Skip to main content

«Θύματα» των τεκμηρίων οι 3 στους 10

Από την έντυπη έκδοση 

Τρία στα δέκα νοικοκυριά που υπέβαλαν φέτος δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων καλούνται να πληρώσουν επιπλέον φόρους ή χάνουν φοροαπαλλαγές και κοινωνικά επιδόματα εξαιτίας του προσδιορισμού των φορολογητέων εισοδημάτων τους σε υψηλά επίπεδα με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης.

Υπολογίζεται ότι φέτος περίπου 1,9 εκατομμύριο άγαμοι και έγγαμοι φορολογούμενοι επί συνόλου 6,25 εκατομμυρίων που υπέβαλαν δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος έχουν πιαστεί στα «δίχτυα» των διατάξεων των άρθρων 31 και 34 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος για τα τεκμήρια διαβίωσης, καθώς τα εισοδήματα που δήλωσαν στην εφορία ήταν χαμηλότερα από τα τεκμαρτά ποσά φορολογητέου εισοδήματος που τους προσδιόρισαν οι υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων βάσει των συγκεκριμένων διατάξεων.

Οι φορολογούμενοι που έπεσαν φέτος «θύματα» των διατάξεων για τα τεκμήρια διαβίωσης είναι κυρίως χαμηλόμισθοι, χαμηλοσυνταξιούχοι και περιστασιακά απασχολούμενοι, καθώς επίσης και μικρομεσαίοι επαγγελματίες και αγρότες οι οποίοι κατά τη διάρκεια του 2017 είτε απέκτησαν πενιχρά εισοδήματα είτε είχαν ζημιές.

Πολλοί από τους φορολογούμενους αυτούς καλούνται να πληρώσουν υπέρογκα ποσά φόρου εισοδήματος και ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, ενώ ταυτόχρονα χάνουν φοροαπαλλαγές και επιδόματα τέκνων ή καλούνται να εισπράξουν μειωμένα επιδόματα τέκνων εξαιτίας της εφαρμογής των διατάξεων για τα τεκμήρια διαβίωσης.

Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 31 και 34 του ισχύοντος Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, το φορολογητέο εισόδημα κάθε φυσικού προσώπου μπορεί να προσδιορισθεί από τις φορολογικές αρχές εναλλακτικά, με βάση τις λεγόμενες «αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης» ή «τεκμήρια διαβίωσης», δηλαδή τις ελάχιστες ετήσιες δαπάνες χρήσης και συντήρησης περιουσιακών στοιχείων, όπως κατοικίες, αυτοκίνητα, σκάφη αναψυχής, αεροσκάφη και πισίνες, αλλά και ποσά που, σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, αντιπροσωπεύουν τα ελάχιστα ετήσια έξοδα κάθε φορολογούμενου για την ατομική του συντήρηση. Στις «αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης» υπάγονται και οι πραγματικά καταβληθείσες δαπάνες του φορολογούμενου για την πληρωμή διδάκτρων σε ιδιωτικά σχολεία καθώς και τα έξοδα για την καταβολή αποδοχών σε υπηρετικό προσωπικό.

Εφαρμόζοντας τις διατάξεις αυτές, κατά την εκκαθάριση των φετινών φορολογικών δηλώσεων, οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων άθροισαν όλα τα παραπάνω ποσά «τεκμηρίων» και προσδιόρισαν εναλλακτικά, με τεκμαρτό τρόπο, το συνολικό ετήσιο εισόδημα κάθε φορολογούμενου. Στη συνέχεια συνέκριναν το συνολικό τεκμαρτώς προσδιορισθέν εισόδημα με το συνολικό δηλωθέν εισόδημα του φορολογούμενου και σε όποιες περιπτώσεις το πρώτο από τα δύο ποσά ήταν μεγαλύτερο, η επιπλέον διαφορά που προέκυψε προστέθηκε στο δηλωθέν φορολογητέο εισόδημα και το προσαύξησε. Στην ουσία, σε κάθε τέτοια περίπτωση, ως φορολογητέο εισόδημα ελήφθη υπ’ όψιν το τεκμαρτώς προσδιορισθέν.

Οι παγίδες στις οποίες έπεσαν φέτος πάνω από 1,9 εκατ. νοικοκυριά εξαιτίας της εφαρμογής των παραπάνω διατάξεων είναι οι ακόλουθες:

Υπερφορολόγηση του εισοδήματος μισθωτών, συνταξιούχων, μικρομεσαίων επαγγελματιών και αγροτών: Λόγω της σημαντικής συρρίκνωσης των πραγματικών εισοδημάτων, την οποία προκάλεσε η πολυετής οικονομική κρίση, πολλά φυσικά πρόσωπα φορολογήθηκαν φέτος όχι με βάση τα πολύ χαμηλά εισοδήματα που απέκτησαν το 2017, αλλά με βάση τα πολύ πιο υψηλά, εξωπραγματικά ποσά τεκμαρτών εισοδημάτων που τους προσδιόρισε η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) με βάση το σύστημα των τεκμηρίων ή «αντικειμενικών δαπανών διαβίωσης». Σε πολλές περιπτώσεις, οι διαφορές μεταξύ των πολύ χαμηλών πραγματικών εισοδημάτων και των πολύ υψηλών τεκμαρτών που προέκυψαν με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης κατέστη αδύνατο να καλυφθούν με περισσεύματα εισοδημάτων ή εσόδων από παρελθόντα έτη, καθώς τα ποσά αυτά έχουν χρησιμοποιηθεί ήδη στο σύνολό τους για την κάλυψη τεκμηρίων στα προηγούμενα 4-5 χρόνια.

Υπερφορολόγηση οικονομικά αδύναμων φορολογουμένων (περιστασιακά απασχολουμένων που ταυτόχρονα εισέπραξαν και πάρα πολύ μικρά ποσά τόκων ή ενοικίων ή και επιδόματα τέκνων): Αρκετοί φορολογούμενοι που απέκτησαν το 2017 πολύ χαμηλού ύψους εισοδήματα από περιστασιακή απασχόληση και από τόκους καταθέσεων ή και από ενοίκια καλούνται να πληρώσουν φέτος ποσά φόρου εισοδήματος τα οποία έχουν υπολογιστεί με συνολικό συντελεστή φόρου 44% επί εξωπραγματικών ποσών τεκμαρτού εισοδήματος που τους προσδιόρισαν τα τεκμήρια διαβίωσης. Κι αυτό συνέβη, επειδή σε κάθε τέτοια περίπτωση η προστιθέμενη διαφορά φορολογητέου εισοδήματος που προέκυψε λόγω της εφαρμογής των τεκμηρίων φορολογήθηκε ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα με συντελεστή 22% από το πρώτο ευρώ, ο δε φόρος που προέκυψε διπλασιάστηκε αυτόματα καθώς επ’ αυτού επιβλήθηκε και προκαταβολή φόρου έναντι του επόμενου έτους, με συντελεστή 100%. Στην ίδια παγίδα υπερφορολόγησης έπεσαν και όσοι εισέπραξαν το 2017 χαμηλού ύψους εισοδήματα από περιστασιακή απασχόληση και ακόμη πιο χαμηλού ύψους ποσά επιδομάτων τέκνων.

Απώλεια του δικαιώματος είσπραξης κοινωνικών επιδομάτων ή είσπραξη επιδομάτων σημαντικά μειωμένων: Χιλιάδες οικονομικά αδύναμοι φορολογούμενοι έχασαν κοινωνικά επιδόματα που δικαιούνται, παρά το γεγονός ότι είχαν πολύ χαμηλά πραγματικά εισοδήματα, επειδή με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης το εισόδημά τους διαμορφώθηκε σε επίπεδα υψηλότερα των ορίων που ισχύουν για την είσπραξη των επιδομάτων. Επίσης χιλιάδες άλλοι φορολογούμενοι με πάρα πολύ χαμηλά ετήσια εισοδήματα εισέπραξαν επιδόματα σημαντικά μειωμένα επειδή τα τεκμήρια ανέβασαν το ετήσιο φορολογητέο εισόδημά τους σε υψηλότερες κλίμακες, όπου ισχύουν χαμηλότερα ποσά επιδομάτων.

Πλαστικό χρήμα

Υπερφορολόγηση μισθωτών, συνταξιούχων, αγροτών και περιστασιακά απασχολουμένων ακόμη και ανέργων μέσω της μη κάλυψης του απαιτούμενου ποσού δαπανών με «πλαστικό» ή άλλης μορφής «ηλεκτρονικό» χρήμα: Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, όσα φυσικά πρόσωπα φορολογούνται φέτος με την κλίμακα φόρου εισοδήματος των μισθωτών και των συνταξιούχων πρέπει να έχουν καλύψει ποσοστά από 10% έως και 18,75% των συνολικών ετησίων φορολογητέων εισοδημάτων τους με δαπάνες αγοράς αγαθών και παροχής υπηρεσιών εξοφληθείσες με «πλαστικό» χρήμα ή με άλλα μέσα ηλεκτρονικής πληρωμής. Όσοι δεν έχουν καλύψει πλήρως τα απαιτούμενα ποσοστά, οφείλουν να πληρώσουν επιπλέον φόρο εισοδήματος, που υπολογίζεται, σε κάθε περίπτωση, με συντελεστή 22% επί του ποσού που παρέμεινε ακάλυπτο. Ως εκ τούτου, εκατοντάδες χιλιάδες μισθωτοί, συνταξιούχοι, περιστασιακά απασχολούμενοι πολίτες ακόμη και άνεργοι, για τους οποίους ως φορολογητέα ποσά εισοδημάτων ελήφθησαν υπ’ όψιν όχι τα πραγματικά εισοδήματα που εισέπραξαν το 2017 αλλά τα πολύ πιο υψηλά τεκμαρτά εισοδήματα, τα οποία προσδιορίστηκαν με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης, επιβαρύνθηκαν και με επιπλέον φόρο εισοδήματος, επειδή εμφανίστηκαν να μην έχουν καλύψει τα απαιτούμενα ποσά δαπανών με πληρωμές μέσω «πλαστικού» ή άλλης μορφής «ηλεκτρονικού» χρήματος.

Δηλαδή, κατά την εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων που υπέβαλαν οι εν λόγω φορολογούμενοι για το 2017, τα ποσοστά ετησίου εισοδήματος 10%-18,75% τα οποία έπρεπε να έχουν καλυφθεί με δαπάνες εξοφληθείσες μέσω πιστωτικών ή χρεωστικών καρτών ή μέσω άλλων μεθόδων ηλεκτρονικής πληρωμής δεν υπολογίστηκαν επί των πραγματικών δηλωθέντων εισοδημάτων τους, όπως αυτοί νόμισαν, αλλά επί των πολύ υψηλότερων τεκμαρτών τους εισοδημάτων. Με παρόμοιο πρόβλημα βρέθηκαν αντιμέτωποι και κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, οι οποίοι κατά τη διάρκεια του 2017 απέκτησαν πολύ χαμηλά πραγματικά εισοδήματα ή είχαν ζημιές από τις αγροτικές τους δραστηριότητες και τα τεκμήρια διαβίωσης εκτόξευσαν στα ύψη τα τελικά φορολογητέα εισοδήματά τους.

Απώλεια της απαλλαγής ΕΝΦΙΑ

Απώλεια της απαλλαγής από τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) για χιλιάδες οικονομικά αδύναμους φορολογουμένους: Πολλοί φορολογούμενοι, των οποίων το πραγματικό δηλωθέν εισόδημα του έτους 2017 είναι πενιχρό και, ως εκ τούτου, πολύ πιο χαμηλό από αυτό το οποίο προκύπτει με βάση τα τεκμήρια, θα χάσουν το δικαίωμα μερικής ή ολικής απαλλαγής από τον ΕΝΦΙΑ. Αυτό θα συμβεί επειδή σε κάθε τέτοια περίπτωση το τεκμαρτό εισόδημα θα είναι υπέρμετρα υψηλό και θα υπερβεί το ισχύον εισοδηματικό όριο απαλλαγής από τον ΕΝΦΙΑ. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, μία από τις προϋποθέσεις που προβλέπονται για την απαλλαγή ενός άγαμου φορολογούμενου ή μιας οικογένειας από το 50% του ΕΝΦΙΑ ορίζει ότι το «συνολικό ετήσιο καθαρό οικογενειακό εισόδημα» του προηγούμενου έτους δεν πρέπει να έχει υπερβεί τις 9.000 ευρώ συν 1.000 ευρώ για τον ή τη σύζυγο και για κάθε εξαρτώμενο μέλος της οικογένειας.

Επίσης, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, στις οικογένειες που είναι τρίτεκνες ή πολύτεκνες ή περιλαμβάνουν ανάπηρα άτομα κατά ποσοστά 80% και άνω χορηγείται πλήρης απαλλαγή (100%) από τον ΕΝΦΙΑ εφόσον μεταξύ άλλων το «συνολικό ετήσιο καθαρό οικογενειακό εισόδημα» του προηγούμενου έτους δεν έχει υπερβεί τις 12.000 ευρώ, συν 1.000 ευρώ για τον ή τη σύζυγο και κάθε εξαρτώμενο μέλος.

Αν λοιπόν το πραγματικό εισόδημα ενός άγαμου φορολογούμενου είναι 4.000 ευρώ, αλλά το τεκμαρτό εισόδημά του είναι 9.500 ευρώ, ο συγκεκριμένος φορολογούμενος θα χάσει την απαλλαγή από το 50% του ΕΝΦΙΑ. Επίσης, αν το πραγματικό οικογενειακό εισόδημα ενός πολύτεκνου με 4 παιδιά φορολογούμενου είναι 10.000 ευρώ και το εισόδημα που προκύπτει για αυτόν με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης φθάνει τις 18.000 ευρώ, ο συγκεκριμένος πολύτεκνος οικογενειάρχης θα χάσει την απαλλαγή από το 100% του ΕΝΦΙΑ.