ορίου χρηματοδότησης έφτασαν από τον Φεβρουάριο μέχρι και τα μέσα Ιουλίου στα περίπου 23,5 δισ. ευρώ.

Συνεχίστηκαν οι πιέσεις στις τραπεζικές μετοχές

Παρά τα όσα θετικά διαφαίνονται για την «ανάσταση» του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, η επενδυτική κοινότητα δεν φαίνεται διόλου να αντιλαμβάνεται τις εξελίξεις αυτές ως θετικές.

Ετσι,  κατά τη χθεσινή συνεδρίαση ο τραπεζικός κλάδος βρέθηκε και πάλι στο επίκεντρο των ρευστοποιήσεων, καθώς παραμένει αναπάντητο το ερώτημα για το ύψος των κεφαλαιακών αναγκών που θα προκύψουν από τα κρίσιμα stress tests και με ποιον τρόπο και σε τι ποσοστό θα μπορούν να συμμετέχουν σε επικείμενες αυξήσεις κεφαλαίου οι ιδιώτες.

Ταυτόχρονα μεγάλο προβληματισμό προκαλεί στους επενδυτές η ρύθμιση που θα επιλεγεί για τα «κόκκινα» δάνεια και το κόστος που τυχόν θα έχει στις τράπεζες.

Οπως φαίνεται, η αγορά έχει «παγώσει» από τη δήλωση της προηγούμενης εβδομάδας του επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντέισελμπλουμ, ο οποίος μετά την ολοκλήρωση του Eurogroup υπογράμμισε ότι δεν υπάρχει κανένας φόβος για τη συμμετοχή των καταθετών στο κόστος ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών με «κούρεμα» των καταθέσεών τους.

Αντίθετα, σημείωσε ότι το κόστος θα επωμιστούν εκτός από τους μετόχους και οι ομολογιούχοι υψηλής εξασφάλισης των τραπεζών.

 Σε αυτό το πλαίσιο, η Πειραιώς έκλεισε χθες με απώλειες 14,17%, η Eurobank υποχώρησε κατά 12,07%, η Εθνική σημείωσε απώλειες 7,13% και η Alpha Bank ολοκλήρωσε τη συνεδρίαση στο -4,17%.  

Συνολικά δε ο κλάδος των Τραπεζών σημείωσε τη μεγαλύτερη υποχώρηση, ήτοι -8,32%, γεγονός που οδήγησε και στην καταγραφή απωλειών για το σύνολο της αγοράς, με τον γενικό δείκτη να υποχωρεί κατά 1,14%.

Επόμενος στόχος η επαναφορά του waiver

Η σταδιακή απαλλαγή από τον ELA θα απελευθερώσει τις τράπεζες από σημαντικά κόστη, καθώς η χρηματοδότηση έχει αυξημένο επιτόκιο έναντι της ΕΚΤ.

Ομως για να γίνει αυτό δεν αρκούν φυσικά οι καταθέσεις, οι οποίες επιστρέφουν όπως φαίνεται, αλλά εφόσον τα collaterals που έχουν περάσει στον ELA από την ΕΚΤ τον Φεβρουάριο «επιστρέψουν» και πάλι στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Μετά τη συμφωνία

Προς την κατεύθυνση αυτή, ως θετική μεταφράζεται η τοποθέτηση του μέλους του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ Μπενουά Κερέ, ότι το waiver (δηλ. η εξαίρεση υπό την οποία τα ομόλογα μίας χώρας με χαμηλή πιστοληπτική αξιολόγηση είναι αποδεκτά ως collateral, εφόσον η χώρα είναι σε πρόγραμμα) μπορεί να επανέλθει μόλις συμφωνηθεί το τρίτο ελληνικό πρόγραμμα.

Αυτό συνάδει και με τη δήλωση Ντράγκι, όταν η Ελλάδα βρέθηκε εκτός του προγράμματος.

Οπως εξηγεί ο κ. Κερέ, προκειμένου μία χώρα να επωφεληθεί από το waiver πρέπει να είναι σε ισχύ ένα πρόγραμμα και το πρόγραμμα αυτό να λειτουργεί καλά.

«Μόλις φτάσουμε σε αυτό το σημείο θα το συζητήσουμε στο διοικητικό συμβούλιο».

Πρόσθεσε δε ότι δεν είναι απαραίτητο να ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση από τους πιστωτές, η οποία έχει προγραμματιστεί για τον Οκτώβριο.

«Ενδεχομένως θα μπορούσαμε να ενεργήσουμε νωρίτερα. Το νέο πρόγραμμα της Ελλάδας περιλαμβάνει έναν μεγάλο αριθμό προαπαιτούμενων. Το ερώτημα για το διοικητικό συμβούλιο είναι εάν αυτά τα προκαταρκτικά μέτρα επαρκούν για να καλύψουν τα κριτήριά μας».

Αυτές οι δηλώσεις δημιουργούν την αισιοδοξία ότι με το που θα πληρωθεί η δόση στην ΕΚΤ και θα αρχίσουν να εφαρμόζονται τα προαπαιτούμενα μέτρα, η Ελλάδα θα μπορέσει να επιστρέψει στην «οικογένεια» της ΕΚΤ.