Τους παράγοντες που εξηγούν τη διάρκεια και την ένταση της ελληνικής κρίσης, τα διδάγματα από την επώδυνη αυτή περίοδο, αλλά και τις προκλήσεις που επιμένουν να δοκιμάζουν τις αντοχές της ελληνικής οικονομίας και των πολιτών παρουσίασε σε σε ομιλία του στο Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο ο Γιάννης Στουρνάρας. Tόνισε την ανάγκη να αλλάξει το μίγμα της δημοσιονομικής πολιτικής και να πέσει στο 2,2% από 3,5% ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα.
Στην ομιλία που πραγματοποιήθηκε στις 28/6 στο Λουξεμβούργο και είχε τίτλο «Η ελληνική οικονομία 10 χρόνια μετά την κρίση και διδάγματα για το μέλλον για την Ελλάδα και την Ευρωζώνη», ο Έλληνας κεντρικός τραπεζίτης προσδιόρισε τους πάργοντες, που οδήγησαν τη χώρα στο χείλος του γκρεμού και στη συνέχεια σε πολυετή ύφεση. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν η αποτυχία να προβλεφθεί πόσο μεγάλος θα είναι ο αντίκτυπος της λιτότητας στο ΑΕΠ (κάτι που έχει αναγνωρίσει επανειλημμένα και το ΔΝΤ), η σειρά με την οποία προωθήθηκαν οι μεταρρυθμίσεις, αλλά και οι συνεχείς καθυστερήσεις στην υλοποίησή τους.
Ειδικότερα ο κ. Στουρνάρας επεσήμανε τους ακόλουθους επτά παράγοντες:
- Μέγεθος αρχικών προβλημάτων (ανισορροπιών) και ταχύτητα της δημοσιονομικής προσαρμογής.
- Οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές ήταν υψηλότεροι από ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί.
- Δόθηκε έμφαση στην αρχή κυρίως στις αυξήσεις της φορολογίας και λιγότερο στις μεταρρυθμίσεις και τις ιδιωτικοποιήσεις.
- Η χρονική σειρά με την οποία υλοποιήθηκαν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (sequencing), δηλαδή πρώτα στην αγορά εργασίας και μετά στις αγορές προϊόντων.
- Υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ).
- Υστέρηση στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
- Δισταγμός στην έγκαιρη υιοθέτηση μέτρων για τη μείωση του χρέους από την Ευρωομάδα (Eurogroup).
Ο διοικητής της ΤτΕ υπογράμμισε ότι η χώρα μας πέτυχε μία πρωτοφανή δημοσιονομική προσαρμογή, μείωσε το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών κατά 12 ποσοστιαίες μονάδες, βελτίωσε την ανταγωνιστικότητά της ως προς το κόστος εργασίας και τις τιμές και εφήρμοσε ένα τολμηρό πρόγραμμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Προχώρησε δε στην αναδιάταξη και την ανακεφαλοποιήση του τραπεζικού συστήματος.
Η κεντρική τράπεζα αναμένει ότι η οικονομική δραστηριότητα θα παραμείνει σε θετική αναπτυξιακή τροχιά, με ρυθμό 1,9% το 2019 και 2,1% το 2020, αλλά και σημειώνει ότι έχει μπροστά τις μεγάλες προκλήσεις ακόμη. Οι κυριότερες σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα είναι οι ακόλουθες:
- Υψηλό απόθεμα κόκκινων δανείων.
- Υψηλό δημόσιο χρέος.
- Έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και αρνητική καθαρή διεθνής επενδυτική θέση.
- Αργός ψηφιακός μετασχηματισμός της οικονομίας.
- Υψηλό ποσοστό ανεργίας.
- Προβλεπόμενη δημογραφική μείωση του πληθυσμού.
- Επενδυτικό κενό.
- Επιχειρηματικό περιβάλλον που δεν είναι φιλικό προς τις επενδύσεις.
Για να αντιμετωπιστούν τα παραπάνω πρέπει μεταξύ άλλων να επιταχυνθεί ο βηματισμός στη μείωση των κόκκινων δανείων, αλλά και να μειωθούν οι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα από 3,5% του ΑΕΠ σε 2,2% του ΑΕΠ έως το 2022, επεσήμανε ο κεντρικός τραπεζίτης, επαναλαμβάνοντας τη σύστασή του για αλλαγή του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής.
Θα πρέπει όπως είπε να διευρυνθεί το πεδίο συνεργασίας δημόσιου- ιδιωτικού τομέα, να βελτιωθεί η αποδοτικότητα της δημόσιας διοίκησης και των δημόσιων επιχειρήσεων και να επιταχυνθούν οι ιδιωτικοποιήσεις. Παράλληλα απαιτείται μία πιο στοχευμένη πολιτική για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, ευελιξία στην αγορά εργασία και μεταρρυθμίσεις στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών.
Ο κ. Στουρνάρας έδωσε τέλος έμφαση στην ανάγκη για διαφύλαξη της ανεξαρτησίας των θεσμών, όπως και για ενίσχυση του «τριγώνου της γνώσης» (εκπαίδευση – έρευνα – καινοτομία) και του ψηφιακού μετασχηματισμού της οικονομίας).
naftemporiki.gr