Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Από τους δασμούς στην Κίνα και άλλους εμπορικούς εταίρους έως το πετρελαϊκό εμπάργκο σε Ιράν και Βενεζουέλα, οι ΗΠΑ στέλνουν το μήνυμα πως δεν θα διστάζουν να δρουν μονομερώς για να προστατεύσουν όπως θεωρούν καλύτερα τα συμφέροντά τους. Είναι σαφές δε το μήνυμα πως όσοι σύμμαχοι ή και επιχειρήσεις δεν σεβαστούν τις απαγορεύσεις τους, θα πρέπει να είναι έτοιμοι για συνέπειες. «Να ξεχάσουν τις business με τις ΗΠΑ» είχε πει χαρακτηριστικά ο Ντόναλντ Τραμπ, αλλά Πεκίνο και Βρυξέλλες δεν προτίθενται να υπακούσουν σε κάθε του εντολή. Αν και προσπαθούν να αποφύγουν τη μετωπική σύγκρουση, αναζητούν και βρίσκους τρόπους να παρακάμψουν τις αμερικανικές απαγορεύσεις, χαράσσοντας τη δική τους γραμμή στα γεωπολιτικά, αλλά και ρισκάροντας εμπορικές αντιπαραθέσεις διαρκείας.
Το βασικό μέτωπο στο οποίο έχουν σαφώς διαφοροποιηθεί είναι αυτό της πολυμερούς συμφωνίας για τα πυρηνικά του Ιράν. Οι Ευρωπαίοι από την πρώτη στιγμή ξεκαθάρισαν ότι τη στηρίζουν και προχώρησαν στη δημιουργία ενός οχήματος ειδικού σκοπού, με στόχο να προσφέρουν τονωτικές ενέσεις στην ιρανική οικονομία, χωρίς να παραβαίνουν ευθέως τις αμερικανικές κυρώσεις. Η Τεχεράνη έκρινε πως τα όσα έπραξαν είναι πολύ λίγα για να παραμείνει δεσμευμένη στη συμφωνία και έχει δώσει τελεσίγραφο στους Ευρωπαίους για μία καλύτερη πρόταση. Σύμφωνα με ρεπορτάζ της Wall Street Journal αυτή θα έρθει έως το τέλος της εβδομάδας.
Σύμφωνα με Ευρωπαίους αξιωματούχους που μίλησαν στην αμερικανική εφημερίδα υπό καθεστώς ανωνυμίας, θα δημιουργηθεί μία νέα πιστωτική γραμμή, προκειμένου να στηρίξει το όχημα ειδικού σκοπού για να λειτουργήσει ως πραγματικός δίαυλος εμπορίου ανάμεσα στο Ιράν και τη Δύση. «Οι Ευρωπαίοι είναι έτοιμοι να κάνουν αυτό το βήμα, παρά την απειλή της Τεχεράνης να μην τηρήσει μέρος των δεσμεύσεων της πολυμερούς συμφωνίας του 2015 και ενώ η Ουάσιγκτον έχει αποφασίσει να μεγιστοποιήσει την οικονομική πίεση στο Ιράν» επισημαίνει η WSJ, προσθέτοντας πως η στάση αυτή αντανακλά την αυξανόμενη απόκλιση στις θέσεις των χωρών της Δύσης απέναντι στην Τεχεράνη.
Στο επίκεντρο των προσπαθειών για τόνωση των εμπορικών συναλλαγών με το Ιράν βρίσκονται η Γαλλία, η Βρετανία και η Γερμανία, των οποίων μεγάλες επιχειρήσεις έχουν σημαντικά συμφέροντα σε ιρανικό έδαφος. Ίδρυσαν μία εταιρεία, γνωστή ως Instex, μέσω της οποίας ευρωπαϊκές επιχειρήσεις μπορούν να εισάγουν ιρανικά αγαθά ή να εξάγουν προς την ιρανική αγορά χωρίς την ανάγκη απευθείας χρηματοοικονομικών ροών. Η εταιρεία ιδρύθηκε τον Ιανουάριο, αλλά ουσιαστικά δεν είχε τεθεί έως τώρα σε λειτουργία. Αρχικά οι Ευρωπαίοι θα εστιάσουν σε αγαθά πρώτης ανάγκης, όπως τα φάρμακα και τρόφιμα, που ούτως ή άλλως δεν υπόκεινται σε αμερικανικές κυρώσεις. Ωστόσο είναι σαφές πως θέλουν γρήγορα να επεκταθούν και σε άλλα είδη.
Η Κίνα από την πλευρά της είναι πολύ ξεκάθαρη στο πώς στηρίζει την Τεχεράνη για να αποφύγει την οικονομική κατάρρευση. Συνεχίζει να αγοράζει ιρανικό αργό. Και τούτο παρά το γεγονός ότι το ίδιο βρίσκεται σε κρίσιμες εμπορικές διαπραγματεύσεις με την Ουάσιγκτον.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ των Financial Times που επικαλείται στοιχεία της TankerTrackers (εταιρεία που παρακολουθεί τις ροές πετρελαίου μέσω δορυφόρων), το δεξαμενόπλοιο Salina, το οποίο μπορεί να μεταφέρει έως και 1 εκατομμύριο βαρέλια αργού, έφτασε από το Ιράν σε κινεζικό λιμάνι στις 20 Ιουνίου. Υπολογίζεται δε ότι οι κινεζικές εισαγωγές ιρανικού πετρελαίου θα αυξηθούν το προσεχές διάστημα. Και αυτό σίγουρα δεν θα αρέσει στον Ντόναλντ Τραμπ, που ετοιμάζεται να συναντηθεί με τον Σι Τζινπίνγκ το Σάββατο, προκειμένου να κηρύξουν ανακωχή στον εμπορικό πόλεμο.
Οι συνολικές πετρελαϊκές εξαγωγές του Ιράν έχουν μειωθεί δραστικά από τα 2,8 εκατ. βαρέλια ημερησίως τον Απρίλιο του 2018 στα 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως φέτος. Και πάλι όμως αυτό απέχει από τον επίσημο αμερικανικό στόχο για μηδενισμό τους. Μάλιστα Ιρανός αξιωματούχος, που μίλησε υπό καθεστώς ανωνυμίας στους FT υποστήριξε ότι οι πραγματικές εξαγωγές, αν και αισθητά μειωμένες σε σχέση με πέρυσι, είναι υψηλότερες από αυτές, που δείχνουν τα επίσημα στοιχεία.
Παρακάμπτοντας και τους δασμούς
Πέραν των σχέσεων με την Τεχεράνη, υπάρχει ακόμη ένα μεγάλο κινεζικό «αγκάθι» για τους Αμερικανούς, που μάλιστα έχει άμεση σχέση με το εμπόριο. Όπως αναφέρει ρεπορτάζ της Wall Street Journal έχουν στα χέρια τους στοιχεία, που αποκαλύπτουν ότι οι κινεζικές επιχειρήσεις εξακολουθούν να εξάγουν κανονικά τα προϊόντα τους προς την αμερικανική αγορά, χωρίς να επιβαρύνονται με τους πρόσθετους δασμούς, που έχουν επιβληθεί έως τώρα, μέσω άλλων ασιατικών χωρών και πρωτίστως του Βιετνάμ. H αμερικανική κυβέρνηση προσπαθεί να δώσει τέλος σε αυτή την πρακτική εδώ και ένα χρόνο περίπου, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Αν και επισήμως κανείς δεν παραδέχεται ότι συμβαίνει αυτό, τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά. Οι εισαγωγές υπολογιστών και ηλεκτρονικών ειδών του Βιετνάμ από την Κίνα έχουν κάνει άλμα 81% τον τελευταίο χρόνο, την ώρα που στο σύνολό τους (από όλο τον κόσμο δηλαδή) έχουν αυξηθεί μόνο 19%. Οι εξαγωγές υπολογιστών και ηλεκτρονικών ειδών από το Βιετνάμ προς τις ΗΠΑ έχουν αυξηθεί την ίδια περίοδο 72%, ενώ οι συνολικές είναι ενισχυμένες μόνο κατά 13%. Παράλληλα άλμα 56% παρουσιάζουν και οι εξαγωγές τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού από την Ταϊβάν προς τις ΗΠΑ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Κίνα επιδιώκει να εντάξει στην εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ (ή τουλάχιστον στην ανακωχή σε πρώτη φάση) και την Huawei. H κινεζική εταιρεία όμως πέρα από τη στήριξη του Πεκίνου έχει και εκείνη μεγάλων αμερικανικών επιχειρήσεων, που αναζητούν ήδη τρόπους για να διατηρήσουν μέρος έστω της συνεργασίας τους με αυτήν, χωρίς να θεωρηθεί ότι παραβαίνουν την απαγόρευση της αμερικανικής κυβέρνησης.
Η Micron Technology, μία από τις κορυφαίες κατασκευάστριες επεξεργαστών μνήμης, ανακοίνωσε ότι άρχισε και πάλι ορισμένες παραδόσεις στην Huawei, αφού πρώτα ξεκαθάρισε ότι δεν παραβαίνουν το νόμο. Η Qualcomm, κορυφαία πάροχος επεξεργαστών ασύρματης επικοινωνίας, έχει επίσης ξεκινήσει ορισμένες παραδόσεις ανταλλακτικών στην Huawei, ενώ το ίδιο ισχύει και για την Intel, σύμφωνα με την Wall Street Journal, που επικαλείται καλά πληροφορημένες πηγές. Άλλες αμερικανικές τεχνολογικές εταιρείες, όπως η ON Semiconductro εξετάζουν επίσης τρόπους, που θα τους επιτρέψουν να συνεχίσουν έστω και εν μέρει τη συνεργασία τους.
Η Huawei είναι από τους μεγαλύτερους αγοραστές αμερικανικής τεχνολογίας. Πέρυσι μόνο διέθεσε 11 δισ. δολάρια.