Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Η αιμορραγία στις αγορές έχει αρχίσει και το ερώτημα είναι καθώς τα εμπορικά πυρά εξαπολύονται πλέον από κάθε κατεύθυνση. Οι ΗΠΑ τράβηξαν πρώτες τη σκανδάλη, αλλά Ε.Ε. και Κίνα δεν άργησαν να απαντήσουν, τρέποντας τους επενδυτές σε αναζήτηση καταφυγίων. Μεγάλα hedge funds, που συμμετείχαν στο πολυετές πάρτι των μετοχών, προειδοποιούν τώρα ότι το φάντασμα του 2000 πλανάται εκ νέου πάνω από τις αγορές.
Το μεγαλύτερο θύμα μέχρι στιγμής είναι οι αναδυόμενες αγορές, αλλά κανένα από τα μεγάλα χρηματιστήρια δεν έχει μείνει αλώβητο. Σφυροκόπημα δέχονται οι αμερικανικές τεχνολογικές, ενώ μερίδα αναλυτών προειδοποιεί ότι ο «πιο αδύναμος κρίκος» ενδεχομένως να αποδεχθούν οι ευρωπαϊκές μετοχές.
Μέχρι στιγμής, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg, έξι αναδυόμενες αγορές με μετοχές αξίας 8 τρισ. δολαρίων έχουν εισέλθει σε φάση πτωτικής αγοράς (bear market), απέχουν δηλαδή ήδη τουλάχιστον 20% από τα πρόσφατα υψηλά τους. Το μεγαλύτερο πλήγμα έχει δεχθεί η χρηματιστηριακή αγορά του Ντουμπάι με απώλειες 23,6% από το ζενίθ της. Ακολουθούν οι Φιλιππίνες και το Πακιστάν με απώλειες 22,9% και 22,1% αντίστοιχα, ενώ παρόμοια είναι η εικόνα και για τις τουρκικές μετοχές με πτώση 22% από τα πρόσφατα υψηλά.
Η μεγαλύτερη αναδυόμενη αγορά και συνολικά δεύτερη μεγαλύτερη χρηματιστηριακή αγορά του πλανήτη, αυτή της Κίνας, είναι στο -22%, ενώ ανάλογες είναι οι απώλειες για την αγορά μετοχών της Βραζιλίας.
Σε ορισμένες από τις παραπάνω περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα στην Τουρκία, οι γεωπολιτικές εξελίξεις έχουν καθοριστικό ρόλο στην φυγή των επενδυτών. Ωστόσο ο εμπορικός πόλεμος, ο οποίος συνοδεύεται από ράλι του δολαρίου και δραματικές πιέσεις στα τοπικά νομίσματα, πολλαπλασιάζει τις απώλειες. Ακόμη ένας παράγοντας εξ ΗΠΑ, η στροφή της FED σε αυστηρή νομισματική, λειτουργεί προς αυτή την κατεύθυνση.
Η αναταραχή είναι έντονη διεθνώς, με αποτέλεσμα να ξυπνούν σε ορισμένους μνήμες από το 2000, όταν έσκασε απότομα η φούσκα του dot.com. Σε συγκρίσεις εκείνης της εποχής με τις σημερινές συνθήκες έχουν προβεί το τελευταίο διάστημα τόσο ο Ράσελ Κλαρε της Horseman Capital Management, ενός από τα πιο απαισιόδοξα hedge funds στην Ευρώπη, όσο και ο Γκρεγκ Κόφι, πρώην επικεφαλής της Μoore Capital Management. «Τα φαντάσματα του 2000 μας κατατρίχουν» έγραφε ο Κόφι σε σημείωμά του προς τους επενδυτές πριν από λίγο καιρό.
Το να ποντάρεις βέβαια σε ένα μίνι κραχ δεν είναι πάντα επκερδής τακτικής. Όπως θυμίζει το Bloomberg to European Inc της Odey έχασε σχεδόν 50% και επιπλέον 22% πέρυσι, καθώς οι αγορές κόντρα σε γεωπολιτικές εντάσεις και προειδοποιήσεις συνέχιζαν το ράλι τους.
Η ευάλωτη Ευρώπη
Το 2018, ωστόσο, ίσως αποδειχθεί η χρονιά της μεγάλης διόρθωσης, στην οποία η Ευρώπη είναι ευάλωτη. Οι ευρωπαϊκές μετοχές δεν έχουν εισέλθει ακόμη σε φάση bear market. Ωστόσο δέχονται ισχυρές πιέσεις, με τον κλάδο αυτοκινήτου στο στόχαστρο. Ο τελευταίος παρουσιάζει απώλειες 11% από τις αρχές του μήνα, ενώ στο ίδιο διάστημα ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx Europe 600 έχει υποχωρήσει 3,5%. Στον γερμανικό δείκτη DAX ο κλάδος αυτοκινήτου εμφανίζει απώλειες 14%, ενώ πτώση 15% καταγράφει το ίδιο διάστημα και η μετοχή της ιταλοαμερικανικής Fiat Chrysler, που αντλεί το 53% των εσόδων της από τις ΗΠΑ.
Σε ανάλυσή της η WSJ προειδοποιεί ότι η γηραιά ήπειρος ενδεχομένως να αποδειχθεί ο πιο αδύναμος κρίκος στον εμπορικό πόλεμο, ακόμη και εάν η μάχη είναι πολύ σκληρότερη ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα. Και τούτο γιατί είναι εκτεθειμένη σε άμεσα και έμμεσα κόστη.
Σημειώνεται ότι οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών καλύπτουν το 27% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης, την ώρα που η συμβολή τους στο αμερικανικό ΑΕΠ είναι μόλις 12% και στο κινεζικό περίπου 21%, όπως προκύπτει από στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς πόσο σημαντικό είναι το εμπόριο- χωρίς εμπόδια- για τη νομισματική ένωση, για τις εξαγωγές της οποίας οι δύο κορυφαίοι προορισμοί είναι οι ΗΠΑ και η Κίνα.
Τις άμεσες επιπτώσεις τις κατέστησε άλλωστε φανερές η πρόσφατη προειδοποίηση της Daimler. Οι έμμεσες θα αποκαλυφθούν εν καιρώ προειδοποιούν αναλυτές. Η BofA Merrill Lynch έχει ήδη προειδοποιήσει ότι μόνο οι ενδεχόμενοι αμερικανικοί δασμοί 25% σε αυτοκίνητα θα “φάνε” 0,3% από το ΑΕΠ της Ευρωζώνης. Το συνολικό κόστος θα μπορούσε να είναι πολύ υψηλότερο.