Skip to main content

DBRS: Τι μέλλει γενέσθαι με τα κόκκινα δάνεια σε Ελλάδα και Ευρώπη

Της Νατάσας Στασινού
[email protected] 

Τα κόκκινα δάνεια, που λειτουργούν ως βαρίδι στους ισολογισμούς των τραπεζών έχουν μειωθεί ανά την Ευρωπαϊκή Ένωση κατά 44% ή 517 δισ. ευρώ από τα τέλη του 2014. Το 65% της μείωσης αυτής επετεύχθηε από τις τράπεζες της Ισπανίας, της Ιταλίας, της Ελλάδας και της Πορτογολίας. Είναι ωστόσο ακριβώς αυτές οι χώρες και ειδικά η Ελλάδα, που θα πρέπει να επιταχύνουν έτι περαιτέρω τον βηματισμό τους, όπως επισημαίνει ο οίκος DBRS, ο οποίος και προσπαθεί να κάνει μία αποτίμηση για τις σημερινές συνθήκες και το τι μέλλει γενέσθαι. 

Οι χώρες του Νότου εξακολουθούν να μεφανίζουν ποσοστά κόκκινων δανείων πολύ υψηλότερα από το μέσο όρο των ευρωπαϊκών τραπεζών, που έχει συρρικνωθεί στο 3,2%. «Η πρόοδος στην Ελλάδα ήταν μάλιστα βραδύτερη από ότι σε άλλες χώρες δεδομένου και του εξαιρετικά μεγάλου όγκου μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων» παρατηρεί ο οίκος. Ελληνικές, ιταλικές και πορτογαλικές τράπεζες βαρύνονται με το 37% του συνόλου των κόκκινων δανείων στην Ευρώπη, την ώρα που το συνολικό χαρτοφυλάκιο των δανείων τους αντιστοιχεί μόλις στο 10% του ευρωπαϊκού. Δεν είναι βεβαίως καθόλου τυχαίο ότι πρόκειτα για οικονομίες που βρέθηκαν στο επίκεντρο της χρηματοπιστωτικής κρίσης και κρίσης χρέους. 

Στην Ισπανία και στην Πορτογαλία η αντιμετώπιση του προβλήματος προχώρησε κυρίως με διαγραφές, οργανικές ανακτήσεις και εγγυήσεις. Στην Ιρλανδία με ανακτήσεις, διακανονισμούς και πιο πρόσφατα πωλήσεις. Στην Ιταλία από την άλλη επελέγη η τιτλοποίησή τους στη βάση ενός σχήματος εγγυήσεων, ενώ συμπληρωματικά λειτούργησαν και οι πωλήσεις.  

Τι έχει γίνει- τι περιμένουμε στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα μέχρι στιγμής έχουμε κυρίως πωλήσεις και διαγραφές, αλλά η κυβέρνηση σκέφτεται εναλλακτικές ώστε να δώσει περισσότερη ώθηση στη διαδικασία, σημειώνει ο oίκος και αναφέρεται στα δύο σχήματα που βρίσκονται υπό εξέταση. α) Αυτο που έχει προτείνει η Τράπεζα της Ελλάδας βάσει του οποίου θα μεταφερθούν τα κόκκινα δάνεια και μέρος των αναβαλλόμενων φορολογικών υποχρεώσεων σε ένα όχημα ειδικού σκοπού και β) την πρόταση του υπουργείου Οικονομικών και του ΤΧΣ για τιτλοποίηση δανείων με κυβερνητική εγγύηση, στα πρότυπα του σχήματος GACS της Ιταλίας. 

«Τα δύο σχήματα, εάν εγκριθούν, θα λειτουργούν συμπληρωματικά. Η εφαρμογή τους, όμως, προβλέπεται προς τα τέλη του 2019 το νωρίτερο» σημειώνει ο DBRS. Ο οίκος αποτιμά θετικά, δηλαδή έως παράγοντα που θα συμβάλλει στην αντιμετώπιση του προβλήματος, τον νέο νόμο για την προστασία της πρώτης κατοικίας. 

Τι ζητούν οι πιστωτές

Αξίζει να θυμίσουμε ότι τα κόκκινα δάνεια και η προστασία της πρώτης κατοικίας είχαν εξελιχθεί στο μεγάλο αγκάθι της δεύτερης μεταμνημονιακής αξιολόγησης. Οι θεσμοί φοβούνταν για τις επιπτώσεις του πλαισίου στα κεφάλαια των τραπεζών. 
Οι θεσμοί, αφού πείσθηκαν τελικά πως η προστασία της πρώτης κατοικίας δεν επηρεάζει αρνητικά τα κεφάλαια των τραπεζών, ζήτησαν -μεταξύ άλλων- από τα πιστωτικά ιδρύματα ένα χρονοδιάγραμμα και μετρήσιμα αποτελέσματα για τις θετικές επιπτώσεις που θα επιφέρει τελικώς στα χαρτοφυλάκιά τους το νέο θεσμικό πλαίσιο, το οποίο έρχεται να λύσει και το ζήτημα της διαχείριση των κόκκινων στεγαστικών δανείων από τις τράπεζες.  Τώρα ουσιαστικά οι θεσμοί περιμένουν να λειτουργήσει πλήρως η ηλεκτρονική πλατφόρμα προκειμένου να δουν τα πρώτα αποτελέσματα. Αυτό δεν προβλέπεται να γίνει πριν από τα τέλη του μήνα. 

Πότε θα πιάσουμε τον στόχο του 5% 

Οι τέσσερις μεγάλες ελληνικές τράπεζες προβλεπεται να μειώσουν το απόθεμα των κόκκινων δανείων στα 58 δισ. ευρώ έως τα τέλη του 2019 και στα 27 δισ. ευρώ έως τα τέλη του 2021, ωστόσο, όπως αναφέρει ο DBRS, θα μπροούσαμε να δούμε ταχύτερη μείωση έαν λειτουργήσουν αποτελεσματικά τα δύο σχήματα που θα προωθηθούν. Σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα είναι η τελευταίυ που θα πιάσει το στόχο της μείωσης του ποσοστού των κόκκινων δανείων, στο 5% από τα τέλη του 2021 και έπειτα. 

Όπως επισημαίνει ο οίκος στην Ισπανία οι περισσότερες τράπεζες έχουν ήδη μειώσει το ποσοστό των κόκκινων δανείων στο 5% και στην Ιρλανδία θα το πετύχουν στα τέλη του 2020. Μέσα στο 2020-2021 θα έχουμε αντίστοιχη μείωση για ιταλικές και πορτογαλικές τράπεζες. 

naftemporiki.gr