Στο σχεδιασμό της ελληνικής κυβέρνησης για πρόωρη αποπληρωμή μέρους των ακριβών δανείων προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αλλά και στη διαπραγμάτευση με τους πιστωτές για τα πρωτογενή πλεονάσματα αναφέρεται εκτενώς η γερμανική οικονομική εφημερίδα Handelsblatt, αναλύοντας το πολιτικό μήνυμα που θέλει να στείλει η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Στo στοίχημα των πλεονασμάτων εστιάζει και η Der Standard, τονίζοντας πως η χαλάρωση των στόχων είναι κρίσιμη για την τόνωση της ανάπτυξης.
«[…] Το επιτόκιο των δανείων αυτών φτάνει έως και το 5,13%. Ακόμη και στις χρηματαγορές η Ελλάδα μπορεί και δανείζεται στο μεταξύ φθηνότερα. […] Εντούτοις το Eurogroup, o ESM και τα κοινοβούλια ορισμένων χωρών της Ευρωζώνης, μεταξύ αυτών και η γερμανική Βουλή, θα πρέπει να συναινέσουν στην πρόωρη αποπληρωμή. Ως εκ τούτου το θέμα αναμένεται να απασχολήσει το επόμενο Eurogroup στις 13 Σεπτεμβρίου. Ο ESM έχει προαναγγείλει τη συγκατάθεσή του διότι έτσι η Ελλάδα θα βελτίωνε το επίπεδο βιωσιμότητας του χρέους της.
Σημαντικό πολιτικό μήνυμα
«Ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης προτίθεται να διαπραγματευτεί με τους πιστωτές τη χαλάρωση των αυστηρών επιταγών που προβλέπουν πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5%»
Ήδη η προηγούμενη κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα έκανε την περασμένη άνοιξη σκέψεις πρόωρης αποπληρωμής. Τότε όμως υπήρχαν επιφυλάξεις, κυρίως στο γερμανικό υπουργείο Οικονομικών. Εκφράζονταν φόβοι ότι με την πρόωρη αποπληρωμή ο Τσίπρας ήθελε να απαλλαγεί από το ΔΝΤ ως αρχής ελέγχου. Η ανησυχία αυτή θεωρείται στο μεταξύ άνευ αντικειμένου καθώς το ΔΝΤ θα παραμένει σε κάθε περίπτωση ως θεσμικός πιστωτής.
Εξίσου σημαντικό με τη βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους είναι και το πολιτικό μήνυμα που θα εκπέμψει μια πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ: ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης προτίθεται να διαπραγματευτεί με τους πιστωτές τη χαλάρωση των αυστηρών επιταγών που προβλέπουν πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% επί του ΑΕΠ μέχρι το 2022. Ο Μητσοτάκης θέλει να περιορίσει τα πλεονάσματα προκειμένου να μειώσει τους φόρους και για να έχει περισσότερα χρήματα για επενδύσεις. Ο ίδιος διακρίνει περιθώρια για χαλάρωση των δημοσιονομικών στόχων καθώς η Ελλάδα δαπανά σαφώς λιγότερα για την εξυπηρέτηση του χρέους απ΄ ό,τι υπολογιζόταν στην αρχή. Με την αποπληρωμή του ΔΝΤ θα μειωνόταν ακόμη περισσότερο η επιβάρυνση από τους τόκους».
Μετριοπαθής ανάκαμψη
Στο μέτωπο της ελληνικής οικονομίας εστιάζει και η αυστριακή Der Standard που σημειώνει ότι «έναν χρόνο μετά τη λήξη του τελευταίου πακέτου βοήθειας η Ελλάδα έχει μάλλον αφήσει πίσω της τα χειρότερα. Ο νέος πρωθυπουργός όμως βρίσκεται αντιμέτωπος με αρκετές προκλήσεις».
Όπως επισημαίνει η εφημερίδα «[…] τον Ιούλιο καταψηφίστηκε η αριστερή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ υπό τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και τώρα ο διάδοχός του Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει να βάλει τη χώρα και πάλι σε τροχιά ανάπτυξης με μια φιλική προς την οικονομία πολιτική. Διότι αν και η Ελλάδα έχει ανακτήσει το βηματισμό της, συνεχίζει να μην στέκεται στα πόδια της. Ο Μητσοτάκης θέλει να φροντίσει τόσο για καλύτερα πληρωμένες θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα όσο και για ιδιωτικοποιήσεις, μείωση της φορολογίας επιχειρήσεων καθώς και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων.
«Οι δανειστές επέμεναν σε αυστηρή πολιτική περικοπών, υποτίμησαν όμως τις καταστροφικές της συνέπειες στην οικονομία και την κοινωνία»
Για να γίνει όμως αυτό ο πρωθυπουργός θα πρέπει να πείσει τους διεθνείς πιστωτές για διευκολύνσεις στους οικονομικούς όρους. Μέχρι στιγμής ζητούν από την Αθήνα πλεονάσματα ύψους 3,5%. Ο Μητσοτάκης θέλει να αποδυναμώσει τις επιταγές αυτές προκειμένου να έχει μεγαλύτερα περιθώρια για δημόσιες επενδύσεις που θα φέρουν ανάπτυξη. Διότι με 1,3% η ανάπτυξη ήταν κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους περιορισμένη ενώ η ανεργία συνεχίζει να βρίσκεται στο 17,2%.
Πρόκειται δηλαδή εν γένει για ανάκαμψη μέτριας δυναμικής μετά την πτώση του 2010, όταν αποφασίστηκε το πρώτο πακέτο βοήθειας. Το κυρίως πρόβλημα: οι δανειστές επέμεναν σε αυστηρή πολιτική περικοπών, υποτίμησαν όμως τις καταστροφικές της συνέπειες στην οικονομία και την κοινωνία. Έκτοτε η Ελλάδα απώλεσε το ένα τέταρτο των οικονομικών της επιδόσεων, τα εισοδήματα των πολιτών μειώθηκαν επίσης κατά 25% ενώ οι περιουσίες τους κατά 40%. ‘Εξαρχής έγιναν λάθη’, παραδέχθηκε πέρσι ακόμη και ο ευρωπαίος Επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί. Ως επιτυχία μπορεί να αξιολογηθεί το γεγονός ότι η Ελλάδα δανείζεται και πάλι μόνη της στις χρηματαγορές».