Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Στο «ξήλωμα» όχι μόνο των διατάξεων που προβλέπουν την περικοπή του αφορολόγητου ορίου εισοδήματος των μισθωτών, των συνταξιούχων και των κατ’ επάγγελμα αγροτών, αλλά και των φορολογικών «αντιμέτρων» που προβλέπουν μείωση του ελάχιστου συντελεστή φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων από το 22% στο 20%, κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για ετήσια εισοδήματα μέχρι 30.000 ευρώ, μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης για τα εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ και περαιτέρω μείωση του ΕΝΦΙΑ έως 30% το 2020, αναγκάστηκε να προχωρήσει η κυβέρνηση.
Και αυτό διότι αν καταργούσε μόνο τις διατάξεις για την περικοπή της έκπτωσης φόρου θα ήταν σαν να νομοθετούσε μια έκτακτη δημοσιονομική επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού του 2020 με ποσό ύψους 3,374 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 1,92 δισ. ευρώ θα ήταν μη προβλεπόμενη απώλεια εσόδων από τη μη εφαρμογή της περικοπής του αφορολογήτου και το 1,454 δισ. ευρώ θα ήταν πρόσθετη απώλεια εσόδων από την εφαρμογή των «αντιμέτρων». Για δε το 2021 και τα επόμενα έτη θα προέκυπτε ετήσια δημοσιονομική επιβάρυνση συνολικού ύψους άνω των 3,8 δισ. ευρώ.
Η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών κατέθεσε στη Βουλή τροπολογία με την οποία καταργούνται:
α) η διάταξη του άρθρου 10 του ν. 4472/2017, με την οποία προβλεπόταν ότι από την 1η-1-2020 η ετήσια έκπτωση φόρου εισοδήματος θα μειωνόταν κατά 650 ευρώ, ως εξής:
- από τα 1.900 στα 1.250 ευρώ για κάθε μισθωτό, συνταξιούχο και κατά κύριο επάγγελμα αγρότη χωρίς εξαρτώμενα τέκνα
- από τα 1.950 στα 1.300 ευρώ για κάθε φορολογούμενο των παραπάνω κατηγοριών με ένα εξαρτώμενο τέκνο
- από τα 2.000 στα 1.350 ευρώ για κάθε φορολογούμενο των παραπάνω κατηγοριών με δύο εξαρτώμενα τέκνα
- από τα 2.100 στα 1.450 ευρώ για κάθε φορολογούμενο των παραπάνω κατηγοριών με τρία ή περισσότερα εξαρτώμενα τέκνα.
β) η διάταξη του άρθρου 12 του ν. 4472/2017, σύμφωνα με την οποία ο συντελεστής φόρου που επιβάλλεται στα εισοδήματα μέχρι 20.000 ευρώ θα μειωνόταν από το 22% στο 20%, από την 1η-1-2020.
γ) η διάταξη του άρθρου 13 του ν. 4472/2017, σύμφωνα με την οποία η ειδική εισφορά αλληλεγγύης θα καταργείτο από την 1η-1-2020 για ετήσια εισοδήματα από 12.000,01 έως 30.000 ευρώ και θα μειωνόταν σημαντικά για ετήσια εισοδήματα πάνω από τα 30.000 ευρώ.
Ο συνδυασμός των τριών παραπάνω διατάξεων, αν εφαρμοζόταν από το 2020, θα είχε τις εξής συνέπειες:
- Θα μειωνόταν το αφορολόγητο όριο εισοδήματος των μισθωτών, των συνταξιούχων και των κατ’ επάγγελμα αγροτών από τα επίπεδα των 8.636,36-9.545,45 ευρώ στα επίπεδα των 6.250-7.250 ευρώ και θα αυξάνονταν έως και 470 ευρώ οι ετήσιες φορολογικές επιβαρύνσεις για πάνω από 3.000.000 μισθωτούς, συνταξιούχους και κατά κύριο επάγγελμα αγρότες που εμφανίζουν στην εφορία ετήσια εισοδήματα μέχρι 21.500 ευρώ.
- Για τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους κατ’ επάγγελμα αγρότες με ετήσια εισοδήματα υψηλότερα των 21.500 ευρώ θα προέκυπταν μειώσεις ετήσιων φορολογικών επιβαρύνσεων (φόρου εισοδήματος + ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης) κατά 26 έως και 1.501 ευρώ. Γι’ αυτές τις κατηγορίες φορολογουμένων τα οφέλη από την κατάργηση ή τη μείωση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης θα ήταν πολύ μεγαλύτερα από τις επιβαρύνσεις που θα προκαλούσε η μείωση του αφορολογήτου.
Ουσιαστικά, με την εφαρμογή των μέτρων αυτών θα ζημιώνονταν οι έχοντες χαμηλά εισοδήματα και θα ωφελούνταν οι έχοντες μεσαία εισοδήματα, η λεγόμενη «μεσαία τάξη».
Με τη μη εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, την οποία νομοθετεί πλέον η κυβέρνηση, περισσότεροι από 3.000.000 μισθωτοί, συνταξιούχοι και κατά κύριο επάγγελμα αγρότες με ετήσια φορολογητέα εισοδήματα μέχρι 21.500 ευρώ θα γλιτώσουν τελικά από την πληρωμή επιπλέον φόρων. Από την άλλη πλευρά, με την κατάργηση των φορολογικών «αντιμέτρων», που -όπως προαναφέραμε- προβλέπουν μείωση ελάχιστου φορολογικού συντελεστή από το 22% στο 20%, κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για εισοδήματα μέχρι 30.000 ευρώ και μείωσή της για εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ, αναμένεται να ζημιωθούν περισσότεροι από 1.000.000 μισθωτοί, συνταξιούχοι και κατά κύριο επάγγελμα αγρότες με ετήσια εισοδήματα υψηλότερα των 21.500 ευρώ, που ανήκουν στη «μεσαία τάξη».
H μείωση του ΕΝΦΙΑ
Πέραν της κατάργησης των παραπάνω διατάξεων, η τροπολογία που κατέθεσε στη Βουλή η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών προβλέπει επίσης ότι δεν θα ισχύσει από το 2020 ούτε η διάταξη του άρθρου 11 του ν. 4472/2017 με την οποία προβλεπόταν μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% αν το ποσό του φόρου δεν υπερέβαινε τα 700 ευρώ, υπό τον περιορισμό ότι το ποσό της μείωσης δεν θα μπορούσε να ήταν μεγαλύτερο των 70 ευρώ. Για φορολογούμενους που δικαιούνται ήδη την έκπτωση του 50%, λόγω χαμηλού εισοδήματος, το όριο του ποσού του ΕΝΦΙΑ μέχρι το οποίο θα δινόταν η επιπλέον αυτή έκπτωση θα ανερχόταν στα 1.400 ευρώ.
Σύμφωνα με την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, το συνολικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα της εφαρμογής των διατάξεων της τροπολογίας θα είναι:
- ετήσια απώλεια εσόδων 466 εκατ. ευρώ για το 2020 (απώλεια 1,92 δισ. ευρώ από την κατάργηση της περικοπής της έκπτωσης φόρου, αλλά και αύξηση εσόδων κατά 1,454 δισ. ευρώ από την κατάργηση των φορολογικών «αντιμέτρων»).
- ετήσια απώλεια εσόδων 239 εκατ. ευρώ το 2021 και τα επόμενα έτη (απώλεια 2,058 δισ. ευρώ από την κατάργηση της περικοπής της έκπτωσης φόρου, αλλά και αύξηση εσόδων κατά 1,819 δισ. ευρώ από την κατάργηση των φορολογικών «αντιμέτρων»).
Ειδικότερα:
α) Η κατάργηση της διάταξης για τη μείωση κατά 650 ευρώ της ετήσιας έκπτωσης φόρου των μισθωτών, των συνταξιούχων και των κατ’ επάγγελμα αγροτών θα προκαλέσει ετήσια απώλεια φορολογικών εσόδων ύψους 1,92 δισ. ευρώ το 2020 και 2,058 δισ. ευρώ από το 2021 και εξής.
β) Η κατάργηση της διάταξης για τη μείωση του ελάχιστου συντελεστή φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων από το 22% στο 20%, για ετήσια εισοδήματα έως 20.000 ευρώ, θα προκαλέσει ετήσια αύξηση εσόδων ύψους 877 εκατ. ευρώ το 2020 και 997 εκατ. ευρώ το 2021 και τα επόμενα έτη.
γ) Η κατάργηση της διάταξης για τη μη εφαρμογή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης σε εισοδήματα από 12.000,01 έως 30.000 ευρώ και τη μείωσή της για εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ θα προκαλέσει ετήσια αύξηση εσόδων κατά 368 εκατ. ευρώ το 2020 και κατά 613 εκατ. ευρώ από το 2021 και τα επόμενα έτη.
δ) Η κατάργηση της διάταξης για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% σε ποσά οφειλής έως 700 ευρώ θα προκαλέσει ετήσια αύξηση εσόδων 209 εκατ. ευρώ το 2020 και σε κάθε ένα από τα επόμενα έτη.
«Περί όνου σκιάς»
«Η όλη συζήτηση περί κατάργησης και των αντιμέτρων που είχαν ψηφιστεί μαζί με το αφορολόγητο το 2017 είναι περί όνου σκιάς» αναφέρουν κυβερνητικές πηγές.
Όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές, η ρύθμιση για τη μείωση του αφορολογήτου ψηφίστηκε το καλοκαίρι του 2017 έπειτα από απαίτηση του ΔΝΤ, το οποίο θεωρούσε ότι η χώρα δεν θα μπορεί να επιτύχει τους στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα. Επίσης η διάταξη προέβλεπε συγκεκριμένα αντίμετρα εφόσον οι προβλέψεις του ΔΝΤ δεν επιβεβαιώνονταν. Τα αντίμετρα αυτά θα αξιοποιούσαν τον δημοσιονομικό χώρο που θα δημιουργούνταν με τη μείωση του αφορολογήτου.
Ο δημοσιονομικός χώρος, συμπληρώνουν, δημιουργήθηκε και επέτρεψε την εφαρμογή της σταδιακής μείωσης του φόρου επιχειρήσεων κατά 1% το 2019 και μάλιστα η τελική μείωση σε βάθος τριετίας θα είναι μεγαλύτερη από αυτή που προβλεπόταν στη διάταξη για τα αντίμετρα και θα φτάσει το 4%, με τη συνολική επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις να μειώνεται από το 29% το 2018 στο 25% το 2022.
Ακόμη, ήδη εφαρμόζεται από το 2019 η μείωση του ΕΝΦΙΑ 30% για τις μικρές περιουσίες και 10% μεσοσταθμικά, ενώ προβλέπεται περαιτέρω μείωση για το 2020.
Παράλληλα, ο πρωθυπουργός εξήγγειλε πριν από τις ευρωεκλογές τον μηδενισμό της εισφοράς αλληλεγγύης για εισοδήματα μέχρι τις 20.000 ευρώ και μείωση του συντελεστή για τα εισοδήματα από 20.000 ευρώ και πάνω, από 1.1.2019 εφαρμόζονται η επιδότηση ενοικίου, η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για ελεύθερους επαγγελματίες, η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος για συνεταιρισμένους αγρότες, η μείωση φορολογίας διανεμόμενων κερδών, η ενίσχυση της Ειδικής Αγωγής και του προγράμματος Βοήθεια στο Σπίτι με προσλήψεις μόνιμου προσωπικού.