Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Η αποχώρηση του Ντέκλαν Κοστέλο από τη θέση του επικεφαλής της Κομισιόν στην τρόικα που είναι επιφορτισμένη με την ενισχυμένη εποπτεία της ελληνικής οικονομίας, εντάσσεται σε μια γενικότερη αναθεώρηση της ευρωπαϊκής δημοσιονομικής πολιτικής από την πλευρά των Βρυξελλών.
Ο κ. Κοστέλο ήταν στους «διαδρόμους» γνωστό ότι θα έφευγε από τη θέση αυτή, γιατί παίρνει προαγωγή. Αυτό που κάνει εντύπωση είναι ότι την αποχώρησή του ανήγγειλε επίσημα σε συνέντευξή του σε ελληνική εφημερίδα ο πολιτικός του προϊστάμενος Πιερ Μοσκοβισί, αλλά και επιπλέον το γεγονός ότι δεν ανακοινώνεται ο αντικαταστάτης του.
Η Ελλάδα είναι σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, το οποίο αποφασίστηκε τον Ιούνιο του 2018 από το Εurogroup, στο πλαίσιο της εξόδου από το μνημόνιο. Το καθεστώς αυτό ισχύει μέχρι και το τέλος του 2022, για όσο διάστημα δηλαδή η χώρα θα πρέπει να παράγει ετήσια πρωτογενή πλεονάσματα 3,5%. Επειδή συνδέεται και με επιστροφή χρημάτων στην Ελλάδα, το καθεστώς αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει, τουλάχιστον στα χαρτιά.
Τέλος εποχής;
Συνεπώς, κάτι άλλο ευρύτερο δείχνει η αναφορά του Μοσκοβισί στην αποχώρηση του Ντέκλαν Κοστέλο από τη θέση του. Κοινοτικές πηγές στις Βρυξέλλες συνδέουν καταρχήν αυτήν την εξέλιξη με το τέλος της εποχής Γιούνκερ και το γεγονός ότι η παρούσα Κομισιόν θέλει να αποχωρήσει κλείνοντας με όσο το δυνατόν καλύτερο τρόπο τους «λογαριασμούς» του παρελθόντος. Ο βασικός λόγος, όμως, της παρατηρούμενης στροφής, είναι άλλος ευρύτερος και περιλαμβάνει και άλλες χώρες. Το είδαμε τις προηγούμενες μέρες με το πόσο στα «μαλακά» έπεσε η Ιταλία, με την Κομισιόν να αποφεύγει επιμελώς να τραβήξει τα άκρα με τη Ρώμη, παρά το γεγονός ότι δημοσιονομικά υπάρχει εκτροχιασμός. Κάτι παρόμοιο, αν και σε μικρότερη έκταση, είδαμε και με την περίπτωση της Γαλλίας, η οποία δημοσιονομικά κινδυνεύει να αποκλίνει από το στόχο για το έλλειμμα.
Έχουμε μπει δηλαδή σε μια γενικότερη λογική «εκπτώσεων» στις Βρυξέλλες, που έχει να κάνει με την επιδείνωση της ευρωπαϊκής οικονομίας, αλλά και με την αβεβαιότητα που προκαλεί το Brexit.
Είναι λοιπόν προφανές ότι εξαιτίας εξωτερικών παραγόντων, που δεν έχουν να κάνουν με την οικονομική πολιτική των χωρών-μελών, τους επόμενους μήνες θα συνεχιστεί αυτή η επιβράδυνση της οικονομίας, η οποία θα βγάλει εκτός στόχων σχεδόν όλες τις χώρες. Μια επιμονή της Κομισιόν στην τήρηση των στόχων θα οδηγούσε σε μεγάλες τριβές με ορισμένες κυβερνήσεις, σε μια περίοδο που απαιτείται πλήρης ενότητα των «27», κυρίως μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας στο Ηνωμένο Βασίλειο από τον έναν πολέμιο της Ε.Ε., τον Μπόρις Τζόνσον και ο κίνδυνος σκληρού Brexit έχει αυξηθεί σημαντικά.
Από εκεί και πέρα, κάθε χώρα έχει και τις δικές της ιδιαιτερότητες, η Ελλάδα, για παράδειγμα, εξαιτίας του προσφυγικού παίζει έναν ρόλο-κλειδί στην Ανατολική Μεσόγειο για την Ε.Ε. και κανένας δεν επιθυμεί την πολιτική αποσταθεροποίηση.
Στο ερώτημα εάν τα παραπάνω σημαίνουν ότι οι εταίροι και δανειστές είναι έτοιμοι για μεγάλες «εκπτώσεις» προς την κυβέρνηση η απάντηση είναι αρνητική, ωστόσο είναι βέβαιο ότι μπαίνουμε σε μια φάση σταδιακής χαλάρωσης, γιατί το δόγμα-Σόιμπλε περί δημοσιονομικής πειθαρχίας δεν έχει πλέον οπαδούς. Ούτε καν στους κόλπους της γερμανικής κυβέρνησης…