Skip to main content

«Έτοιμοι για το 55», αλλά με… στήριξη

Από την έντυπη έκδοση

Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]

Το πακέτο των προτάσεων, το οποίο θα υποβάλει η Κομισιόν στις 15 Ιουνίου, σχετικά με τις επιπλέον προσπάθειες που θα πρέπει να καταβάλει κάθε κράτος-μέλος για την επίτευξη του ενδιάμεσου στόχου μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 55% μέχρι το 2030, θα λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες και την οικονομική κατάσταση της κάθε χώρας.

Τη διαβεβαίωση αυτή έδωσε χθες στους Ευρωπαίους ηγέτες η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σε μια προσπάθεια να καθησυχάσει αρκετά κράτη-μέλη, κυρίως της Ανατολικής Ευρώπης, για τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της προσαρμογής κυρίως των περιφερειών που έχουν μεγάλη εξάρτηση από ορυκτά καύσιμα (λιγνίτη και άνθρακα).

Η χθεσινή συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ήταν πολύ δύσκολη, γιατί μπορεί να μην αμφισβητείται από καμία χώρα ο στόχος της ενδιάμεσης μείωσης των εκπομπών κατά 55% μέχρι το 2030, ωστόσο πολλοί ηγέτες ζήτησαν τη στήριξη της Ευρώπης σε χρηματοδοτήσεις, καθώς και τη δίκαιη κατανομή των προσπαθειών, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι δυνατότητες της κάθε χώρας.

Όπως επισήμανε η κ. Φον ντερ Λάιεν, η κατανομή των προσπαθειών θα γίνει με βάση τον πλούτο κάθε χώρας, ενώ διαβεβαίωσε ότι θα υπάρξει σε όλες τις φάσεις της προσαρμογής ευρωπαϊκή στήριξη από το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά και από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

 «Έτοιμοι για το 55»

Η Κομισιόν θα παρουσιάσει στα μέσα Ιουνίου το πακέτο, με την ονομασία «Έτοιμοι για το 55», το οποίο θα καθορίζει τον τρόπο επίτευξης του στόχου της ενδιάμεσης μείωσης των εκπομπών το 2030. Οι τομείς που θα αφορά το πακέτο είναι οι εξής:

* Διεύρυνση του συστήματος εμπορίας εκπομπών αερίων θερμοκηπίου με την ένταξη και νέων τομέων και κλάδων,

* Αξιολόγηση ανά χώρα της ανάγκης να τεθούν υψηλότεροι εθνικοί στόχοι μείωσης των εκπομπών, ώστε να διασφαλιστεί ο ενδιάμεσος ευρωπαϊκός στόχος του 2030 (55%),

* Επανεξέταση των νομοθετικών κειμένων και πιθανή προσαρμογή τους στον ενδιάμεσο στόχο, αναφορικά με τους τομείς της ενεργειακής απόδοσης και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας,

* Επιβολή φόρου στα σύνορα σε προϊόντα από τρίτες χώρες, που δεν καταβάλλουν ανάλογες προσπάθειες με την Ε.Ε. για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής,

* Προώθηση της βιώσιμης κινητικότητας και αναθεώρηση των προτύπων εκπομπών CO2 για αυτοκίνητα και φορτηγά.

«Δύσκολη άσκηση»

Αναφερόμενος στο θέμα, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε ότι ο στόχος της μείωσης κατά 55% μπαίνει πλέον στη δύσκολη άσκηση της εξειδίκευσης των μέσων από την Κομισιόν για την επίτευξή του.

«Η Ελλάδα είναι στην πρώτη γραμμή αυτής της προσπάθειας σε σχέση με άλλες χώρες που έχουν επίσης εξάρτηση από την άνθρακα, είμαστε πολύ πιο τολμηροί (σ.σ.: σε σχέση με την επιτάχυνση της απολιγνιτοποίησης), ενώ θα έχουμε σημαντικά χρηματοδοτικά εργαλεία από το Ταμείο Ανάκαμψης για να υποστηρίξουμε τη μετάβαση», τόνισε.

Σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη, στην επίτευξη του στόχου θα συμβάλει και το πρόγραμμα «Εξοικονομώ» με πάνω από 1 δισ. ευρώ κοινοτικά κονδύλια, μειώνοντας το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, χαμηλώνοντας τους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας και δημιουργώντας δουλειά στην οικοδομή.

53 δισ. δολ. φόροι για τους ρύπους

To ποσό των 53 δισ. δολαρίων άντλησαν πέρυσι οι χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο από προγράμματα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων, ποσό αυξημένο 18% από τα επίπεδα του 2019, καθώς σε ορισμένες χώρες επιβλήθηκαν νέοι φόροι και οι τιμές αυξήθηκαν ακόμη περισσότερο, όπως επισημαίνεται σε έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας.

Πολλές χώρες χρησιμοποιούν τα προγράμματα εμπορίας ρύπων ως ένα μέσο για να επιτύχουν τους στόχους τους για την κλιματική αλλαγή και να αναγκάσουν τις επιχειρήσεις να περιορίσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στο περιβάλλον. Οι επτά μεγαλύτερες ανεπτυγμένες οικονομίες του πλανήτη (G7) αναγνώρισαν πέρυσι τον ρόλο των προγραμμάτων εμπορίας δικαιωμάτων ρύπων στην προώθηση της καινοτομίας και των νέων τεχνολογιών για την επίτευξη των στόχων για μηδενικούς ρύπους.

Φέτος, λειτουργούν 64 προγράμματα εμπορίας δικαιωμάτων ρύπων σε ολόκληρο τον κόσμο, συγκριτικά με τα 58 του 2020, καλύπτοντας περισσότερο από το 21% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που εκλύονται στην ατμόσφαιρα, ποσοστό αυξημένο από το 15,1% του 2020.

Ωστόσο, η Παγκόσμια Τράπεζα προειδοποιεί ότι οι τιμές στις περισσότερες χώρες του πλανήτη παραμένουν σε επίπεδα κατά πολύ χαμηλότερα από αυτά που χρειάζονται για να αντιμετωπιστεί η κλιματική αλλαγή, σύμφωνα με τη Συνθήκη του Παρισιού το 2015 που έχει υπογραφεί από 200 χώρες.