Από την έντυπη έκδοση
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Την ώρα που όλοι παρακολουθούν με αγωνία τις σφοδρές αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού, μια πολύ μεγαλύτερη μεταναστευτική κρίση βρίσκεται σε εξέλιξη σε κάποια άλλη γωνιά του πλανήτη. Οι χώρες της Λατινικής Αμερικής βιώνουν το μεγαλύτερο μεταναστευτικό κύμα εδώ και δεκαετίες, καθώς χιλιάδες άνθρωποι προσπαθούν καθημερινά να εγκαταλείψουν τη Βενεζουέλα.
Την οξύτατη οικονομική κρίση των τελευταίων ετών ήρθε να εντείνει η «κίνηση απελπισίας», όπως χαρακτηρίζεται στον διεθνή Τύπο, του Νίκολας Μαδούρο να προβεί σε υποτίμηση 95% του εθνικού νομίσματος. Η έκδοση του μπολιβάρ παρέλυσε για ημέρες την οικονομική ζωή, ενώ έδωσε και νέα ώθηση στο κύμα φυγής.
Οι σημερινές συνθήκες
Περισσότεροι από 3.000 πολίτες περνούν καθημερινά τα σύνορα της χώρας – οι περισσότεροι με κατεύθυνση το Περού, αλλά και τη Χιλή και έχοντας ως ενδιάμεσο σταθμό το Εκουαδόρ, που αναγκάστηκε να ανοίξει «ανθρωπιστικό διάδρομο». Ο ΟΗΕ υπολογίζει ότι 1,6 εκατ. Βενεζουελανοί έχουν εγκαταλείψει την πατρίδα τους την τελευταία τριετία και αναμένει δραματική αύξηση του αριθμού φέτος.
Αν και η κίνηση του Μαδούρο είχε ως στόχο να θέσει υπό έλεγχο τον εκρηκτικό πληθωρισμό, φαίνεται τελικά να επιδεινώνει την κατάσταση, καθώς όπως εξηγούν αναλυτές ήρθε με μεγάλη καθυστέρηση και ενώ είχαν προηγηθεί τεράστιες αστοχίες και παράδοξα πολιτικής. Οι τιμές στα ράφια των καταστημάτων -για όσα προϊόντα τουλάχιστον εξακολουθούν να βρίσκουν οι καταναλωτές- υπερδιπλασιάζονται ανά 18 ημέρες, όπως υπολογίζεται. Πολλοί φοβούνται εκτίναξη του πληθωρισμού στο 1.000.000% έως τα τέλη του έτους.
Το γεγονός ότι το νέο νόμισμα είναι συνδεδεμένο με το κρυπτονόμισμα petro όχι μόνο δεν καθησυχάζει τους πολίτες, αλλά εντείνει την ανησυχία τους.
Ελάχιστοι βρίσκουν λογική πίσω από την πρωτοβουλία της κυβέρνησης, η οποία πριν από λίγες ημέρες κήρυξε στάση πληρωμών σε ακόμη ένα ομόλογο, ανεβάζοντας το σύνολο των «κόκκινων» οφειλών της στα 6,1 δισ. δολάρια. Το βάρος του χρέους αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω. Τη χώρα δεν μπορεί να σώσει ούτε η ανάκαμψη των τιμών του πετρελαίου, πάνω από τα 75 δολάρια το βαρέλι, καθώς ύστερα από αρκετά χρόνια ανεπαρκών επενδύσεων στον ενεργειακό κλάδο, αλλά και υπό την πίεση των αμερικανικών κυρώσεων, η παραγωγή αργού της Βενεζουέλας βρίσκεται υπό κατάρρευση.
Το AEΠ της έχει συρρικνωθεί κατά περισσότερο από 30% σε σχέση με το 2013 και τουλάχιστον το ήμισυ του πληθυσμού ζει στην απόλυτη φτώχεια.
Οι πολίτες, που παλεύουν να βρουν τα προς το ζην, που ζητούν από μια διαλυμένη δημόσια διοίκηση να βγάλει το «μαγικό χαρτί» του διαβατηρίου και σχηματίζουν ουρές χιλιομέτρων στα σύνορα με το Περού, ίσως να έχουν άλλη γνώμη.
Καθοδική πορεία
Η Βενεζουέλα, η χώρα με τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στον πλανήτη, ένα «δώρο» υψηλότατης αξίας, ήταν κάποτε το θαύμα που ζήλευαν πολλοί. Τη δεκαετία του ’80 εμφάνιζε το υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα στη Λατινική Αμερική. Τη δεκαετία του ’90 συνέχιζε να διεκδικεί την κορυφή, αν και η ψαλίδα των ανισοτήτων άρχισε να ανοίγει επικίνδυνα προκαλώντας τη λαϊκή δυσφορία.
Τη δεκαετία του 2000 με ένα πρόγραμμα ανακατανομής του πλούτου, που περιόρισε τις ανισότητες και στήριξε μεγάλα στρώματα του πληθυσμού, παρέμενε στο κλαμπ των ισχυρών οικονομιών. Ο κατήφορος που άρχισε μετά το 2010 και εντάθηκε την τελευταία τριετία οδηγεί σε μια βαθύτατη κρίση. Είναι ίσως το πρώτο παράδειγμα πετρελαιοπαραγωγού χώρας υπό κατάρρευση. Οι πετρελαιοπαραγωγοί Νιγηρία και Λιβύη έχουν επίσης βρεθεί αντιμέτωπες με τεράστιες προκλήσεις, εν μέσω όμως εμφύλιων συγκρούσεων και διαρκούς αναταραχής.
Πώς έφτασε η χώρα να θυμίζει εμπόλεμη ζώνη;
Την περίοδο του λαοφιλούς Ούγκο Τσάβες οι υψηλές τιμές του πετρελαίου έδωσαν τη δυνατότητα για μεγάλα έργα υποδομών, φιλόδοξα προγράμματα κοινωνικού κράτους και αναδιανομής, με αποτέλεσμα να περιοριστεί το ποσοστό της φτώχειας από το 50% το 1998 σε περίπου 30% το 2012. Τότε, όμως, ελήφθη και η απόφαση για εθνικοποίηση πετρελαιοβιομηχανιών, μεταλλευτικών, τσιμεντοβιομηχανιών, τηλεπικοινωνιακών οργανισμών, τραπεζών. Ο κρατικός έλεγχος λειτούργησε για λίγο, πριν η αδιαφορία, η έλλειψη σχεδίου και η διαφθορά ρίξουν τη δική τους σκιά. Και η εξάρτηση από τις εξαγωγές ενέργειας, αντί να περιοριστεί, αυξήθηκε. Ο Μαδούρο είχε τα τελευταία χρόνια, εν μέσω πολύκροτων σκανδάλων διαφθοράς, να επιλέξει είτε να αποπληρώσει τα χρέη προς την Κίνα, τη Ρωσία και άλλους ξένους πιστωτές, είτε να αγοράσει τρόφιμα και φάρμακα από το εξωτερικό. Επέλεξε το πρώτο σε συνδυασμό με μια ολίσθηση στον αυταρχισμό, την υπονόμευση των δημοκρατικών διαδικασιών, την πλήρη παράλυση του κράτους. Ο ίδιος κατηγορεί για όλα τα δεινά τις αμερικανικές κυρώσεις και τις επιθέσεις που δέχεται, όπως λέει, από εξωτερικές δυνάμεις.