Skip to main content

Γενέθλια των capital controls, άγνωστο το πόσο θα… ζήσουν

Από την έντυπη έκδοση 

Της Άννας Δόγα
[email protected]

Παραμένει ως «ερώτηση του 1 εκατομμυρίου» ο ακριβής χρόνος άρσης των capital controls, καθώς το τελευταίο δωδεκάμηνο πολλοί, αισιόδοξοι οι περισσότεροι, επιχείρησαν να εκτιμήσουν πότε θα απελευθερωθεί η ελληνική οικονομία από τους κεφαλαιακούς περιορισμούς και απέτυχαν. Από τη στιγμή που το χρηματοπιστωτικό σύστημα συνδέεται άμεσα με την εμπιστοσύνη, χρειάζεται χρόνος και προσπάθεια για την αποκατάσταση της τελευταίας και σαφείς ενδείξεις βελτίωσης της καταθετικής βάσης, τονίζουν οι πιο ψύχραιμοι.

Οι Έλληνες τραπεζίτες επισημαίνουν ότι μια σταθερή πορεία στην οικονομία, με υλοποίηση των συμφωνηθέντων και εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων χωρίς παλινωδίες, είναι το στοιχείο που θα επιτρέψει τη σταδιακή χαλάρωση και τελικώς την άρση των κεφαλαιακών περιορισμών. Πότε θα μπορούσε να γίνει αυτό, δεν μπορεί να εκτιμηθεί με ασφάλεια και είναι ενδεικτικό ότι η συζήτηση των τελευταίων εβδομάδων για χαλάρωση των capital controls με επίκεντρο την απελευθέρωση του «νέου χρήματος» πάγωσε μετά το Brexit.

Οι παράγοντες που επηρεάζουν μια τέτοια απόφαση είναι πολλοί και μια ένδειξη θετικής πορείας είναι σαφώς η βελτίωση της καταθετικής βάσης, η οποία δεν διαπιστώνεται επί του παρόντος. Με βάση τα τελευταία επίσημα στοιχεία του Μαΐου, το σύνολο των ιδιωτικών καταθέσεων αυξήθηκε μόλις κατά 278 εκατ. ευρώ έπειτα από ήπια πτωτική πορεία τους τελευταίους μήνες, με τις καταθέσεις των νοικοκυριών πάντως να υποχωρούν και να βρίσκονται στο επίπεδο του καλοκαιριού του 2015.

Αξιοσημείωτο είναι πως τον Μάιο οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων στα πιστωτικά ιδρύματα κατέγραψαν αύξηση κατά 278 εκατ. ευρώ, αφού από τα 121,43 δισ. ευρώ που ήταν στα τέλη Απριλίου αυξήθηκαν στα 121,7 δισ. ευρώ στο τέλος Μαΐου, αλλά οι καταθέσεις των νοικοκυριών μειώθηκαν κατά 760 εκατ. ευρώ και διαμορφώθηκαν σε 101,41 δισ. ευρώ, υποχωρώντας στα επίπεδα του Φεβρουαρίου του 2004, ενώ οι καταθέσεις των επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά 1,04 δισ. ευρώ και το υπόλοιπό τους στο τέλος Μαΐου ανήλθε σε 20,29 δισ. ευρώ.

Η κατακρήμνιση των καταθέσεων του συστήματος, το στέγνωμα της ρευστότητας με την πολύμηνη και αδιέξοδη διαπραγμάτευση από τις αρχές του προηγούμενου έτους οδηγούσε την οικονομία στην καταστροφή και η προαναγγελία του δημοψηφίσματος τα ξημερώματα της 27ης Ιουνίου 2015 από τον Αλέξη Τσίπρα, απλώς έδειξε τον μονόδρομο των capital controls.

Οι κεφαλαιακοί έλεγχοι -και η τραπεζική αργία σε πρώτη φάση- ανακοινώθηκαν την Κυριακή 28 Ιουνίου και στις 29 Ιουνίου η Ελλάδα βίωσε την εμπειρία που είχε τέσσερα χρόνια πριν η Κύπρος: αποφασίστηκε για τις επόμενες έξι εργάσιμες ημέρες οι τράπεζες να παραμείνουν κλειστές και να ανοίξουν ξανά την Τρίτη 7 Ιουλίου -άνοιξαν τελικώς στις 20 Ιουλίου- με τις συναλλαγές να υπόκεινται πλέον σε capital controls.

Οι κεφαλαιακοί έλεγχοι άλλαξαν την καθημερινότητα των πολιτών και «φρέναραν» την οικονομική δραστηριότητα, ενώ αποτέλεσαν ψυχολογικό σοκ για την ελληνική κοινωνία. Με την αρχική τους μορφή το ημερήσιο όριο ανάληψης κάθε φυσικού προσώπου ήταν τα 60 ευρώ ανά πρόσωπο και ανά λογαριασμό, ενώ απεριόριστες ήταν οι συναλλαγές με χρεωστικές και πιστωτικές κάρτες, όπως και η δραστηριότητα με web banking, πάντοτε με την προϋπόθεση ότι γίνονται συναλλαγές στο εσωτερικό. Τη στιγμή εκείνα τα διαθέσιμα του συστήματος ήταν ύψους 3,2 δισ. ευρώ και κάλυπταν τις ανάγκες περίπου ενός δεκαημέρου.

Τα capital controls φρέναραν τις εκροές καταθέσεων, για τις τράπεζες όμως, όπως και για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας, οι επόμενες εβδομάδες έως τη συμφωνία της 13ης Ιουλίου άνοιξαν διάπλατα το παράθυρο αβεβαιότητας με τη συζήτηση για πτώχευση της χώρας, bail in, για πιθανή απαίτηση της ΕΚΤ για την άμεση επιστροφή της χρηματοδότησης, ακόμη και για «κατάσχεση» των assets των τραπεζών να βρίσκεται στο τραπέζι.

Η δωδεκάμηνη ισχύς των κεφαλαιακών ελέγχων πιέζει την αγορά, επιτάχυνε λουκέτα επιχειρήσεων, έβαλε εμπόδια σε εισαγωγές και εξαγωγές, αποδυναμώνει τον τουρισμό και την κατανάλωση, επιδεινώνοντας κάθε οικονομική δραστηριότητα που ήδη είχε υποστεί τις συνθήκες ύφεσης των τελευταίων ετών.

Οι τράπεζες

Για τις τράπεζες, η αποδυνάμωση ξεκίνησε από τον Δεκέμβριο του 2014, ενισχύθηκε όσο διαρκούσε η διαπραγμάτευση, με τον κλάδο να «χάνει» κατ’ αρχάς το waiver και συνέχεια καταθέσεις, ακόμη και 1,5 με 2 δισ. ευρώ ημερησίως κάποιες δύσκολες ημέρες και να οδηγείται σε τρεις εβδομάδες τραπεζικής αργίας και 12 μήνες ήδη capital controls.

Ως την ανακεφαλαιοποίηση του Νοεμβρίου 2015, οι εγχώριες τράπεζες παρέμειναν σε παράλυση και ακόμη προσπαθούν να επανακάμψουν, τη στιγμή που τον Νοέμβριο του 2014 υπήρχε η προσδοκία σταδιακής βελτίωσης των καταθέσεων και έναρξης χρηματοδότησης της οικονομίας.

Την περίοδο Σεπτεμβρίου 2014-Ιουνίου 2015 οι τράπεζες «έχασαν» 42,5 δισ. ευρώ. Από το τέλος του περασμένου έτους παρατηρείται ολοένα και βραδύτερος ετήσιος ρυθμός μείωσης των ιδιωτικών καταθέσεων, οι οποίες παραμένουν σε χαμηλό επίπεδο, από τα 121,47 δισ. ευρώ του Μαρτίου στα 121,43 δισ. ευρώ του Απριλίου και στα 121,7 δισ. ευρώ του Μαΐου, ενώ από το ιστορικά υψηλό του Σεπτεμβρίου 2009 ο κλάδος έχει απολέσει 116,1 δισ. ευρώ.

Ο ρυθμιστικός ρόλος της επιτροπής για τις εισαγωγές

Από την πρώτη κιόλας μέρα επιβολής της τραπεζικής αργίας συστάθηκε στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους η Επιτροπή Έγκρισης Τραπεζικών Συναλλαγών υπό την προεδρία της γενικής διευθύντριας Δημοσιονομικής Πολιτικής και Προϋπολογισμού του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και μέλη τον διευθυντή της Διεύθυνσης Επιθεώρησης Εποπτευόμενων Εταιρειών της Τράπεζας της Ελλάδος καθώς και εκπροσώπους του υπουργείου Οικονομικών της Κεφαλαιαγοράς και της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών.

Μέχρι σήμερα έχει γίνει η επεξεργασία περισσότερων από 70.000 αιτημάτων και έχουν δοθεί εγκρίσεις για εισαγωγές ύψους 34 δισ. ευρώ που αντιστοιχούν σε ποσοστό 78% των αντίστοιχων περσινών, χωρίς να συνυπολογίζονται εισαγωγές που έχουν πραγματοποιηθεί από ελεύθερα κεφάλαια ή κεφάλαια του εξωτερικού.

Η κινητοποίηση ήταν άμεση, τόσο από την πλευρά του ΓΛΚ όσο και από την πλευρά της ΤτΕ, η οποία διέθεσε άμεσα 20 επιθεωρητές προερχόμενους από την αγορά, με σημαντική εμπειρία στον τραπεζικό τομέα, για την εξυπηρέτηση των αιτημάτων των επιχειρήσεων και ιδιωτών που διαβιβάζονταν από τις τράπεζες.

Άμεση προτεραιότητα ήταν ο απρόσκοπτος εφοδιασμός της αγοράς με είδη πρώτης ανάγκης καθώς και η πραγματοποίηση των απαραίτητων οικονομικών συναλλαγών προκειμένου οι τράπεζες και οι μεγάλες επιχειρήσεις να εκπληρώσουν τις χρηματοοικονομικές τους δεσμεύσεις χωρίς να υπάρξει ο οποιοσδήποτε κίνδυνος αθέτησής τους.

Σημαντική κινητοποίηση υπήρξε και από την πλευρά των τραπεζών οι οποίες ανταποκρίθηκαν άμεσα στις προκλήσεις της τραπεζικής αργίας με πνεύμα συνεργασίας τόσο μεταξύ τους όσο και με την Τράπεζα της Ελλάδος, επισημαίνουν πηγές της κεντρικής τράπεζας. Σε όλη τη διάρκεια της τραπεζικής αργίας δεν παρατηρήθηκε κανένα φαινόμενο έλλειψης ρευστού τόσο στα ATMs όσο και στα καταστήματα που ήταν ανοιχτά και έτσι, έως τις 13 Ιουλίου που τελικώς υπεγράφη η συμφωνία με τους θεσμούς, δεν υπήρξε αναστάτωση στην εγχώρια αγορά και περιορίστηκαν κατά το δυνατόν οι δυσλειτουργίες στην οικονομία.

Μετά τη λήξη της τραπεζικής αργίας και καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, ο ρόλος της Επιτροπής παρέμεινε και θα παραμείνει πολύ σημαντικός, καθώς δρα ως ρυθμιστής στη διαχείριση της ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος και της ελληνικής οικονομίας, ενώ θέτει και εξελίσσει βέλτιστες πρακτικές και μηχανισμούς στήριξης της λειτουργίας των υποεπιτροπών των τραπεζών.

Η όλη λειτουργία της Επιτροπής συνεχίζει να υποστηρίζεται από μία ομάδα 20 ατόμων με μοναδικό έργο τη συνεχή επικοινωνία με τις τράπεζες προκειμένου να εξετάζονται άμεσα και αποτελεσματικά τα αιτήματα των επιχειρήσεων αλλά και των ιδιωτών.

Το «λουκέτο» στο Χ.Α.

Βαρύ ήταν το τίμημα των capital controls για το Χ.Α., επηρεάζοντας σημαντικά τη χρηματιστηριακή δραστηριότητα συνολικά το 2015. Συγκεκριμένα, πέρυσι, η συνολική αξία συναλλαγών μειώθηκε κατά 39,3% στα 19,1 δισ. ευρώ επηρεαζόμενη αρνητικά από το κλείσιμο της αγοράς για 25 εργάσιμες ημέρες -τις 2 τελευταίες του Ιουνίου και όλο το Ιούλιο- λόγω της τραπεζικής αργίας και της εφαρμογής περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων.

Αν και το Χρηματιστήριο άνοιξε ξανά στις 3 Αυγούστου 2015, οι περιορισμοί στην αγορά μετοχών για τους Έλληνες επενδυτές παρέμειναν σε ισχύ έως την 9 Δεκεμβρίου 2015, επηρεάζοντας αρνητικά τη συναλλακτική δραστηριότητα.

Έτσι η μέση ημερήσια αξία συναλλαγών το 2015 διαμορφώθηκε στα 85,7 εκατ. ευρώ έναντι 127,1 εκατ. ευρώ το 2014, εμφανίζοντας μείωση κατά 32,6%.

Αξίζει να σημειωθεί ότι όταν το Χ.Α. άνοιξε ξανά στις 3 Αυγούστου του 2015, εν μέσω καταιγιστικών πωλήσεων, έχασε σε λιγότερο από 15 συνεδριάσεις 100 μονάδες φτάνοντας στις 568 μονάδες.

Πλέον μετά τη μερική άρση των capital controls, οι Έλληνες επενδυτές μπορούν να προχωρούν σε πώληση και εξαγορά ελληνικών και ξένων αμοιβαίων κεφαλαίων, όμως η πίστωση του προϊόντος μπορεί να γίνει μόνο σε λογαριασμό ελληνικής τράπεζας.

Επίσης, επιτρέπονται συναλλαγές στη ελληνική χρηματιστηριακή αγορά, με χρηματικά υπόλοιπα διαθέσιμα στον συνδεδεμένο με το χαρτοφυλάκιο λογαριασμό που τηρεί ο επενδυτής σε τραπεζικό ίδρυμα.