Το αίτημα για πρόωρη εξόφληση μέρους των δανείων της Ελλάδας στο ΔΝΤ θα επαναφέρει η Αθήνα δια χειρός της νέας κυβέρνησης. Πού «κόλλησε» η διαδικασία και τι θα κρίνει την οριστική διευθέτηση.
Η συζήτηση αφορά το 40% των δανείων από το ΔΝΤ, δηλαδή περίπου 3,7 δισ. ευρώ. Συνολικά, η Ελλάδα θα πρέπει να αποπληρώσει στο Ταμείο δάνεια αξίας 9,3 δισ. ευρώ έως το 2024. Τα συγκεκριμένα δάνεια έχουν τόκο έως και 5% έναντι 0,9% που αντιστοιχεί στα δάνεια από την Ευρωζώνη. Από το 2010, το ελληνικό κράτος έχει αποπληρώσει μέχρι στιγμής στο ΔΝΤ περισσότερα από 15 δισ. ευρώ.
Η πρόωρη μερική εξόφληση του ΔΝΤ είχε δρομολογηθεί τον περασμένο Απρίλιο. Έναν μήνα μετά, το Euro Working Group είχε δώσει επί της ουσίας το «πράσινο φως», καθώς κανένα κράτος – μέλος δεν είχε εκφράσει αντιρρήσεις, τουλάχιστον επί της αρχής. Θετικά, εξάλλου, είχαν τοποθετηθεί τόσο ο ESM, όσο και το ίδιο το ΔΝΤ. Ωστόσο, η αντιστροφή μεταρρυθμίσεων και το μπαράζ προεκλογικών παροχών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στην πραγματικότητα «πάγωσαν» τη διαδικασία, καθώς προκάλεσαν δυσφορία και προβληματισμό στους πιστωτές. Σημειωτέον, τα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους ευρύτερα αποτελούν ένα από τα λίγα εργαλεία που έχουν πλέον οι πιστωτές προκειμένου να ασκούν πίεση στο ελληνικό πολιτικό σύστημα, στο πλαίσιο της μετα-προγραμματικής εποπτείας της ελληνικής οικονομίας.
Ως εκ τούτου, καθυστερεί μέχρι και σήμερα η διασφάλιση εξοικονομήσεων, οι οποίες υπολογίζονται σε περίπου 100-150 εκατ. ευρώ ετησίως για το ελληνικό κράτος. Η μερική αποπληρωμή μέρους των -ακριβών- δανείων της Ελλάδας από το ΔΝΤ, με στόχο να βελτιωθεί περαιτέρω το προφίλ του ελληνικού χρέους, εντάσσεται στους άμεσους σχεδιασμούς του οικονομικού επιτελείου της νέας κυβέρνησης και, σύμφωνα με πληροφορίες, θα τεθεί στο τραπέζι των διαβουλεύσεων με την Ευρωζώνη τον Σεπτέμβριο. Τόσο η πρόωρη μερική αποπληρωμή του ΔΝΤ, όσο και η πιθανή ελάφρυνση των στόχων στα πρωτογενή πλεονάσματα, θα κριθούν από τη δυνατότητα της κυβέρνησης να πείσει στην πράξη την Ευρωζώνη αφενός για τις μεταρρυθμιστικές καλές προθέσεις της, αφετέρου για τη δυνατότητα θωράκισης των ροών αποπληρωμής του ελληνικού χρέους.
naftemporiki.gr