Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Αυτό που ξεκίνησε απλώς ως ένα κίνημα κατά αμφιλεγόμενου νόμου, έχει εξελιχθεί σε κάτι πολύ μεγαλύτερο- στην πιο σοβαρή πολιτική κρίση στο Χονγκ Κονγκ από τότε που η περιοχή πέρασε στον έλεγχο της Κίνας. Οι μαζικές διαδηλώσεις που μαίνονται για περισσότερο από δέκα εβδομάδες και που προκαλούν απειλές ακόμη και για στρατιωτική επέμβαση από το κινεζικό καθεστώς, συνιστούν πρωτίστως μία αντίσταση στην προσπάθεια του Πεκίνου να περιορίσει την αυτονομία της πόλης και τις ελευθερίες που απολαμβάνουν οι κάτοικοί της. Ωστόσο οι πηγές της έντασης βρίσκονται σύμφωνα με μερίδα ειδικών αλλού: στην οικονομία.
Στη βάση της συμφωνίας για «μία χώρα, δύο συστήματα», το Χονγκ Κονγκ έχει ξεχωριστό πολιτικό και νομικό σύστημα, διακριτή πολιτιστική ταυτότητα, όπως και δικό του νόμισμα, ενώ εγγυάται στους πολίτες του δικαίωματα και ελευθερίες, που δεν απολαμβάνουν οι κάτοικοι της κυρίως Κίνας. Η προώθηση ενός νομοσχεδίου, που θα επέτρεπε την έκδοση υπόπτων στην Κίνα από την πρωθυπουργό, Κάρι Λαμ, γέννησε φόβους πως το ειδικό αυτό καθεστώς ημι- αυτονομίας θα μπορούσε να διαβρωθεί.
Οι μαζικές διαδηλώσεις, που έφτασαν έως και το διεθνές αεροδρόμιο της πόλης, απειλούν την οικονομία με παράλυση και ωθούν τους δισεκατομμυριούχους του Χονγκ Κονγκ να ζητήσουν άμεσο τερματισμό τους και αποκατάσταση της τάξης. Ωστόσο ορισμένοι δείχνουν ακριβώς αυτούς ως «ρίζα του κακού». Το χρηματοικονομικό κέντρο της νοτιοανατολικής Ασίας είναι ένα από τα ισχυρότερα στον κόσμο και οι μεγιστάνες του έχουν συγκεντρώσει αρκετή δύναμη στα χέρια τους. Αν και εύπορη περιοχή, οι εισοδηματικές ανισότητες είναι τεράστιες και αυτό αντανακλάται και στην αγορά στέγης, όπου οι τιμές έχουν εκτιναχθεί σε δυσθεώρητα ύψη.
Ο ανεξάρτητος οικονομολόγος, Άντι Σίε, μιλώντας στο CNBC υπογράμμισε ότι «τα στρατοσφαιρικά ύψη των τιμών κατοικιών» διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην κοινωνική αναταραχή. «Το Χονγκ Κονγκ έβραζε σε μία χύτρα ταχύτητας για πολύ καιρό» αναφέρει, επικαλούμενος τον δείκτη Centa-City Leading Index, που μετράει τις τάσεις στην αγορά στέγης, και ο οποίος δείχνει ότι οι τιμές κατοικιών έχουν αυξηθεί περισσότερο από 300% από το 2003 έως σήμερα. Στο ίδιο διάστημα ωστόσο ο μισθός του μέσου εργαζομένου έχει μείνει εν πολλοίς στάσιμο με αποτέλεσμα ολοένα και περισσότεροι νέοι να αισθάνονται οικονομική ανασφάλεια και εντεινόμενη δυσφορία απέναντι στο καθεστώς. Το Χονγκ Κονγκ είναι η πιο ακριβή πόλη στον κόσμο για να αγοράσει κάποιος κατοικία και αυτό δεν μπορεί παρά να έχει το ρόλο του στις διαδηλώσεις, προειοδοποιούν αναλυτές.
Σύμφωνα με τον Σίε η κατάσταση στην αγορά στέγης δεν μπορεί να αλλάξει, εάν κάποιος δεν περιορίσει την εξουσία των μεγαλοεπιχειρηματιών. «Δεν είναι η κυβέρνηση πραγματικά στην εξουσία, ούτε καν στο Πεκίνο. Τη μεγαλύτερη επιρροή έχουν οι μεγιστάνες της αγοράς ακινήτων» λέει.
«Για το μέσο πολίτη, που έχει το 5% του εισοδήματος ενός χρηματιστή, έχουν δημιουργήσει τα λεγόμενα “νανο-διαμερίσματα”. Είναι κάτι πραγματικά τρελό» εξηγεί ο Σίε, αναφερόμενος σε μικροσκοπικά διαμερίσματα που έχουν το μέγεθος μίας θέσης πάρκινγκ και σημειώνει πως ήταν αναπόφευκτο η κατάσταση αυτή να οδηγήσει σε έκρηξη.
«Το κλειδί βρίσκεται στην πολιτική δομή. Δεν είναι ούτε Σιγκαπούρη, όπου η κυβέρνηση είναι στην κορυφή, ούτε Ταϊβάν, που είναι δημοκρατία και οι άνθρωποι μπορούν να ψηφίσουν» συνεχίζει ο οικονομολόγος, ενώ προσθέτει ότι ένα από τα κυριότερα προβλήματα είναι πως κάθε φορά, που το Πεκίνο έχει πρόβλημα στο Χονγκ Κονγκ απευθύνεται για συμβουλή στους επιχειρηματικούς κύκλους της πόλης.