Από την έντυπη έκδοση
Του Στέλιου Παπαπέτρου
Ρήγμα εμφανίζει το ενιαίο μέτωπο των κοινωνικών εταίρων για τις εργασιακές σχέσεις εν όψει της έναρξης της διαπραγμάτευσης για τη β΄αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος, μόλις τρεις ημέρες μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας.
Τη διευκρίνιση των θέσεων του ΣΕΒ για τα ζητήματα των εργασιακών σχέσεων ζητεί η ΓΣΕΕ, η οποία σε σχετική ανακοίνωσή της επισημαίνει ότι: «Οι θέσεις του ΣΕΒ για τα εργασιακά, όπως διατυπώθηκαν στο Οικονομικό Δελτίο του Συνδέσμου, βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με τα όσα και οι εκπρόσωποι των βιομηχάνων συνυπέγραψαν στην πρόσφατη συμφωνία ΓΣΕΕ – εργοδοτικών φορέων».
Όπως αναφέρει η ανακοίνωση της ΓΣΕΕ, «για τη Συνομοσπονδία η υπογραφή μιας εθνικής διμερούς συμφωνίας οφείλει να έχει το τεκμήριο της σοβαρότητας στην προώθηση των ζητημάτων που κατ΄ ελάχιστον έχουν συμφωνηθεί με τις εργοδοτικές οργανώσεις (μη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, μη επαναφορά λοκ-άουτ, επαναφορά διαδικασίας, περιεχομένου και καθολικότητας της Εθνικής Γενικής ΣΣΕ, επεκτασιμότητα κλαδικών ΣΣΕ)».
Από την άλλη, ζητούμενο για τον ΣΕΒ είναι να οικοδομήσουμε ένα σύστημα που θα είναι απαλλαγμένο από τις ατέλειες και τα σφάλματα του παρελθόντος, τονίζεται σε ανακοίνωση.
«Στο πεδίο των εργασιακών, το ζητούμενο για τον ΣΕΒ είναι να οικοδομήσουμε ένα σύστημα που θα είναι απαλλαγμένο από τις ατέλειες και τα σφάλματα του παρελθόντος, που θα ευθυγραμμίζεται με τις δυναμικές ευρωπαϊκές οικονομίες ως προς τους στόχους, τις προοπτικές και τα εργαλεια πολιτικής» τονίζει ο ΣΕΒ σε ανακοίνωσή του.
«Υπό αυτή την έννοια προσυπογράφουμε το κείμενο γενικών αρχών και κατευθύνσεων των Κοινωνικών Εταίρων και ταυτόχρονα εξειδικεύουμε στις παρεμβάσεις μας ως οφείλουμε με υπευθυνότητα, διαφάνεια και εποικοδομητικό πνεύμα τις πάγιες θέσεις μας σε όλα τα κρίσιμα εργασιακά ζητήματα που επηρεάζουν άμεσα την προσέλκυση επενδύσεων και την αύξηση της απασχόλησης».
Οι θέσεις της ΓΣΕΕ για τα εργασιακά
Με αφορμή την πρόσφατη συμφωνία και το κοινό ανακοινωθέν των εκπροσώπων των κοινωνικών εταίρων για τους 5 βασικούς άξονες των εργασιακών θεμάτων, το οποίο συμφωνήθηκε στην κοινή συνάντηση με τον υπουργό Εργασίας την προηγούμενη Τρίτη, η ΓΣΕΕ έδωσε στη δημοσιότητα τις αναλυτικές θέσεις της για την «καυτή ατζέντα» των εργασιακών. Οι θέσεις αυτές είναι:
1. Για τις Συλλογικές συμβάσεις Εργασίας, η συνομοσπονδία ζητεί:
* Να αποκατασταθεί η δυνατότητα επέκτασης ή κήρυξης υποχρεωτικών των κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών ΣΣΕ.
* Να αποκατασταθεί η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης στη συρροή κλαδικών ή ομοιοεπαγγελματικών με επιχειρησιακές ΣΣΕ και να καταργηθεί η πρόβλεψη του ν. 4024/2011, άρθρο 37 παρ. 7, σύμφωνα με την οποία η επιχειρησιακή ΣΣΕ υπερισχύει κλαδικών ή ομοιοεπαγγελματικών ΣΣΕ κατά παρέκκλιση της αρχής της ισχύος της ευνοϊκότερης για τον εργαζόμενο διάταξης.
* Να καταργηθεί η ικανότητα των ενώσεων προσώπων να συνάπτουν επιχειρησιακές ΣΣΕ.
* Να αποκατασταθεί η μετενέργεια του συνόλου των όρων της ΣΣΕ μετά την πάροδο του 6μήνου.
2. Για τον κατώτατο μισθό:
* Να θεσμοθετηθεί και πάλι η καθολικότητα ισχύος και δεσμευτικότητα του συνόλου των όρων (μισθολογικών και μη) της ΕΓΣΣΕ και ο κατώτατος μισθός/ημερομίσθιο να καθορίζονται και πάλι αποκλειστικά με ΕΓΣΣΕ, κατόπιν διαπραγματεύσεων μεταξύ των κορυφαίων οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών.
* Να διατηρηθεί η απαγόρευση ανταπεργίας και να ισχύσει σε όλες τις μορφές της (επιθετική – αμυντική) με τη σύγχρονη κατάργηση και όλων των ισοδυνάμων της (π.χ. χρήση του άρθρου 656 ΑΚ).
3. Για τις ομαδικές απολύσεις:
* Να ενισχυθεί η προστασία των εργαζομένων από τις ομαδικές απολύσεις. Η ευνοϊκότερη ρύθμιση του ελληνικού δικαίου σε σχέση με τη διοικητική έγκριση των ομαδικών απολύσεων είναι απόλυτα δικαιολογημένη και επιβεβλημένη από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας, καθώς και την απουσία κοινωνικού σχεδίου προστασίας των απολυμένων. Στο πλαίσιο αυτό είναι αναγκαία, εκτός των άλλων, και η ενίσχυση του ρόλου του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (ΑΣΕ), ως γνωμοδοτικού οργάνου σε σχέση με την απόφαση του εργοδότη για ομαδικές απολύσεις.
4. Για τον συνδικαλιστικό νόμο 1264/1982:
α) Σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ ο νόμος αυτός «περιέχει την ελάχιστη προστασία της ελεύθερης συνδικαλιστικής δράσης και ειδικά για την απεργία θέτει πολλές και αυστηρότατες προϋποθέσεις για την κήρυξή της (σύγκληση γενικής συνέλευσης, μυστική ψηφοφορία, τήρηση προθεσμιών προειδοποίησης, τοποθέτηση προσωπικού ασφαλείας ή ελάχιστης λειτουργίας για τις κοινωφελείς επιχειρήσεις)».
β) Για τις συνδικαλιστικές άδειες: Ο ν. 1264/1982 περιέχει ένα αυστηρό πλαίσιο χορήγησης αδειών απουσίας από την εργασία των εκλεγμένων εργαζομένων σε θέσεις ευθύνης στα διοικητικά συμβούλια των συνδικαλιστικών οργανώσεων με κλιμάκωση ανάλογα με τον αριθμό των εκπροσωπούμενων εργαζόμενων και τον βαθμό της εκπροσώπησης.
Στα πρωτοβάθμια σωματεία είναι από 3 έως 5 ημέρες τον μήνα και όχι για όλο το διοικητικό συμβούλιο, στις δευτεροβάθμιες οργανώσεις από 9 ημέρες έως όλη τη θητεία ανάλογα με τον αριθμό των εργαζομένων που καλύπτουν και όχι για όλα τα μέλη της διοίκησής τους και στα 45 μέλη της διοίκησης της Συνομοσπονδίας είναι για το σύνολο της θητείας τους.
γ) Για τη χρηματοδότηση των συνδικάτων: Η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει την απόδοση βάσει παραστατικών μόνο των εξόδων που είναι απαραίτητα για τη στοιχειώδη λειτουργία των οργανώσεων σε όλη την Ελλάδα (στέγαση, φως, νερό, τηλέφωνο), τη γραμματειακή τους υποστήριξη με αυστηρές προϋποθέσεις αριθμού μελών και ύψους αποδοχών, την κάλυψη μέρους των εξόδων από τις εκλογικές διαδικασίες.
Τα χρήματα αυτά προέρχονται από τις εισφορές των εργαζομένων προς τον πρ. Οργανισμό Εργατικής Εστίας, που βίαια και αυθαίρετα καταργήθηκε από τις προηγούμενες κυβερνήσεις και πέρασε με όλη του τη σημαντική ακίνητη και κινητή περιουσία (αποθεματικά) στον ΟΑΕΔ, δεν επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό και κυρίως δεν αποδίδονται από το ΙΚΑ που συνεισπράττει τις σχετικές εισφορές στον Ενιαίο Λογαριασμό για την Εφαρμογή Κοινωνικών Πολιτικών.
5. Για την ανταπεργία:
* Να διατηρηθεί η απαγόρευση της ανταπεργίας και να ισχύσει σε όλες τις μορφές της (επιθετική – αμυντική), με τη σύγχρονη κατάργηση και όλων των ισοδυνάμων της (π.χ. χρήση του άρθρου 656 ΑΚ).
ΣΤΕΛΙΟΣ ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΣ – [email protected]