Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Κούρου
[email protected]
Αυστηρά πρόστιμα τίθενται σε ισχύ από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (AAΔΕ) στις περιπτώσεις κατάσχεσης γνήσιων βιομηχανοποιημένων καπνών άνω των 50.000 τεμαχίων, στο πλαίσιο των ενεργειών που έχουν δρομολογηθεί για την εξάλειψη της εμπορίας παράνομων προϊόντων καπνού.
«Εξοντωτικά», μάλιστα, γίνονται τα πρόστιμα σε περιπτώσεις κατάσχεσης μεγάλων ποσοτήτων καπνού αφού, με βάση το νέο καθεστώς που ισχύει, προβλέπονται τα εξής:
α) σε περίπτωση κατάσχεσης εντός ενός ημερολογιακού έτους ποσότητας γνήσιων βιομηχανοποιημένων καπνών άνω των 20.000.000 τεμαχίων, προβλέπεται συμπληρωματική πληρωμή ποσού ίσου με το 200% των φόρων και δασμών επί του συνόλου των ποσοτήτων που έχουν κατασχεθεί εντός του έτους αυτού και
β) σε περίπτωση κατάσχεσης εντός ενός ημερολογιακού έτους ποσότητας γνήσιων βιομηχανοποιημένων καπνών άνω των 40.000.000 τεμαχίων, προβλέπεται συμπληρωματική πληρωμή ποσού ίσου με το 400% των φόρων και δασμών επί του συνόλου των ποσοτήτων που έχουν κατασχεθεί εντός του έτους αυτού.
Τα ανωτέρω γνωστοποιήθηκαν με την υπ’ αρίθμ. ΔΣΤΕΠ/ Δ1110978ΕΞ /17.7.2018 εγκύκλιο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, με την οποία κοινοποιήθηκε το νέο άρθρο 119Β του ν. 2960/2001, Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας περί πληρωμών εξαρτώμενων από τις κατασχέσεις βιομηχανοποιημένων καπνών, το οποίο θεσπίστηκε δυνάμει του άρθρου 110 του ν. 4549/2018 για τη θέσπιση πληρωμών εξαρτώμενων από τις κατασχέσεις βιομηχανοποιημένων καπνών, ενώ δόθηκαν οι κατωτέρω οδηγίες:
- Το άρθρο 119Β προβλέπει αντικειμενική ευθύνη των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην εφοδιαστική αλυσίδα βιομηχανοποιημένων καπνών για τη διενέργεια υποχρεωτικής πληρωμής προς το Δημόσιο σε περίπτωση κατάσχεσης γνησίων βιομηχανοποιημένων καπνών τους 50.000 τεμαχίων και άνω.
n Η θέσπιση του άρθρου 119Β υλοποιεί την ευχέρεια που παρέχει στα συμβαλλόμενα κράτη το άρθρο 17 του Πρωτοκόλλου για την εξάλειψη της εμπορίας παράνομων προϊόντων καπνού (Framework Convention on Tobacco Control – FCTC).
- Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 119Β, οι επιχειρήσεις καπνικών προϊόντων και ειδικότερα οι αδειοδοτημένες καπνοβιομηχανίες, τα αδειοδοτημένα επαγγελματικά εργαστήρια, οι εισαγωγείς βιομηχανοποιημένων καπνών από τρίτη χώρα και οι παραλήπτες βιομηχανοποιημένων καπνών από άλλο κράτος-μέλος οφείλουν, εντός δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του άρθρου, να προβούν σε μια σειρά κοινοποιήσεων, εγγράφως ή και ηλεκτρονικά προς την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων και ειδικότερα προς τη Διεύθυνση Στρατηγικής Τελωνειακών Ελέγχων και Παραβάσεων της ΓΔΤ και ΕΦΚ, το Γενικό Χημείο του Κράτους – Διεύθυνση Ενεργειακών, Βιομηχανικών και Χημικών Προϊόντων και το Γενικό Χημείο του Κράτους -Χημική Υπηρεσία Σερρών, οι οποίες συγκεκριμενοποιούνται ως ακολούθως:
α) κοινοποίηση καταλόγου με την ονομασία των προϊόντων που διατίθενται από τις επιχειρήσεις καπνικών προϊόντων στην ελληνική αγορά,
β) κοινοποίηση ευκρινών φωτογραφιών της συσκευασίας κάθε προϊόντος,
γ) κοινοποίηση αναλυτικών στοιχείων για τις μετρήσεις κάθε επιχείρησης ως προς την πίσσα, τη νικοτίνη και το μονοξείδιο του άνθρακα που αντιστοιχούν στα ως άνω προϊόντα.
Τονίζεται ότι κάθε μεταβολή των ως άνω στοιχείων θα πρέπει να κοινοποιείται προς όλες τις ανωτέρω αναφερόμενες υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων εντός ενός μηνός από την επέλευση της μεταβολής αυτής.
- Η υποχρεωτική πληρωμή προς το ελληνικό Δημόσιο επιβάλλεται με καταλογιστική πράξη που εκδίδει ο προϊστάμενος του τελωνείου στην τοπική αρμοδιότητα του οποίου ανήκει η έδρα της επιχείρησης καπνικών προϊόντων ή το υποκατάστημα σε περίπτωση που η έδρα της επιχείρησης βρίσκεται εκτός της ελληνικής επικράτειας. Το δικαίωμα του προϊσταμένου προς έκδοση της καταλογιστικής πράξης υπόκειται σε πενταετή παραγραφή που άρχεται από το τέλος του έτους εντός του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση. Εφόσον η επιχείρηση καπνικών προϊόντων έχει νομική προσωπικότητα η καταλογιστική πράξη εκδίδεται αποκλειστικά σε βάρος του νομικού προσώπου. Η πληρωμή ισούται καταρχήν με το 100% των φόρων και δασμών που θα βεβαιώνονταν εάν τα λαθραία βιομηχανοποιημένα καπνά είχαν νομίμως διατεθεί προς ανάλωση στο ελληνικό έδαφος. Σε κάθε δηλαδή μεμονωμένη κατάσχεση γνήσιων βιομηχανοποιημένων καπνών 50.000 τεμαχίων και άνω θα επιβάλλεται η ανωτέρω πληρωμή διά της έκδοσης της καταλογιστικής πράξης του προϊσταμένου του αρμόδιου τελωνείου.
- Επιπλέον, προβλέπεται η επιβολή συμπληρωματικής πληρωμής διά της έκδοσης νέας καταλογιστικής πράξης του προϊσταμένου του αρμόδιου τελωνείου με την ακόλουθη κλιμάκωση:
α) Σε περίπτωση κατάσχεσης εντός ενός ημερολογιακού έτους ποσότητας γνήσιων βιομηχανοποιημένων καπνών άνω των 20.000.000 τεμαχίων, προβλέπεται συμπληρωματική πληρωμή ποσού ίσου με το 200% των φόρων και δασμών επί του συνόλου των ποσοτήτων που έχουν κατασχεθεί εντός του έτους αυτού και
β) Σε περίπτωση κατάσχεσης εντός ενός ημερολογιακού έτους ποσότητας γνήσιων βιομηχανοποιημένων καπνών άνω των 40.000.000 τεμαχίων, προβλέπεται συμπληρωματική πληρωμή ποσού ίσου με το 400% των φόρων και δασμών επί του συνόλου των ποσοτήτων που έχουν κατασχεθεί εντός του έτους αυτού.
Το ποσό της δεύτερης συμπληρωματικής πληρωμής είναι αυτοτελές και σε καμία περίπτωση δεν συμψηφίζεται με τα ποσά των επιμέρους αρχικών πληρωμών.
- Η υποχρεωτική πληρωμή δεν έχει ούτε μπορεί να νοηθεί ότι έχει τη νομική φύση διοικητικού προστίμου ή ποινικής κύρωσης. Επιβάλλεται ως αποζημίωση οφειλόμενη εξ αντικειμενικής ευθύνης προς το Ελληνικό Δημόσιο για το γεγονός της εκτροπής των βιομηχανοποιημένων καπνών της επιχείρησης καπνικών προϊόντων στο παράνομο εμπόριο και συνεπώς για την έκδοση της σχετικής καταλογιστικής πράξης δεν απαιτείται να αποδειχθεί οποιασδήποτε μορφής υπαιτιότητα (δόλος ή αμέλεια) της επιχείρησης καπνικών προϊόντων ή των νομίμων εκπροσώπων ή των προστηθέντων της.
- Από την οφειλόμενη εξ αντικειμενικής ευθύνης υποχρέωση πληρωμής προς το Ελληνικό Δημόσιο θεσπίζονται δύο εξαιρέσεις, τηρουμένων των ειδικότερα οριζόμενων στην παρ. 6 του άρθρου 119Β, δηλαδή:
α) εάν τα λαθραία βιομηχανοποιημένα καπνά που κατασχέθηκαν εκλάπησαν από τρίτους και
β) εάν τα λαθραία βιομηχανοποιημένα καπνά που κατασχέθηκαν διέφυγαν της κατοχής της επιχείρησης από λόγους ανωτέρας βίας.
- Στο κοινοποιούμενο άρθρο ρητώς διευκρινίζεται ότι η καταβολή των πληρωμών δεν μπορεί να νοηθεί ότι εμποδίζει κατά κανένα τρόπο τις διοικητικές και ποινικές έρευνες για τυχόν λαθρεμπορικές παραβάσεις που έχουν διαπραχθεί σε σχέση με την κατασχεθείσα ποσότητα. Κατά συνέπεια, εφόσον από τις διοικητικές ή και ποινικές έρευνες που διεξάγονται σε σχέση με την κατασχεθείσα ποσότητα προκύψουν αποδεικτικά στοιχεία για την τέλεση του αδικήματος της λαθρεμπορίας και καταστεί δυνατός ο εντοπισμός και η ταυτοποίηση των υπαιτίων της λαθρεμπορίας, εφαρμόζονται, όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση, οι σχετικές διατάξεις του ν. 2960/2001 – Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας περί διοικητικού κολασμού των λαθρεμπορικών τελωνειακών παραβάσεων.
- Για τα ειδικά ζητήματα περί της δειγματοληψίας, της εργαστηριακής/χημικής εξέτασης και της οριστικοποίησης των αποτελεσμάτων της, παρέχεται, δυνάμει της παρ. 8 του άρθρου 119Β, εξουσιοδότηση για την έκδοση κανονιστικής πράξης του διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.
- Σε συνέχεια της έκδοσης της προβλεπόμενης κανονιστικής πράξης, θα δοθούν με νεότερη εγκύκλιο λεπτομερείς οδηγίες ως προς την τηρητέα διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 119Β.